Δευτέρα 18 Απριλίου 2016

CES-Duth Working Paper 3/2016

Μπροστά σ’ ένα ενδεχόμενο BREXIT:
Η Απόφαση των Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων του Φεβρουαρίου 2016 σχετικά με μια νέα διευθέτηση για το Ηνωμένο Βασίλειο στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, που συνήλθε στις 18 – 19 Φεβρουαρίου 2016, ένα από τα  σημαντικότερα ζητήματα, που κλήθηκαν για να αντιμετωπίσουν τα Κράτη-μέλη, ήταν η εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης, ικανής, μέσω μιας νέας διευθέτησης των σχέσεων Ηνωμένου Βασιλείου (ΗΒ) και Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), να καθησυχάσει τις ανησυχίες των Βρετανών πολιτών και αποτρέψει την επικράτηση των υποστηρικτών της αποχώρησης του ΗΒ από την ΕΕ (BREXIT) στο σχετικό δημοψήφισμα, που προκηρύχθηκε από την Βρετανική Κυβέρνηση για τις 23 Ιουνίου του τρέχοντος έτους. Η διευθέτηση αυτή ζητήθηκε με την επιστολή που απεύθυνε στον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου DTusk την 10η Νοεμβρίου 2015 ο Βρετανός Πρωθυπουργός D. Cameron. Τα προς διευθέτηση ζητήματα, δηλαδή το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης, σύμφωνα με την ανωτέρω επιστολή, αφορούσαν: την Ευρωπαϊκή Οικονομική Διακυβέρνηση, την Ανταγωνιστικότητα, την Κυριαρχία και την Μετανάστευση (οι τίτλοι των υπό διαπραγμάτευση θεματικών παρατίθενται, όπως αυτοί αναφέρονται στην επιστολή Cameron, χωρίς περαιτέρω επεξήγηση στο σημείο αυτό). Στις 2 Φεβρουαρίου 2016 ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, μετά από εντατική τρίμηνη προετοιμασία, παρουσίασε «Σχέδιο Απόφασης», που αποτέλεσε τη βάση της συζήτησης μεταξύ των Αρχηγών Κρατών-μελών ή Κυβερνήσεων. Το σχέδιο αυτό, χωρίς ουσιαστικές αλλαγές έγινε τελικά αποδεκτό. Η διευθέτηση αποτελείται από τα εξής κείμενα, που τέθηκαν ως Παραρτήματα στα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου:
α) Απόφαση των Αρχηγών των Κρατών ή των Κυβερνήσεων συνελθόντων στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, σχετικά με νέα διευθέτηση για το Ηνωμένο Βασίλειο στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Απόφαση Διευθέτησης). Η απόφαση αποτελείται από 5 Μέρη, με τα 4 πρώτα να αντιστοιχούν στα θέματα που έθεσε η Κυβέρνηση του ΗΒ (Οικονομική Διακυβέρνηση, Ανταγωνιστικότητα, Κυριαρχία, Κοινωνικές Παροχές και Ελεύθερη Κυκλοφορία) ενώ το 5ο αφορά την εφαρμογή της Απόφασης και τις τελικές Διατάξεις.
β) Δήλωση  των Αρχηγών των Κρατών ή των Κυβερνήσεων, που αφορά το πρώτο μέρος της Απόφασης (Οικονομική Διακυβέρνηση) και εμπεριέχει σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου περί ειδικών διατάξεων σχετικά με την αποτελεσματική διαχείριση της τραπεζικής ένωσης και των συνεπειών της περαιτέρω ολοκλήρωσης της Ευρωζώνης.
γ) Δήλωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σχετικά με την Ανταγωνιστικότητα.
δ) Τέσσερις Δηλώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι οποίες κατά σειρά αναφέρονται: στον μηχανισμό εφαρμογής της επικουρικότητας και στον μηχανισμό εφαρμογής της μείωσης του φόρτου, στην τιμαριθμοποίηση του επιδόματος τέκνων που εξάγεται σε Κράτος-μέλος άλλο από εκείνο στο οποίο κατοικεί ο εργαζόμενος, στον μηχανισμό διασφάλισης που αναφέρεται στο Δ Μέρος της Απόφασης Διευθέτησης και, τέλος, στα θέματα σχετικά με την κατάχρηση του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων.
Παρόμοιες Διευθετήσεις έγιναν το 1992 για την αντιμετώπιση των προβλημάτων επικύρωσης της Συνθήκης του Μάαστριχτ από τη Δανία και το 2009 για την αντιμετώπιση του αρνητικού επικυρωτικού δημοψηφίσματος της Συνθήκης της Λισαβόνας στην Ιρλανδία. Στην πρώτη περίπτωση οι Αρχηγοί των Κρατών και των Κυβερνήσεων, που συνήλθαν στις 11–12/12/1992 στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Εδιμβούργου, υιοθέτησαν την Απόφαση «σχετικά με ορισμένα προβλήματα που ανέκυψαν στην Δανία επί της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (Απόφαση του Εδιμβούργου). Στην δεύτερη περίπτωση κατά τον ίδιο τρόπο υιοθετήθηκε στις 18–19/6/2009 η Απόφαση «σχετικά με τις ανησυχίες του Ιρλανδικού λαού για τη Συνθήκη της Λισαβόνας» (Απόφαση του 2009). Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλές από τις δεσμεύσεις, που ανέλαβαν τα Κράτη-μέλη με την Απόφαση του 2009, ενσωματώθηκαν στην Συνθήκη Προσχώρησης της Κροατίας (2013). Τα ιστορικά και νομικά αυτά προηγούμενα παρέχουν στοιχεία ικανά για να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση των ζητημάτων, που θέτει η  νέα Απόφαση Διευθέτηση, που αφορά το ΗΒ. Εξάλλου, δεν είναι η πρώτη βρετανική επαναδιαπραγμάτευση, αφού είχαν προηγηθεί αυτές που προκάλεσαν οι Harold  Wilson (1975) και  Margaret Thatcher (1984), που αφορούσαν το ζήτημα της βρετανικής συνεισφοράς στον κοινοτικό προϋπολογισμό.

Η μελέτη, που επισυνάπτεται, διερευνά αρχικά τη νομική φύση της Απόφασης Διευθέτησης τόσο από την πλευρά του Δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και από την πλευρά του Διεθνούς Δικαίου και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι αυτή δεν αποτελεί τροποποίηση των Συνθηκών (ενωσιακό δίκαιο) αλλά ερμηνευτική διεθνή συμφωνία  κατά το άρθρο 31 παρ. παρ. 3 (α) της Συνθήκης της Βιέννης για το δίκαιο των συνθηκών. Κατόπιν προσεγγίζει το ουσιαστικό της περιεχόμενο των προβλέψεωντου επιτευχθέντος συμβιβασμού σε συνάρτηση με τα τεθέντα ζητήματα και τις στοχεύσεις της βρετανικής πλευράς.

Η Απόφαση Διευθέτησης ήδη αποτελεί αντικείμενο αντικρουόμενων εκτιμήσεων. Για του ένθερμους υποστηρικτές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης το περιεχόμενο της, ειδικά σε ότι αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και την πορεία προς την πολιτική Ένωση, αποτελεί μια απαράδεκτη οπισθοδρόμηση. Ωστόσο, υπάρχουν και αυτοί που υποστηρίζουν ότι αποχώρηση ενός μεγάλου Κράτους-μέλους από την Ένωση είναι ικανή να κάνει μεγαλύτερη ζημιά στην ιδέα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Η Απόφαση Διευθέτησης δεν συνεπάγεται σε καμιά περίπτωση μια θεμελιώδη αλλαγή στη σχέση του ΗΒ με την Ένωση ούτε συνεπάγεται σοβαρές αλλαγές στο σύστημα λήψης αποφάσεων της Ένωσης σε συγκεκριμένους και κρίσιμους τομείς για τους Βρετανούς. Καταγράφονται δε σοβαρές επιφυλάξεις σχετικά με βαθμό υλοποίησής της τόσο ως αφορά την ενσωμάτωση προβλέψεών της σε μια μελλοντική τροποποίηση των Συνθηκών όσο και κατά την θέσπιση των αναγκαίων μέτρων παραγώγου δικαίου, που θα θέσουν σε εφαρμογή τις δεσμεύσεις που αφορούν τη μετανάστευση. Είναι φανερό ότι τα υπόλοιπα Κράτη-μελή παρουσιάστηκαν διατεθειμένα να παραχωρήσουν την άνεση στο ΗΒ να εναντιώνεται προβάλλοντας τα εθνικά του συμφέροντα αλλά σε καμιά περίπτωση δεν αναγνώρισαν στο ΗΒ το δικαίωμα να μπλοκάρει την λήψη των αποφάσεων. Από την άλλη πλευρά το ΗΒ δεσμεύεται να μην εμποδίσει ούτε την ομοσπονδιακή μετεξέλιξη της Ένωσης ούτε την εμβάθυνση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης.

Με βάση τα παραπάνω η νομική αξία των ρυθμίσεων της Απόφασης Διευθέτησης είναι μικρή, αν και όχι ανύπαρκτη σε συγκεκριμένους τομείς (πχ ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων). Αντίθετα, προεξάρχει η πολιτική της σημασίας ως εργαλείο στα χέρια του Βρετανού Πρωθυπουργού για να καθησυχάσει ανησυχίες και να μπορέσει να υποστηρίξει ο ίδιος την παραμονή του ΗΒ στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προβάλλοντας την επίτευξη ενός «λογικού συμβιβασμού».  Τελικά, το πόσο αποτελεσματική είναι για να υπηρετήσει αυτόν τον σκοπό θα κριθεί από τον τρόπο που θα την αντιμετωπίσουν οι Βρετανοί ψηφοφόροι στο δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου 2016. 


Για να διαβάσετε τη μελέτη πατήστε εδώ

Μιχάλης Δ. Χρυσομάλλης 
Αναπληρωτής Καθηγητής Δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Διευθυντής του Τομέα Διεθνών Σπουδών της Νομικής Σχολής ΔΠΘ

mchrysom@gmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου