CES-Duth Working Paper 2/2016
Η Επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης «Σοφία» στην κεντρική Μεσόγειο
και το δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
(EUNAVFOR Operation Sophia and Human Rights Law)
Η μελέτη, που επισυνάπτεται, αναφέρεται στην Επιχείρηση Σοφία (EUNAVFOR Operation Sophia), δηλαδή τη ναυτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην κεντρική Μεσόγειο με σκοπό την πάταξη της παράνομης διακίνησης μεταναστών προς την Ευρώπη, και συζητά συγκεκριμένα το ζήτημα της συμβατότητας της Επιχείρησης με το δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Πρόκειται ασφαλώς για ένα άκρως επίκαιρο ζήτημα που εγείρει διάφορα ερωτήματα που διατρέχουν και το διεθνές και το ευρωπαϊκό δίκαιο.
Ένα από τα μέτρα που έλαβε η Ευρωπαϊκή Ένωση τον Μάιο 2015 ως απάντηση στην ραγδαία επιδείνωση της προσφυγικής κρίσης, η οποία συνεχίζεται έως σήμερα αμείωτη, ήταν η σύσταση μιας ναυτικής επιχείρησης στο πλαίσιο της Κοινής Αμυντικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (Common Defense and Security Policy) με αποστολή την αντιμετώπιση της παράτυπης μετανάστευσης από τη Λιβύη προς την Ευρώπη. Σύμφωνα με την Απόφαση του Συμβουλίου υπ’ αριθ. 778 της 22ας Μαΐου 2015, η Επιχείρηση θα λάμβανε χώρα σε τρία στάδια: σε ένα πρώτο στάδιο θα παρακολουθούσε και θα κατέγραφε τις παράνομες μεταναστευτικές οδούς, σε ένα δεύτερο, θα προέβαινε σε ανακοπή του πλου των ύποπτων για παράνομη διακίνηση μεταναστών πλοίων στην ανοικτή θάλασσα και σε ένα τρίτο, θα επιχειρούσε εντός της Λιβύης με σκοπό την καταστροφή των πλωτών μέσων των διακινητών. Πράγματι, η Επιχείρηση ξεκίνησε στις 22 Ιουνίου 2015 και στις 7 Οκτωβρίου προχώρησε στη 2η φάση της, αλλάζοντας και ονομασία από EUNAVFOR MED σε Operation Sophia προς τιμήν ενός παιδιού που γεννήθηκε πάνω σε ένα πλοίο της Επιχείρησης. Στις 9 Οκτωβρίου 2015 το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών υιοθέτησε το Ψήφισμα υπ’ αριθ. 2240/2015, με το οποίο εξουσιοδοτεί τα Κράτη Μέλη των Ηνωμένων Εθνών που επιχειρούν είτε μόνα τους είτε υπό την Ε.Ε. να ελέγχουν και να συλλαμβάνουν ύποπτα πλοία στην ανοικτή θάλασσα. Μέχρι στιγμής η Επιχείρηση έχει συμβάλλει δραστικά στην μείωση των μεταναστευτικών ροών στην Μεσόγειο, με αναπόδραστη ωστόσο συνέπεια την αντιστρόφως ανάλογη αύξηση των ροών στο Αιγαίο Πέλαγος και στην Ελλάδα.
Ομολογουμένως η Επιχείρηση Σοφία παρουσιάζει αρκετά ενδιαφέροντα θέματα προς συζήτηση, που άπτονται του διεθνούς δικαίου της θαλάσσης, του ευρωπαϊκού δικαίου αλλά και της γενικότερης Ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής και πολιτικής ασύλου. Εντούτοις, επιλέχθηκε στο πλαίσιο της παρούσης να συζητηθεί το θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αναμφίβολα σε μια στρατιωτική επιχείρηση που έχει σκοπό την καταστολή του εμπορίου ανθρώπων αποκτά ιδιαίτερη σημασία.
Έτσι, λοιπόν, αφού πρώτα παρουσιάζεται η Επιχείρηση και η δράση της στην κεντρική Μεσόγειο υπό το φως και του ευρωπαϊκού δικαίου και του δικαίου της θάλασσας, συζητούνται κατά σειρά τα εξής: πρώτον, το ζήτημα της εφαρμογής του δικαίου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως αυτά απαντώνται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ένωσης και δη της εξωεδαφικής του εφαρμογής στο πλαίσιο μιας ναυτικής επιχείρησης στην ανοικτή θάλασσα. Το συμπέρασμα μας είναι ότι και τα Κράτη Μέλη της Ένωσης που συμμετέχουν στην Επιχείρηση, αλλά και η ίδια η Ε.Ε. δεσμεύονται από το εν λόγω δίκαιο και έχουν την υποχρέωση να εξασφαλίσουν την τήρησή του ως προς τα άτομα που υπόκεινται στη δικαιοδοσία τους.
Ως προς τα ποια δικαιώματα καλούνται τα Κράτη και η Ένωση να εγγυηθούν την προστασία τους στο πλαίσιο της Επιχείρησης, το πρώτο και σημαντικότερο είναι το δικαίωμα στη ζωή, όπως προβλέπει το άρθρο 2 της ΕΣΔΑ, υπό μια διττή έννοια: τα Κράτη που λαμβάνουν μέρος στην Επιχείρηση οφείλουν και να μη χρησιμοποιήσουν υπέρμετρη βία κατά την εκτέλεση της αποστολής τους, αλλά και να προστατεύσουν τη ζωή των παράτυπων μεταναστών όταν βρίσκεται σε κίνδυνο στη θάλασσα. Προδήλως, είναι πολύ νωρίς ακόμη να διαπιστωθεί αν οι συμμετέχοντες συμμορφώνονται με το εν λόγω δικαίωμα, όπως και με τα υπόλοιπα εξάλλου. Η ανάλυση μας βασίζεται στο κατά πόσο οι «Κανόνες Εμπλοκής» της Επιχείρησης έχει λάβει σοβαρά υπόψη τις σχετικές υποχρεώσεις.
Το επόμενο δικαίωμα που εξετάζεται είναι η απαγόρευση της επαναπροώθησης (prohibition of refoulement), η οποία αποκτά καίρια σημασία στο πλαίσιο των επιχειρήσεων κατά της παράτυπης μετανάστευσης. Η αρχή του non-refoulement επιτάσσει την μη επιστροφή ατόμου σε έδαφος στο οποίο θα υποστεί διώξεις, βασανιστήρια, απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση. Η ανάλυση μας και πάλι επικεντρώνεται στους σχετικούς Κανόνες Εμπλοκής και στη λήψη υπόψη της ανωτέρω υποχρέωσης.
Τέλος, εξετάζεται το δικαίωμα στην ελευθερία και ασφάλεια, το οποίο επιβάλλει κανείς να μην αποστερείται αυθαίρετα την ελευθερία του. Εν προκειμένω, αυτοί που ενδεχομένως αδίκως να αποστερηθούν αυθαίρετα την ελευθερία τους είναι οι ύποπτοι για διακίνηση μεταναστών και σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου πρέπει η σύλληψη τους και κάθε περιορισμός τους να ερείδεται σε ακριβή και προβλέψιμη νομοθετική διάταξη και πρέπει να παρουσιάζονται ταχύτερο δυνατόν (‘promptly’) ενώπιον ανεξάρτητης δικαστικής αρχής. Η εφαρμογή αυτού του δικαιώματος στο πλαίσιο της Επιχείρησης εξετάζεται σύμφωνα πάντα με τις προβλέψεις και των Κανόνων Εμπλοκής.
Με την εξέταση του ως άνω δικαιώματος ολοκληρώνεται η επισυναπτόμενη μελέτη, η οποία προσπάθησε να σταχυολογήσει ορισμένες σκέψεις σχετικά με τη νομιμότητα της Επιχείρησης της Ε.Ε. σύμφωνα με το δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ευθύμιος Δ. Παπασταυρίδης, ΔΝ
Επιστημονικός Συνεργάτης του Τομέα Διεθνών Σπουδών της Νομικής Σχολής ΔΠΘ
Ερευνητής, Γραφείο Διεθνών Σπουδών, Ακαδημία Αθηνών
papastavridis@academyofathens.gr
Για να διαβάσετε τη μελέτη πατήστε εδώ