1. ΔΕΕ, απόφαση της 2ας Απριλίου 2020, Υπόθεση C-329/19, Condominio di Milano, via Meda κατά Eurothermo SpA- Προδικαστική
Το νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν εάν το άρθρο 1, παρ. 1, και το άρθρο 2, στοιχείο βʹ της Οδηγίας 93/13 έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνική νομολογία η οποία ερμηνεύει τη νομοθεσία για τη ενσωμάτωσης της Οδηγίας αυτής στο εσωτερικό δίκαιο κατά τρόπο ώστε οι κατά τη νομοθεσία αυτή κανόνες για την προστασία των καταναλωτών να έχουν εφαρμογή και σε σύμβαση συναφθείσα από υποκείμενο δικαίου, όπως η condominio κατά το ιταλικό δίκαιο, με επαγγελματία.
2. ΔΕΕ, απόφαση της 30ής Απριλίου 2020, Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-168/19 και C-169/19, HB και IC κατά Istituto nazionale della previdenza sociale - Προδικαστική
Το νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν αν τα άρθρα 18 και 21 ΣΛΕΕ έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε ρύθμιση Κράτους-μέλους (Ιταλία) η οποία προβλέπει ότι τα εισοδήματα προσώπου που κατοικεί σε άλλο Κράτος-μέλος(Πορτογαλία), το οποίο απέκτησε το σύνολο των εισοδημάτων του στην Ιταλία αλλά δεν έχει την ιθαγένεια της Πορτογαλίας, φορολογούνται μόνο στην Ιταλία και κατά συνέπεια, το πρόσωπο αυτό αποκλείεται από τα φορολογικά πλεονεκτήματα που παρέχει η έννομη τάξη της Πορτογαλίας.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι τα άρθρα 18 και 21 ΣΛΕΕ δεν αντιτίθενται σε φορολογικό καθεστώς που απορρέει από συναφθείσα μεταξύ δύο Κρατών-μελών σύμβαση για την αποφυγή της διπλής φορολογίας, δυνάμει της οποίας η φορολογική αρμοδιότητα των κρατών αυτών, όσον αφορά τη φορολόγηση των συντάξεων γήρατος, κατανέμεται αναλόγως του αν οι δικαιούχοι των συντάξεων αυτών ασκούσαν δραστηριότητα εμπίπτουσα στον ιδιωτικό ή στον δημόσιο τομέα και, στην τελευταία αυτή περίπτωση, ανάλογα με το αν έχουν την ιθαγένεια του Κράτους-μέλους κατοικίας.
3. ΔΕΕ, απόφαση της 2ας Απριλίου 2020, Υπόθεση C-670/18, CO κατά Comune di Gesturi – Προδικαστική
Το νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν αν η Οδηγία 2000/78 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση που απαγορεύει στις δημόσιες αρχές να αναθέτουν την εκπόνηση μελετών και την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών σε συνταξιούχους.
4. ΔΕΕ, απόφαση της 2ας Απριλίου 2020, Υπόθεση C-830/18, Landkreis Südliche Weinstraße κατά PF κ.λπ. – Προδικαστική
Το πρώτο νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν αν το άρθρο 7, παρ. 2, του Κανονισμού 492/2011 έχει την έννοια ότι εισάγει έμμεση δυσμενή διάκριση, εθνική νομοθεσία κατά την οποία η ανάληψη από ομόσπονδο κράτος της επιβάρυνσης της σχολικής μεταφοράς εξαρτάται από την προϋπόθεση της κατοικίας στο έδαφος του εν λόγω ομόσπονδου κράτους.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι η ανωτέρω εθνική ρύθμιση συνιστά έμμεση δυσμενή διάκριση, καθόσον μπορεί, από τη φύση της, να θίξει περισσότερο τους μεθοριακούς εργαζομένους απ’ ό,τι τους ημεδαπούς εργαζομένους.
Το δεύτερο νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν εάν το άρθρο 7, παρ. 2, του Κανονισμού 492/2011 έχει την έννοια ότι η ανάγκη για διασφάλιση της αποτελεσματικής οργάνωσης του εκπαιδευτικού συστήματος συνιστά επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος ικανό να δικαιολογήσει εθνικό μέτρο το οποίο θεωρείται ότι εισάγει έμμεση δυσμενή διάκριση.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι οι πρακτικές δυσκολίες, που συνδέονται με την αποτελεσματική οργάνωση της σχολικής μεταφοράς εντός ομόσπονδου κράτους, δεν συνιστούν επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος ικανό να δικαιολογήσει εθνικό μέτρο το οποίο θεωρείται ότι εισάγει έμμεση δυσμενή διάκριση.
5. ΔΕΕ, απόφαση της 23ης Απριλίου 2020, Υπόθεση C-710/18, WN κατά Land Niedersachsen - Προδικαστική
Το νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν εάν το άρθρο 45, παρ. 1, ΣΛΕΕ πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση η οποία, στο πλαίσιο του καθορισμού του ύψους των αποδοχών ενός εργαζομένου ως εκπαιδευτικού σε οργανισμό τοπικής αυτοδιοικήσεως, προσμετρά μέχρι το ανώτατο όριο των τριών συνολικά ετών τη συναφή προϋπηρεσία του εν λόγω εργαζομένου σε άλλον εργοδότη, πλην του συγκεκριμένου οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως, εγκατεστημένο σε άλλο Κράτος-μέλος.
Το ΔΕΕ διαπίστωσε αρχικά ότι το άρθρο 45 ΣΛΕΕ απαγορεύει κάθε εθνικό μέτρο το οποίο δύναται να θίξει ή να καταστήσει λιγότερο ελκυστική την άσκηση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων, από τους πολίτες της Ένωσης.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι το άρθρο 45, παρ. 1, ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στην ανωτέρω εθνική ρύθμιση στην περίπτωση που η ασκηθείσα στο πλαίσιο της προϋπηρεσίας αυτής δραστηριότητα είναι ισοδύναμη προς εκείνη την οποία ο εργαζόμενος υποχρεούται να ασκήσει στο πλαίσιο των εν λόγω καθηκόντων εκπαιδευτικού.
6. ΔΕΕ, απόφαση της 23ης Απριλίου 2020, Υπόθεση C-507/18, NH κατά Associazione Avvocatura per i diritti LGBTI - Rete Lenford - Προδικαστική
Το βασικό νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν εάν οι επίδικες δηλώσεις, λαμβανομένων εμπίπτουν στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής της ανωτέρω Οδηγίας στον βαθμό που αυτή αφορά, όπως προκύπτει από το άρθρο 3, παρ. 1, στοιχ. αʹ, «τους όρους πρόσβασης στην απασχόληση […] και την εργασία, συμπεριλαμβανομένων των κριτηρίων επιλογής και των όρων πρόσληψης».
Το ΔΕΕ έκρινε ότι η φράση όροι πρόσβασης στην απασχόληση και την εργασία κατά το άρθρο 3, παρ. 1, στοιχ. αʹ, της Οδηγίας 2000/78 έχει την έννοια ότι καλύπτει τις δηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο ραδιοτηλεοπτικής εκπομπής στη διάρκεια της οποίας ο ερωτώμενος κατέστησε σαφές ότι ουδέποτε θα προσλάμβανε ούτε θα απασχολούσε άτομα ορισμένου γενετήσιου προσανατολισμού στην επιχείρησή του, ενώ κατά τον χρόνο εκείνο δεν είχε δρομολογηθεί ούτε προγραμματιστεί οποιαδήποτε διαδικασία πρόσληψης, υπό την προϋπόθεση ότι δεν είναι υποθετική η σύνδεση μεταξύ των δηλώσεων αυτών και των όρων πρόσβασης στην απασχόληση και την εργασία στη συγκεκριμένη επιχείρηση.
7. ΔΕΕ, απόφαση της 2ας Απριλίου 2020, Υπόθεση C-753/18, Föreningen Svenska Tonsättares Internationella Musikbyrå u.p.a. (Stim) και Svenska artisters och musikers intresseorganisation ek. för. (SAMI) κατά Fleetmanager Sweden AB και Nordisk Biluthyrning AB - Προδικαστική
Το νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν εάν το άρθρο 3, παρ. 1, της Οδηγίας 2001/29 και το άρθρο 8, παρ. 2, της Οδηγίας 2006/115 έχουν την έννοια ότι συνιστά παρουσίαση στο κοινό, κατά τις διατάξεις αυτές, η εκμίσθωση αυτοκινήτων οχημάτων εξοπλισμένων με ραδιοφωνικό δέκτη.
Το ΔΕΕ διαπίστωσε ότι η έννοια της «παρουσίασης στο κοινό» απαρτίζεται από δύο σωρευτικά στοιχεία, ήτοι μια «πράξη παρουσίασης» έργου και την παρουσίαση του έργου αυτού σε «κοινό». Η παροχή ραδιοφωνικού δέκτη ενσωματωμένου σε ενοικιαζόμενο αυτοκίνητο, ο οποίος καθιστά δυνατή, χωρίς καμία πρόσθετη παρέμβαση εκ μέρους των εταιριών εκμίσθωσης των οχημάτων, τη λήψη του σήματος της επίγειας ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης που είναι διαθέσιμη στη ζώνη όπου βρίσκεται το όχημα, διαφέρει από τις πράξεις παρουσίασης με τις οποίες άλλοι πάροχοι υπηρεσιών μεταδίδουν ηθελημένα στην πελατεία τους προστατευόμενα έργα, παρέχοντας σήμα μέσω ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών δεκτών που έχουν εγκαταστήσει στη μονάδα τους.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι το άρθρο 3, παρ. 1, της Οδηγίας 2001/29 και το άρθρο 8, παρ. 2, της Οδηγίας 2006/115 έχουν την έννοια ότι δεν συνιστά παρουσίαση στο κοινό, κατά τις διατάξεις αυτές, η εκμίσθωση αυτοκινήτων οχημάτων εξοπλισμένων με ραδιοφωνικό δέκτη.
8. ΔΕΕ, απόφαση της 2ας Απριλίου 2020, Υπόθεση C-228/18, Gazdasági Versenyhivatal κατά Budapest Bank Nyrt. κ.λπ. – Προδικαστική
Το βασικό νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν εάν το άρθρο 101, παρ. 1, ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι διατραπεζική συμφωνία η οποία ορίζει ενιαίο ποσό διατραπεζικής προμήθειας, η οποία εισπράττεται, όταν πραγματοποιείται πράξη πληρωμής με κάρτα, από τις εκδότριες τράπεζες τέτοιων καρτών οι οποίες προτείνονται από τις εταιρίες παροχής υπηρεσιών πληρωμής με κάρτα, που δραστηριοποιούνται στην οικεία εθνική αγορά, μπορεί να χαρακτηριστεί ως συμφωνία που έχει «ως αντικείμενο» την παρεμπόδιση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού.
Το ΔΕΕ διαπίστωσε ότι α) τα είδη συμφωνιών που παρατίθενται στο άρθρο 101, παρ. 1 ΣΛΕΕ δεν συνιστούν εξαντλητικό κατάλογο απαγορευμένων συμπράξεων, καθόσον και άλλα είδη συμφωνιών μπορούν, τοιουτοτρόπως, να χαρακτηρισθούν ως περιορισμός ως «εκ του αντικειμένου», β) αν και στη συμφωνία για την ενιαία διατραπεζική προμήθεια προβλέφθηκαν ειδικά ποσοστά και ποσά στο πλαίσιο του καθορισμού των διατραπεζικών προμηθειών, εντούτοις από το περιεχόμενο της συμφωνίας αυτής δεν προκύπτει κατ’ ανάγκην κάποιος ως «εκ του αντικειμένου» περιορισμός, καθόσον δεν τεκμηριώθηκε ο επιβλαβής για τον ανταγωνισμό χαρακτήρας των διατάξεων της συμφωνίας αυτής.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι το άρθρο 101, παρ. 1, ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι διατραπεζική συμφωνία με τα ανωτέρω χαρακτηριστικά δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως συμφωνία έχουσα «ως αντικείμενο» την παρεμπόδιση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού, υπό την έννοια της εν λόγω διατάξεως, εκτός εάν η συμφωνία αυτή, λαμβανομένων υπόψη της διατυπώσεώς της, των σκοπών της και του πλαισίου της, μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι αρκούντως βλαπτική για τον ανταγωνισμό ώστε να χαρακτηρισθεί με τον τρόπο αυτόν, όπερ εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.
9. ΔΕΕ, απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2020, Υπόθεση C-584/18, D. Z. κατά Blue Air - Airline Management Solutions SRL κ.λπ. - Προδικαστική
Το άρθρο 13, παράγραφοι 2 και 3, του ίδιου κώδικα είχε ως εξής: « 2. Η άρνηση εισόδου επιβάλλεται μόνο με αιτιολογημένη απόφαση η οποία αναφέρει τους συγκεκριμένους λόγους της άρνησης. Η απόφαση λαμβάνεται από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και είναι αμέσως εφαρμοστέα. Η αιτιολογημένη απόφαση η οποία αναφέρει τους συγκεκριμένους λόγους άρνησης έχει τη μορφή τυποποιημένου εντύπου, όπως προβλέπεται στο παράρτημα V μέρος Β, το οποίο συμπληρώνεται από την αρμόδια σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο αρχή. Το έντυπο αυτό, αφού συμπληρωθεί, παραδίδεται στον οικείο υπήκοο, ο οποίος βεβαιώνει την παραλαβή της απόφασης άρνησης μέσω του εντύπου. 3. Τα πρόσωπα στα οποία απαγορεύεται η είσοδος έχουν δικαίωμα προσφυγής. Οι προσφυγές ασκούνται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Ο υπήκοος της τρίτης χώρας λαμβάνει επίσης γραπτό κατάλογο σημείων επαφής που μπορούν να τον ενημερώσουν σχετικά με την ύπαρξη αντιπροσώπων αρμοδίων να τον εκπροσωπήσουν σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. [...]» Η αίτηση υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του D. Z. και της Blue Air – Airline Management Solutions SRL (Blue Air), με αντικείμενο την άρνηση της τελευταίας να επιτρέψει στον D. Z. να επιβιβαστεί σε πτήση που αναχωρούσε από τη Λάρνακα (Κύπρος) με προορισμό το Βουκουρέστι (Ρουμανία).
Το πρώτο νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν εάν το άρθρο 3, παρ. 1, της αποφάσεως 565/2014 έχει την έννοια ότι αναπτύσσει άμεσο αποτέλεσμα και δημιουργεί, υπέρ των υπηκόων τρίτων χωρών, δικαιώματα τα οποία αυτοί δύνανται να επικαλούνται έναντι του Κράτους-μέλους προορισμού, ιδίως το δικαίωμα να μην απαιτείται θεώρηση για την είσοδό τους στο έδαφος του Κράτους-μέλους αυτού στην περίπτωση κατά την οποία είναι κάτοχοι θεωρήσεως εισόδου ή άδειας διαμονής περιλαμβανόμενης στον κατάλογο των εγγράφων τα οποία το εν λόγω Κράτος-μέλος έχει δεσμευθεί να αναγνωρίζει συμφώνως προς την ως άνω απόφαση. Το άρθρο 3, παρ. 1, της εν λόγω αποφάσεως έχει ως ακολούθως: «Εάν η Βουλγαρία, η Κροατία, η Κύπρος ή η Ρουμανία αποφασίσουν να εφαρμόσουν το άρθρο 2, δύνανται να αναγνωρίζουν, επιπλέον των εγγράφων που αναφέρονται στο [εν λόγω] άρθρο, ως ισοδύναμες προς τις εθνικές τους θεωρήσεις για διέλευση μέσω της επικράτειάς τους ή για πρόθεση διαμονής στην επικράτειά τους η οποία δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες εντός οιασδήποτε περιόδου 180 ημερών: α) τις εθνικές θεωρήσεις διαμονής [βραχείας διαρκείας και τις εθνικές θεωρήσεις διαμονής] μακράς διάρκειας που εκδίδονται από τη Βουλγαρία, την Κροατία, την Κύπρο ή τη Ρουμανία σύμφωνα με τον ενιαίο τύπο που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1683/95 του Συμβουλίου[, της 29ης Μαΐου 1995, για την καθιέρωση θεώρησης ενιαίου τύπου (ΕΕ 1995, L 164, σ. 1)]· β) τις άδειες διαμονής που εκδίδονται από τη Βουλγαρία, την Κροατία, την Κύπρο ή τη Ρουμανία σύμφωνα με τον ενιαίο τύπο που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 του Συμβουλίου[, της 13ης Ιουνίου 2002, για την καθιέρωση αδειών διαμονής ενιαίου τύπου για τους υπηκόους τρίτων χωρών (ΕΕ 2002, L 157, σ. 1)], εκτός εάν οι θεωρήσεις και άδειες παραμονής προσαρτώνται σε ταξιδιωτικά έγγραφα τα οποία τα εν λόγω κράτη μέλη δεν αναγνωρίζουν ή σε ταξιδιωτικά έγγραφα που έχουν εκδοθεί από τρίτη χώρα με την οποία δεν έχουν διπλωματικές σχέσεις.»
Το ΔΕΕ έκρινε ότι το άρθρο 3, παράγραφος 1, της αποφάσεως 565/2014 έχει την έννοια ότι αναπτύσσει άμεσο αποτέλεσμα.
Το νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν εάν το άρθρο 13 του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει σε αερομεταφορέα να αρνηθεί την επιβίβαση υπηκόου τρίτης χώρας, κατ’ επίκληση αρνήσεως των αρχών του Κράτους-μέλους προορισμού να επιτρέψουν στον υπήκοο αυτό την είσοδο στο έδαφος του εν λόγω κράτους, χωρίς η άρνηση εισόδου να έχει αποτελέσει αντικείμενο γραπτής και αιτιολογημένης αποφάσεως, κοινοποιηθείσας προηγουμένως στον ενδιαφερόμενο.
Το ΔΕΕ έκρινε το άρθρο 13 του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει σε αερομεταφορέα να αρνηθεί την επιβίβαση υπηκόου τρίτης χώρας υπό τις ανωτέρω προϋποθέσεις χωρίς η άρνηση εισόδου να έχει αποτελέσει αντικείμενο γραπτής και αιτιολογημένης αποφάσεως, κοινοποιηθείσας προηγουμένως στον ενδιαφερόμενο.
10. ΔΕΕ, απόφαση της 2ας Απριλίου 2020, Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Δημοκρατίας της Πολωνίας κ.λπ., Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-715/17, C-718/17 και C-719/17 – Προσφυγή επί παραβάσει
Σημειώνουμε ότι το άρθρο 5 της απόφασης 2015/1601 και της απόφασης 2015/1523 προβλέπουν ότι τα Κράτη-μέλη υποδεικνύουν, σε τακτά χρονικά διαστήματα και οπωσδήποτε ανά τρίμηνο, τον αριθμό των αιτούντων που μπορούν να μετεγκατασταθούν ταχέως στο έδαφός τους, και παρέχουν κάθε άλλη σχετική πληροφορία.
Μεταξύ άλλων, τα Κράτη-μέλη προέβαλαν επιχειρήματα προκειμένου να δικαιολογήσουν την μη εφαρμογή των αποφάσεων 2015/1523 και 2015/1601. Πρόκειται, αφενός, για επιχειρήματα σχετικά με τις ευθύνες των κρατών μελών για την τήρηση της δημόσιας τάξης και τη διαφύλαξη της εσωτερικής ασφάλειας, τα οποία η Δημοκρατία της Πολωνίας και η Ουγγαρία άντλησαν από το άρθρο 72 ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 4, παρ. 2, ΣΕΕ, και, αφετέρου, για επιχειρήματα τα οποία η Τσεχική Δημοκρατία άντλησε από την προβαλλόμενη δυσλειτουργία και αναποτελεσματικότητα του μηχανισμού μετεγκατάστασης, όπως αυτός προβλέπεται στις σχετικές αποφάσεις.
Το ΔΕΕ διαπίστωσε α) ότι η Ένωση βασίζεται στο κράτος δικαίου και οι πράξεις των θεσμικών οργάνων της απολαύουν τεκμηρίου νομιμότητας, υποχρεωτικότητας και δεσμευτικότητας, β) ότι το άρθρο 72 ΣΛΕΕ, μολονότι προβλέπει ότι ο τίτλος V της Συνθήκης δεν θίγει την άσκηση των ευθυνών τις οποίες φέρουν τα κράτη μέλη για την τήρηση της δημόσιας τάξης και τη διαφύλαξη της εσωτερικής ασφάλειας, δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι παρέχει στα Κράτη-μέλη την ευχέρεια να παρεκκλίνουν από τις διατάξεις της Συνθήκης στηριζόμενα απλώς και μόνο στην επίκληση των ευθυνών αυτών και γ) ότι δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι ένα Κράτος-μέλος δύναται να στηριχθεί στη μονομερή εκτίμησή του σχετικά με την προβαλλόμενη έλλειψη αποτελεσματικότητας ή ακόμη και την υποτιθέμενη δυσλειτουργία του μηχανισμού μετεγκατάστασης, που θέσπισαν οι αποφάσεις 2015/1523 και 2015/1601.
Καταληκτικά, το ΔΕΕ διαπίστωσε ότι τα ανωτέρω παθητικά νομιμοποιούμενα Κράτη-μέλη παραβίασαν το επίδικο Δίκαιο της ΕΕ και τις υποχρεώσεις, που προκύπτουν από αυτό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου