CES-DUTH SPOT στην Επικαιρότητα 4/2017
Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΑΣ
Βιργινία Τζώρτζη, Δ.Ν., Δικηγόρος,
Ειδική Επιστήμονας, Δ.Π.Θ., Ερευνήτρια ΚΔΕΟΔ με την χρηματοδότηση του ΙΣΝ
Στην εποχή της οικονομικής κρίσης, που περνά η Ευρώπη, η διασυνοριακή απάτη στον τομέα του Φ.Π.Α. και η ανεπαρκής προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης θίγει όλους τους ευρωπαίους πολίτες, προκαλώντας σημαντικές απώλειες τόσο στους εθνικούς προϋπολογισμούς όσο και στον προϋπολογισμό της ΕΕ. Επί του παρόντος, μόνο οι εθνικές αρχές μπορούν να διερευνήσουν και να διώξουν την απάτη σε βάρος της Ένωσης. Οι αρμοδιότητές τους, όμως, σταματούν στα εθνικά τους σύνορα. Εξάλλου, οι υφιστάμενες αρχές της Ένωση, όπως η OLAF (Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης), η Eurojust ( Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης) και η Europol (Ευρωπαϊκή Αστυνομική Υπηρεσία) δεν έχουν τη δυνατότητα διεξαγωγής ποινικών ερευνών. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα καλύψει το θεσμικό αυτό κενό, έχοντας αποκλειστική δικαιοδοσία σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το σχέδιο για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ανάγεται στο 2009 και τη σχετική πρόβλεψη του άρθρου 86 ΣΛΕΕ της Συνθήκης της Λισαβόνας, που ορίζει μεταξύ άλλων ότι «Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία είναι αρμόδια για την καταζήτηση, τη δίωξη και την παραπομπή ενώπιον της δικαιοσύνης … των δραστών αδικημάτων εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης … καθώς και των συνεργών τους. Ασκεί δε ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων των κρατών μελών την ποινική δίωξη των αδικημάτων αυτών». Ωστόσο, χρειάστηκαν τέσσερα χρόνια για να προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την ίδρυσή της. Η απροθυμία ορισμένων Κρατών-μελών οφείλεται, ως επί το πλείστον, στο φόβο της εγκατάλειψης ορισμένων εθνικών προνομίων και εξουσιών προς όφελος της Ένωσης. Έτσι, η μόνη λύση, στο βαθμό που δεν συμφωνούσαν όλα τα Κράτη-μέλη για τη σύστασή της ήταν ο μηχανισμός της ενισχυμένης συνεργασίας, η οποία επιτρέπει ένα αριθμό Κρατών-μελών (τουλάχιστον εννέα) που επιθυμούν να εμβαθύνουν τη συνεργασία τους σε ένα τομέα να το κάνουν εντός του νομικού και θεσμικού πλαισίου της Ένωσης χρησιμοποιώντας θεσμούς, μηχανισμούς, και δυνατότητές της. Πράγματι, τον περασμένο Ιούνιο αποφασίσθηκε ότι η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα συσταθεί μέσω της ενισχυμένης συνεργασίας 20 Κρατών μελών (Αυστρία, Βέλγιο, Βουλγαρία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Εσθονία, Ισπανία, Ιταλία, Κροατία, Κύπρο, Λετονία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Πορτογαλία, Ρουμανία, Σλοβακία, Σλοβενία, Τσεχική Δημοκρατία και Φινλανδία). Οι 8 χώρες που δεν συμμετέχουν επί του παρόντος (Σουηδία, Ολλανδία, Μάλτα, Ουγγαρία, Πολωνία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιρλανδία και Δανία) έχουν τη δυνατότητα προσχώρησης στο εγχείρημα ανά πάσα στιγμή και μετά την έκδοση του Κανονισμού.
Στις αρχές Οκτωβρίου η συντριπτική πλειοψηφία των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενέκρινε επίσημα τη σύστασή της και αναμένεται, πλέον, η έκδοση του σχετικού Κανονισμού από το Συμβούλιο. Η έναρξη λειτουργίας τοποθετείται μεταξύ του 2020 και 2021. Όταν τεθεί σε λειτουργία, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα αποτελέσει ανεξάρτητη υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με αποκλειστική δικαιοδοσία σε επίπεδο Ένωσης και έδρα στο Λουξεμβούργο. Θα λειτουργεί ως ενιαία υπηρεσία σε όλα τα συμμετέχοντα Κράτη- μέλη, συνδυάζοντας ευρωπαϊκές και εθνικές προσπάθειες επιβολής του νόμου. Θα ενεργεί προς το συμφέρον της Ένωσης και δεν θα ζητεί, ούτε θα λαμβάνει οδηγίες από τα ενωσιακά θεσμικά όργανα της ή τις εθνικές αρχές. Η ίδρυσή της αναμένεται να επιφέρει ουσιαστική αλλαγή στον τρόπο προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης. Θα διαθέτει αρμοδιότητες για τη διερεύνηση και τη δίωξη ποινικών υποθέσεων που αφορούν τον προϋπολογισμό της Ένωσης, όπως η απάτη, η διαφθορά ή η διασυνοριακή απάτη στον τομέα του ΦΠΑ για ποσά μεγαλύτερα των 10 εκατομμυρίων ευρώ. Η υπό ίδρυση υπηρεσία, όπως προαναφέρθηκε, θα έχει αρμοδιότητα προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης. Ωστόσο, με ομόφωνη απόφασή του το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο μπορεί στο μέλλον «να επεκτείνει τις αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Εισαγ¬γελίας στην καταπολέμηση της σοβαρής εγκληματικότητας με διασυνοριακή διάσταση» (ρήτρα γεφύρωσης).
Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα αποτελεί μια αρχή με αποκεντρωμένη φύση. Θα δομηθεί σε δύο επίπεδα: σε κεντρικό και σε εθνικό. Το κεντρικό επίπεδο θα αποτελείται από τον Ευρωπαίο Γενικό Εισαγγελέα. Το εθνικό επίπεδο θα αποτελούν Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς, η έδρα των οποίων θα βρίσκεται στα συμμετέχοντα Κράτη-μέλη. Οι τελευταίοι θα διεξάγουν, ως επί το πλείστον, τις έρευνες του Ευρωπαίου Γενικού Εισαγγελέα, αλλά θα εξακολουθήσουν να λειτουργούν ως εθνικοί εισαγγελείς, θα έχουν, δηλαδή, διπλό ρόλο. Ο Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας θα εποπτεύει τη διενέργεια ερευνών και θα παραπέμπει εγκληματίες απευθείας στα εθνικά δικαστήρια, ασκώντας τις σχετικές διώξεις.
Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα συμπληρώσει τα άλλα όργανα καταπολέμησης της απάτης. Σήμερα, η Eurojust δεν έχει αρμοδιότητα για τη διενέργεια ποινικών ερευνών ή για την άσκηση διώξεων σε υποθέσεις απάτης. Το 2013, η Επιτροπή πρότεινε τη μεταρρύθμισή της. Η νέα Eurojust που θα προκύψει από τη μεταρρύθμιση θα στηρίζει την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία στην καταπολέμηση της απάτης σε βάρος του προϋπολογισμού της ΕΕ. Οι λεπτομέρειες της ρύθμισης αυτής θα καθοριστούν με συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και της Eurojust. Περαιτέρω, η OLAF θα παραμείνει αρμόδια για διοικητικές έρευνες παρατυπιών, συμπεριλαμβανομένων υποθέσεων απάτης, που πλήττουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, καθώς και σοβαρά παραπτώματα του προσωπικού της Ένωσης. Τέλος, η OLAF θα συνεχίσει τις διοικητικές έρευνές της σε σχέση με τα μη συμμετέχοντα Κράτη μέλη στην ενισχυμένη συνεργασία, με τον ίδιο τρόπο όπως και σήμερα.
Βιργινία Τζώρτζη, Δ.Ν., Δικηγόρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου