Σάββατο 13 Μαΐου 2017


CES-DUTH FOCUS ΣΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ 2/2017
ΔΕΛΤΙΟ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΕ (ΔΕΕ): ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2017
Επιμέλεια Παναγιώτης Αργαλιάς, Δικηγόρος, ΔΝ

1. ΔΕΕ, απόφαση της 27ης Απριλίου 2017, Υπόθεση C-202/16, Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας 
Με την προσφυγή της σύμφωνα με το άρθρο 258 ΣΛΕΕ (προσφυγή για παράβαση) η Επιτροπή ζήτησε από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η Ελληνική Δημοκρατία, ανεχόμενη τη λειτουργία του χώρου υγειονομικής ταφής απορριμμάτων (ΧΥΤΑ) Τεμπλονίου, ο οποίος δεν πληροί τους όρους και τις προδιαγραφές της περιβαλλοντικής νομοθεσίας της ΕΕ, παρέβη το Δίκαιο της ΕΕ. Ειδικότερα, η Ελληνική Δημοκρατία,  με την ανωτέρω συμπεριφορά της, παραβίασε το άρθρο 13 της Οδηγίας 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών, καθώς και το άρθρο 8, στοιχείο αʹ, το άρθρο 11, παράγραφος 1, και το παράρτημα I της Οδηγίας 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου, περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων. Σύμφωνα με το άρθρο 13 της Οδηγίας 2008/98, «Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι η διαχείριση των αποβλήτων πραγματοποιείται χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η ανθρώπινη υγεία και χωρίς να βλάπτεται το περιβάλλον, και ιδίως: α)  χωρίς να δημιουργείται κίνδυνος για το νερό, τον αέρα, το έδαφος, τα φυτά ή τα ζώα, β) χωρίς να προκαλείται όχληση από θόρυβο ή οσμές, και γ) χωρίς να επηρεάζεται δυσμενώς το τοπίο ή οι τοποθεσίες ιδιαίτερου ενδιαφέροντος.» Επιπροσθέτως, το άρθρο 8, στοιχείο α, της Οδηγίας 1999/31 προβλέπει ότι τα Κράτη-μέλη διασφαλίζουν ότι «η αρμόδια αρχή εκδίδει άδεια λειτουργίας χώρου ταφής μόνον εφόσον πληρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις».
Το ΔΕΕ έκρινε ότι η Ελληνική Δημοκρατία, με την επίδικη συμπεριφορά της παραβίασε το Δίκαιο της ΕΕ και ειδικότερα τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις των ανωτέρω οδηγιών.

2. ΔΕΕ, απόφαση της 27ης Απριλίου 2017, Υποθέσεις C 680/15 και C 681/15, Asklepios Kliniken Langen-Seligenstadt GmbH κατά Ivan Felja – Προδικαστική 
Οι αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως αφορούσαν την ερμηνεία του άρθρου 3 της Οδηγίας 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων, καθώς επίσης και στην ερμηνεία του άρθρου 16 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με το άρθρο 3 της ανωτέρω οδηγίας τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του μεταβιβάζοντος, που απορρέουν από σύμβαση εργασίας ή από εργασιακή σχέση υφισταμένη κατά την ημερομηνία της μεταβιβάσεως, μεταβιβάζονται, διά της μεταβιβάσεως αυτής, στον διάδοχο εργοδότη. Μετά τη μεταβίβαση, ο νέος-διάδοχος εργοδότης εξακολουθεί να τηρεί τους συμφωνηθέντες, με συλλογική σύμβαση, όρους εργασίας, ως αυτοί εφαρμόζονται και έναντι του προηγούμενου εργοδότη μέχρι την ημερομηνία της καταγγελίας ή λήξεως της συλλογικής συμβάσεως ή της ενάρξεως της ισχύος ή εφαρμογής άλλης συλλογικής συμβάσεως. Επιπροσθέτως, τα Κράτη - μέλη μπορούν να περιορίζουν την περίοδο τηρήσεως των εν λόγω όρων εργασίας, υπό την αίρεση ότι η περίοδος αυτή δεν θα είναι κατώτερη του έτους.  
Οι αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως υποβλήθηκαν από το ομοσπονδιακό δικαστήριο εργατικών διαφορών της Γερμανίας (Bundesarbeitsgericht), στο πλαίσιο διαφορών μεταξύ των εργαζομένων Ivan Felja και Vittoria Graf και της Asklepios Kliniken Langen-Seligenstadt GmbH και της Asklepios Dienstleistungsgesellschaft mbH σχετικά με την εφαρμογή συλλογικής συμβάσεως εργασίας.
Το νομικό ζήτημα που τέθηκε στις ανωτέρω υποθέσεις είναι εάν το άρθρο 3 της Οδηγίας 2001/23, ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με το άρθρο 16 του Χάρτη, έχει την έννοια ότι, σε περίπτωση μεταβιβάσεως εγκαταστάσεως, η διατήρηση των εκ συμβάσεως εργασίας δικαιωμάτων και υποχρεώσεων του μεταβιβάζοντος περιλαμβάνει ρήτρα βάσει της οποίας η εργασιακή σχέση τους διέπεται όχι μόνον από την ισχύουσα κατά τον χρόνο της μεταβιβάσεως συλλογική σύμβαση, αλλά και από μεταγενέστερες, της μεταβιβάσεως αυτής, συμβάσεις που συμπληρώνουν, τροποποιούν ή αντικαθιστούν την αρχική. 
Το ΔΕΕ έκρινε ότι το άρθρο 3 της ανωτέρω οδηγίας έχει την έννοια ότι, η διατήρηση των εκ συμβάσεως εργασίας δικαιωμάτων και υποχρεώσεων του μεταβιβάζοντος περιλαμβάνει και τη ρήτρα, σύμφωνα με την οποία η εργασιακή σχέση τους διέπεται και από μεταγενέστερες συλλογικές συμβάσεις εργασίας που συμπληρώνουν, τροποποιούν ή αντικαθιστούν την αρχική. Η ανωτέρω κρίση του ΔΕΕ ισχύει υπό την προϋπόθεση ότι το εθνικό δίκαιο προβλέπει, υπέρ του διαδόχου εργοδότη, δυνατότητες προσαρμογής, τόσο βάσει συμφωνίας με τον εργαζόμενο όσο και μονομερώς.

3. ΔΕΕ, απόφαση της 6ης Απριλίου 2017, Υπόθεση C-668/15, Jyske Finans A/S κατά Ligebehandlingsnævnet - Προδικαστική 
Η συγκεκριμένη προδικαστική απόφαση αφορούσε στην  ερμηνεία του άρθρου 2, παρ. 2, στ. αʹ και βʹ, της Οδηγίας 2000/43/ΕΚ του Συμβουλίου, περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 2 της ανωτέρω οδηγίας «α) συντρέχει άμεση διάκριση όταν, για λόγους φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, σε ένα πρόσωπο επιφυλάσσεται μεταχείριση λιγότερο ευνοϊκή από αυτήν της οποίας τυγχάνει, έτυχε ή θα ετύγχανε ένα άλλο πρόσωπο, σε ανάλογη κατάσταση, β) συντρέχει έμμεση διάκριση όταν μια εκ πρώτης όψεως ουδέτερη διάταξη, κριτήριο ή πρακτική μπορεί να θέσει πρόσωπα συγκεκριμένης φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής σε μειονεκτική θέση συγκριτικά με άλλα πρόσωπα, εκτός εάν η διάταξη, το κριτήριο ή η πρακτική αυτή δικαιολογείται αντικειμενικά από ένα θεμιτό σκοπό και τα μέσα επίτευξης αυτού του σκοπού είναι πρόσφορα και αναγκαία.» 
Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε από το Εφετείο Δυτικής Δανίας (Vestre Landsret) στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της Jyske Finans A/S και του Συμβουλίου Ίσης Μεταχειρίσεως (Ligebehandlingsnævnet), το οποίο ενεργεί για λογαριασμό του Ismar Huskic. Αντικείμενο της δίκης ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου αποτέλεσε η νομιμότητα κανόνα εσωτερικής διαδικασίας της εταιρίας, σύμφωνα με τον οποίο απαιτούνταν πρόσθετα στοιχεία ταυτότητας, υπό τη μορφή αντιγράφου διαβατηρίου ή άδειας διαμονής, από πρόσωπα τα οποία υποβάλλουν αίτηση χορηγήσεως δανείου για αγορά αυτοκινήτου και τα οποία αποδεικνύουν την ταυτότητά τους μέσω της άδειας οδηγήσεώς τους, όπου αναγράφεται χώρα γεννήσεως που δεν είναι Κράτος-μέλος της ΕE ή της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ).
Το νομικό ζήτημα που τέθηκε στην συγκεκριμένη υπόθεση είναι εάν το άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχεία αʹ και βʹ, της Οδηγίας 2000/43 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε πρακτική χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, που επιβάλλει σε πελάτη, του οποίου η άδεια οδηγήσεως αναγράφει χώρα γεννήσεως που δεν είναι Κράτος-μέλος της Ένωσης ή της ΕΖΕΣ, την υποχρέωση να παράσχει πρόσθετα στοιχεία ταυτότητας μέσω της προσκομίσεως αντιγράφου του διαβατηρίου ή της άδειας διαμονής του.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι το επίμαχο άρθρο έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται στην ανωτέρω πρακτική χρηματοπιστωτικού ιδρύματος να επιβάλλει σε πελάτη του την υποχρέωση να παρέχει πρόσθετα στοιχεία μέσω της προσκομίσεως αντιγράφου του διαβατηρίου ή της άδειας διαμονής του.

4. ΔΕΕ, απόφαση της 27ης Απριλίου 2017, Υπόθεση C-620/15, A-Rosa Flussschiff GmbH κατά Union de recouvrement des cotisations de sécurité sociale et d’allocations familiales d’Alsace (Urssaf) - Προδικαστική 
Η συγκεκριμένη προδικαστική απόφαση αφορούσε στην ερμηνεία του άρθρου 14, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του Κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και τις οικογένειές τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας. Σύμφωνα με το επίμαχο άρθρο του ανωτέρου κανονισμού «το πρόσωπο που ασκεί κανονικά μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος δύο ή περισσότερων κρατών μελών υπόκειται στη νομοθεσία η οποία προσδιορίζεται ως εξής: α)  το πρόσωπο που είναι μέλος του προσωπικού που ταξιδεύει διά ξηράς, θαλάσσης ή αέρος, μιας επιχειρήσεως η οποία διενεργεί, για λογαριασμό δικό της ή τρίτων διεθνείς σιδηροδρομικές, οδικές, αεροπορικές ή πλωτές μεταφορές επιβατών ή εμπορευμάτων, έχει δε την έδρα της στο έδαφος κράτους μέλους, υπόκειται στη νομοθεσία του τελευταίου αυτού κράτους. Πάντως: i)   το πρόσωπο που απασχολείται σε υποκαταστήματα ή μόνιμη αντιπροσωπεία που διατηρεί η επιχείρηση αυτή στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από εκείνο στο οποίο έχει την έδρα της, υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ευρίσκεται το υποκατάστημα αυτό ή η μόνιμη αντιπροσωπεία». Επιπροσθέτως, το άρθρο 12α, σημείο 1α, του Κανονισμού 574/72 προέβλεπε ότι ο φορέας που καθορίζεται από την αρμόδια αρχή του Κράτους -  μέλους του οποίου η νομοθεσία κοινωνικής ασφαλίσεως παραμένει εφαρμοστέα, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 14, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του Κανονισμού 1408/71, είχε την υποχρέωση να χορηγεί στον ενδιαφερόμενο πιστοποιητικό τύπου E 101, με το οποίο βεβαιωνόταν ότι ο συγκεκριμένος εργαζόμενος υπαγόταν στη νομοθεσία του εν λόγω Κράτους-μέλους. Ας σημειωθεί ότι σύμφωνα με τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των Κρατών-μελών της και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, η οποία εγκρίθηκε με την απόφαση 2002/309/ΕΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν να εφαρμόζουν μεταξύ τους, στον τομέα του συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, τις σχετικές κοινοτικές πράξεις.
Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε από το Ανώτατο Ακυρωτικό δικαστήριο της Γαλλίας (Cour de cassation) στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της A-Rosa Flussschiff GmbH και της Union de recouvrement des cotisations de sécurité sociale et d’allocations familiales) (URSSAF, Γαλλική Αρχή) και του Ελβετικού Ταμείου Κοινωνικής Ασφάλισης του καντονίου του Graubünden. Αντικείμενο της δίκης ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου αποτέλεσε η μη πληρωμή ασφαλιστικών εισφορών προς το γαλλικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως για το διάστημα από 1 Απριλίου 2005 έως 30 Σεπτεμβρίου 2007. Ειδικότερα   η A-Rosa, με έδρα στη Γερμανία, εκμεταλλεύεται δύο κρουαζιερόπλοια που πλέουν στον Ροδανό (Γαλλία) και στον Σον (Γαλλία), στα οποία εργάζονται 45 και 46 εποχιακοί εργαζόμενοι, αντιστοίχως, πολίτες των Κρατών - μελών πλην της Γαλλίας, ως ξενοδοχοϋπάλληλοι.  Μετά από έλεγχο που διενήργησε η URSSAF, διαπιστώθηκαν παρατυπίες στην ασφαλιστική κάλυψη των μισθωτών εργαζομένων που απασχολούνταν ως ξενοδοχοϋπάλληλοι και εκδόθηκε σχετική διορθωτική πράξη, η οποία καταλόγιζε στην A-Rosa καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές, ύψους 2 024 123 ευρώ, προς το γαλλικό σύστημα κοινωνικών ασφαλίσεων. Κατά τους ελέγχους αυτούς, η A-Rosa προσκόμισε πιστοποιητικά τύπου E 101, που αφορούσαν το έτος 2007 και τα οποία είχαν εκδοθεί από το ελβετικό ταμείο κοινωνικών ασφαλίσεων, δυνάμει του άρθρου 14, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του Κανονισμού 1408/71. Οι γαλλικές αρχές έκριναν ότι οι εν λόγω εργαζόμενοι, δεδομένου ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της συμβάσεώς τους εργάζονταν σε πλοία, που εκτελούσαν δρομολόγια αποκλειστικά εντός της Γαλλίας, υπάγονταν στο γαλλικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως, Ωστόσο η εταιρία, στηριζόμενη στα πιστοποιητικά E 101, με τα οποία βεβαιώνεται η υπαγωγή των εν λόγω εργαζομένων στο ελβετικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως, ισχυρίστηκε ότι στην περίπτωσή τους πρέπει να εφαρμοστεί η ελβετική νομοθεσία περί κοινωνικής ασφαλίσεως. 

Το βασικό νομικό ζήτημα που τέθηκε στη συγκεκριμένη υπόθεση είναι εάν το άρθρο 12α, σημείο 1α, του Κανονισμού 574/72 έχει την έννοια ότι πιστοποιητικό E 101 που χορηγείται από τον φορέα που καθορίζεται από την αρμόδια αρχή Κράτους-μέλους δεσμεύει τόσο τους φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως και τα δικαστήρια του Κράτους-μέλους εντός του οποίου παρασχέθηκε η εργασία, ακόμη και όταν διαπιστώνεται από τους εν λόγω φορείς ότι προδήλως δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις χορηγήσεως του πιστοποιητικού E 101.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι το πιστοποιητικό Ε101 δεσμεύει τους φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως και τα δικαστήρια του Κράτους-μέλους εντός του οποίου παρασχέθηκε η εργασία, ακόμη και όταν οι φορείς του Κράτους-μέλους, στο οποίο παρασχέθηκε η υπηρεσία του εργαζομένου διαπιστώνουν ότι δεν τηρούνται οι προϋποθέσεις του δικαίου της ΕΕ για τη χορήγηση πιστοποιητικού Ε 101.

5. ΔΕΕ, απόφαση της 26ης Απριλίου 2017, Υπόθεση C-527/15, Stichting Brein κατά Jack Frederik Wullems, agissant sous le nom Filmspeler - Προδικαστική 
Η συγκεκριμένη αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορούσε στην ερμηνεία του άρθρου 3, παράγραφος 1, και του άρθρου 5, παράγραφοι 1 και 5, της Οδηγίας 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 1 της ανωτέρω οδηγίας «τα κράτη - μέλη παρέχουν στους δημιουργούς το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν κάθε παρουσίαση στο κοινό των έργων τους, ενσυρμάτως ή ασυρμάτως, καθώς και να καθιστούν προσιτά τα έργα τους στο κοινό κατά τρόπο ώστε οποιοσδήποτε να έχει πρόσβαση σε αυτά όπου και όταν επιλέγει ο ίδιος». Επιπρόσθετα,  σύμφωνα με τις επίμαχες παραγράφους του άρθρου 5 της ανωτέρω οδηγίας «οι αναφερόμενες στο άρθρο 2 προσωρινές πράξεις αναπαραγωγής, οι οποίες είναι μεταβατικές ή παρεπόμενες και οι οποίες αποτελούν αναπόσπαστο και ουσιώδες τμήμα μιας τεχνολογικής μεθόδου, έχουν δε ως αποκλειστικό σκοπό να επιτρέψουν: α) την εντός δικτύου μετάδοση μεταξύ τρίτων μέσω διαμεσολαβητή, ή β) τη νόμιμη χρήση ενός έργου ή άλλου προστατευομένου αντικειμένου, και οι οποίες δεν έχουν καμία ανεξάρτητη οικονομική σημασία, εξαιρούνται από το δικαίωμα αναπαραγωγής που προβλέπεται στο άρθρο 2».  Οι ανωτέρω εξαιρέσεις και οι περιορισμοί εφαρμόζονται μόνο σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις, οι οποίες δεν αντίκεινται στην κανονική εκμετάλλευση του έργου ή άλλου προστατευομένου αντικειμένου και δεν θίγουν αδικαιολογήτως τα έννομα συμφέροντα του δικαιούχου.
Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ του Stichting Brein, ιδρύματος για την προάσπιση των συμφερόντων των δημιουργών και του Jack Frederik Wullems, με αντικείμενο την εκ μέρους του πώληση μιας διατάξεως αναγνώσεως πολυμέσων, η οποία καθιστούσε δυνατή την ελεύθερη πρόσβαση σε οπτικοακουστικά έργα προστατευόμενα από το δικαίωμα δημιουργού χωρίς την άδεια των δικαιούχων τους. 
Το βασικό νομικό ζήτημα που τέθηκε στη συγκεκριμένη υπόθεση είναι εάν η «παρουσίαση στο κοινό» στο πλαίσιο του άρθρου 3 παρ. 1 της ανωτέρω οδηγίας έχει την έννοια ότι καλύπτει την πώληση μιας διατάξεως αναγνώσεως πολυμέσων, η οποία περιέχοντας υπερσυνδέσμους προς ελευθέρως προσβάσιμους στο κοινό ιστοτόπους, παρέχει στο κοινό πρόσβαση σε έργα προστατευόμενα από το δικαίωμα του δημιουργού χωρίς την άδεια των δικαιούχων τους.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι η έννοια  «παρουσίαση στο κοινό», περιλαμβάνει και την πώληση διατάξεως αναγνώσεως πολυμέσων, η οποία παρέχει στο κοινό πρόσβαση σε έργα προστατευόμενα από το δικαίωμα του δημιουργού χωρίς την άδεια των δικαιούχων τους.

6. ΔΕΕ, απόφαση της 27ης Απριλίου 2017, Υπόθεση C-559/15, Onix Asigurări SA κατά Istituto per la Vigilanza Sulle Assicurazioni (IVASS) - Προδικαστική 
H συγκεκριμένη αίτηση προδικαστικής απόφασης αφορούσε στην ερμηνεία του άρθρου 40, παράγραφος 6, της Οδηγίας 92/49/ΕΟΚ του Συμβουλίου, για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την πρωτασφάλιση, εκτός της ασφάλειας ζωής και για την τροποποίηση των Οδηγιών 73/239/ΕΟΚ και 88/357/ΕΟΚ. Σύμφωνα με το ανωτέρω άρθρο, τα Κράτη-μέλη έχουν το δικαίωμα σε κατεπείγουσες περιπτώσεις, να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη των παρατυπιών, που διαπράττονται στο έδαφός τους. Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν τη δυνατότητα απαγόρευσης της σύναψης νέων συμβάσεων από ασφαλιστική επιχείρηση στο έδαφός τους. 
Η συγκεκριμένη αίτηση υποβλήθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας της Ιταλίας (Consiglio di Stato)  στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της Onix Asigurări SA, εταιρίας ρουμανικού δικαίου, και του Ινστιτούτου εποπτείας του τομέα των ασφαλίσεων  της Ιταλίας (Istituto per la Vigilanza Sulle Assicurazioni (IVASS). Το ανωτέρω Ινστιτούτο συνιστά την ιταλική εποπτική αρχή ασφαλίσεων, ενώ αντικείμενο της δίκης ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου αποτέλεσε η νομιμότητα της απόφασής του να απαγορεύσει τη σύναψη νέων ασφαλιστικών συμβάσεων στο ιταλικό έδαφος. Ειδικότερα,  το IVASS διαπιστώνοντας ότι είχαν εκδοθεί καταδικαστικές αποφάσεις σε βάρος του κυρίου μετόχου της Onix, οι οποίες έπλητταν τη φήμη του, αποφάσισε το Δεκέμβριο του 2013 να απαγορεύσει στην Onix τη σύναψη νέων ασφαλιστικών συμβάσεων στο ιταλικό έδαφος.
Το βασικό νομικό ζήτημα που τέθηκε στην συγκεκριμένη υπόθεση είναι εάν το άρθρο 40 παρ. 6 της Οδηγίας  92/49 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στην, εκ μέρους των εποπτικών αρχών Κράτους-μέλους, λήψη μέτρου σε κατεπείγουσες περιπτώσεις σε βάρος ασφαλιστικής επιχειρήσεως, που απαγορεύει τη σύναψη νέων συμβάσεων στο έδαφος Κράτους-μέλους λόγω καταδικαστικών αποφάσεων που πλήττουν τη φήμη του κυρίου μετόχου της ασφαλιστικής εταιρείας.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι το επίμαχο άρθρο της οδηγίας έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στην λήψη του μέτρου της απαγόρευσης σύναψης νέων συμβάσεων λόγω κακής φήμης του κυρίου μετόχου εταιρείας, η οποία δραστηριοποιείται στο έδαφος του Κράτους - μέλους υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

7. ΔΕΕ, απόφαση της 4ης Απριλίου 2017, Υπόθεση C-544/15, Sahar Fahimian κατά Bundesrepublik Deutschland - Προδικαστική 
Η συγκεκριμένη αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορούσε  στην ερμηνεία του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο δ, της Οδηγίας 2004/114/ΕΚ του Συμβουλίου, σχετικά με τις προϋποθέσεις εισδοχής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό τις σπουδές, την ανταλλαγή μαθητών, την άμισθη πρακτική άσκηση ή την εθελοντική υπηρεσία. Σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 1 στοιχείο δ της ανωτέρω οδηγίας  ο υπήκοος τρίτης χώρας, που υποβάλλει αίτηση εισδοχής δεν πρέπει να θεωρείται απειλή για τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία.
Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε από το διοικητικό πρωτοδικείο Βερολίνου της Γερμανίας (Verwaltungsgericht Berlin) στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της Sahar Fahimian (Ιρανής υπηκόου) και της Bundesrepublik Deutschland (Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας) σχετικά με την άρνηση της Bundesrepublik Deutschland να χορηγήσει στην S. Fahimian θεώρηση εισόδου για σπουδές. Ειδικότερα, η S. Fahimian, ως κάτοχος διπλώματος Master of Science στον τομέα της πληροφορικής τεχνολογίας, υπέβαλε στην πρεσβεία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας στην Τεχεράνη αίτηση για χορήγηση θεωρήσεως εισόδου προκειμένου να παρακολουθήσει διδακτορικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Τεχνολογίας του Darmstadt. Τον Μάιο του 2013 απορρίφθηκε η αίτηση της για χορήγηση θεώρησης εισόδου.
Το βασικό νομικό ζήτημα που τέθηκε στην συγκεκριμένη υπόθεση είναι εάν το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο δ, της Οδηγίας 2004/114 έχει την έννοια ότι οι αρμόδιες εθνικές αρχές, όταν επιλαμβάνονται αιτήσεως υπηκόου τρίτης χώρας για χορήγηση θεωρήσεως εισόδου για σπουδές, έχουν ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως για να καθορισθεί αν ο υπήκοος αυτός συνιστά απειλή για τη δημόσια ασφάλεια. Επίσης, εξετάζεται εάν οι εν λόγω αρχές δικαιούνται να αρνηθούν τη χορήγηση της ζητηθείσας θεωρήσεως εισόδου υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης.
Αναφορικά με το  επίμαχο άρθρο, το ΔΕΕ έκρινε ότι έχει την έννοια ότι οι αρμόδιες εθνικές αρχές, διαθέτουν ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως για να εξετάζουν, υπό το πρίσμα όλων των κρίσιμων στοιχείων που χαρακτηρίζουν την κατάσταση ενός υπηκόου, αν αυτός συνιστά απειλή, έστω και δυνητική, για τη δημόσια ασφάλεια. Επιπροσθέτως, το ΔΕΕ εστιάζοντας στα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης έκρινε ότι η ανωτέρω διάταξη έχει την έννοια ότι δεν εμποδίζει τις αρμόδιες εθνικές αρχές να αρνούνται την είσοδο στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους υπηκόου τρίτης χώρας:
1. O οποίος είναι διπλωματούχος πανεπιστημίου υπαχθέντος σε περιοριστικά μέτρα της Ένωσης λόγω της ουσιαστικής συνεργασίας του με την Κυβέρνηση του Ιράν, στον στρατιωτικό τομέα ή σε συναφείς προς αυτόν τομείς, 
2. O οποίος επιθυμεί να διεξαγάγει, στο Κράτος - μέλος, έρευνες σε ευαίσθητο για τη δημόσια ασφάλεια τομέα, 
3. Aν από τα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους οι αρχές προκαλείται η ανησυχία ότι οι γνώσεις που θα αποκτήσει το άτομο αυτό, κατά τη διάρκεια των ερευνών του, μπορεί να χρησιμοποιηθούν μεταγενέστερα για σκοπούς αντίθετους προς τη δημόσια ασφάλεια. 

8. ΔΕΕ, απόφαση της 6ης Απριλίου 2017, Υπόθεση C-336/15, Unionen κατά Almega Tjänsteförbunden και ISS Facility Services AB - Προδικαστική 
Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορούσε στην ερμηνεία της Οδηγίας 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων. Σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του εκχωρητή, που απορρέουν από σύμβαση εργασίας ή από εργασιακή σχέση υφισταμένη κατά την ημερομηνία της μεταβιβάσεως, μεταβιβάζονται, διά της μεταβιβάσεως αυτής, στον εκδοχέα.
 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε από το δικαστήριο εργατικών διαφορών της Σουηδίας (Arbetsdomstolen) στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της Unionen, συνδικαλιστικής οργανώσεως, και της Almega Tjänsteförbunden, εργοδοτικής ενώσεως, και της ISS Facility Services AB, εταιρίας σουηδικού δικαίου όσον αφορά τον μη συνυπολογισμό, κατόπιν μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, της προϋπηρεσίας που είχαν αποκτήσει τέσσερις εργαζόμενοι οι οποίοι είχαν εργαστεί σε εταιρείες που είχαν μεταβιβαστεί.
Το βασικό νομικό ζήτημα που τέθηκε είναι  εάν το άρθρο 3 της Οδηγίας 2001/23 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο διάδοχος οφείλει να συμπεριλάβει, κατά την απόλυση εργαζομένου, που λαμβάνει χώρα μετά την πάροδο ενός έτους από τη μεταβίβαση της επιχειρήσεως, την προϋπηρεσία που απέκτησε ο εν λόγω εργαζόμενος στον μεταβιβάσαντα προκειμένου να υπολογιστεί η προθεσμία προειδοποιήσεως πριν το γεγονός της απόλυσης. 
Το ΔΕΕ έκρινε ότι επίμαχο άρθρο πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο διάδοχος οφείλει να συμπεριλάβει, την προϋπηρεσία που απέκτησε ο εργαζόμενος στον μεταβιβάσαντα για τον προσδιορισμό της προθεσμίας προειδοποιήσεως

9. ΔΕΕ, απόφαση  της 27ης Απριλίου 2017, Υπόθεση C-672/15, Procureur de la République κατά Noria Distribution SARL - Προδικαστική 
Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορούσε στην ερμηνεία της Οδηγίας 2002/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί των συμπληρωμάτων διατροφής και των διατάξεων της ΣΛΕΕ περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων.
Η αίτηση υποβλήθηκε από το πολυμελές πρωτοδικείο του Perpignan της Γαλλίας (tribunal de grande instance de Perpignan) στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας κινηθείσας κατά της γαλλικής εταιρείας Noria Distribution SARL διότι είχε στην κατοχή της και έθεσε προς πώληση ή πώλησε μη επιτρεπόμενα στη Γαλλία συμπληρώματα διατροφής, τα οποία γνώριζε ότι ήσαν νοθευμένα, αλλοιωμένα ή τοξικά. Επίσης, αντικείμενο της ανωτέρω ποινικής διαδικασίας είναι ότι η εταιρεία εξαπάτησε ή αποπειράθηκε να εξαπατήσει τους αντισυμβαλλομένους της ως προς τους εγγενείς κινδύνους της χρήσης των συμπληρωμάτων αυτών και ως προς τις ουσιώδεις ιδιότητές τους.
Το πρώτο νομικό ζήτημα που τέθηκε είναι εάν προσκρούει στις διατάξεις της Οδηγίας 2002/46 και στις διατάξεις της ΣΛΕΕ περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων κανονιστική ρύθμιση Κράτους-μέλους, η οποία δεν προβλέπει διαδικασία για τη διάθεση στην αγορά του Κράτους-μέλους συμπληρωμάτων διατροφής των οποίων η περιεκτικότητα σε θρεπτικές ουσίες υπερβαίνει την κατά την εν λόγω ρύθμιση μέγιστη ημερήσια δοσολογία και τα οποία νομίμως παρασκευάζονται ή διατίθενται στο εμπόριο εντός άλλου Κράτους-μέλους.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι η επίδικη κανονιστική ρύθμιση συνιστά μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό κατά την έννοια του άρθρου 34 ΣΛΕΕ. Επιπροσθέτως, έκρινε ότι η επίδικη εθνική ρύθμιση δεν δύναται να δικαιολογηθεί στο πλαίσιο του άρθρου 36 ΣΛΕΕ, διότι απαγορεύει την εμπορία συμπληρωμάτων διατροφής των οποίων η περιεκτικότητα σε θρεπτικές ουσίες υπερβαίνει τα μέγιστα όρια που καθορίζει η ρύθμιση αυτή, χωρίς να προβλέπει καμία διαδικασία για τη διάθεση στην αγορά τέτοιων συμπληρωμάτων διατροφής, όταν αυτά νομίμως παρασκευάζονται ή διατίθενται στο εμπόριο εντός άλλου Κράτους-μέλους.
Το δεύτερο νομικό ζήτημα που τέθηκε είναι εάν  προσκρούει στις διατάξεις της Οδηγίας 2002/46 και στις διατάξεις της ΣΛΕΕ περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, η διενέργεια της επιστημονικής αξιολογήσεως των κινδύνων για τον καθορισμό των μέγιστων ποσοτήτων βιταμινών και ανοργάνων στοιχείων στα συμπληρώματα διατροφής βάσει μόνο εθνικών επιστημονικών γνωμών, ενώ κατά τον χρόνο λήψεως του σχετικού μέτρου είναι επίσης διαθέσιμες πρόσφατες διεθνείς επιστημονικές γνώμες που συνηγορούν υπέρ της δυνατότητας καθορισμού υψηλότερων ορίων.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι σύμφωνα με τις διατάξεις της Οδηγίας 2002/46 και τις διατάξεις της ΣΛΕΕ περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων η διενέργεια επιστημονικής αξιολογήσεως των κινδύνων θα πρέπει να συνεκτιμά  και τις διαθέσιμες, αξιόπιστες και πρόσφατες διεθνείς επιστημονικές γνώμες, που συνηγορούν υπέρ της δυνατότητας καθορισμού υψηλότερων ορίων.

10. ΔΕΕ, απόφαση της 5ης Απριλίου 2017, Υπόθεση C-217/15, Massimo Orsi κατά Procura della Repubblica - Προδικαστική 
Οι αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως αναφέρονταν στην ερμηνεία του άρθρου 50 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο προβλέπει ότι «Κανείς δεν διώκεται ούτε τιμωρείται ποινικά για αδίκημα για το οποίο έχει ήδη αθωωθεί ή καταδικασθεί εντός της Ένωσης με οριστική απόφαση ποινικού δικαστηρίου σύμφωνα με το νόμο». Επιπρόσθετα, το Ιταλικό Δίκαιο ορίζει ότι «τιμωρείται με ποινή φυλακίσεως έξι μηνών έως δύο ετών όποιος, εντός της προθεσμίας που προβλέπεται για την υποβολή της ετήσιας δηλώσεως του τρίτου υπόχρεου, δεν καταβάλλει τις παρακρατήσεις που προκύπτουν από τη βεβαίωση που χορηγήθηκε στους φορολογούμενους που αυτός υποκαθιστά, για ποσό άνω των πενήντα χιλιάδων ευρώ για κάθε φορολογική περίοδο».
Οι αιτήσεις αυτές υποβλήθηκαν από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο της Santa Maria Capua Vetere της Ιταλίας στο πλαίσιο δύο ποινικών διαδικασιών που κινήθηκαν, αντιστοίχως, κατά του Massimo Orsi και του Luciano Baldetti, λόγω παραβάσεων στις οποίες αυτοί υπέπεσαν αναφορικά με τον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ). Ειδικότερα, ο M. Orsi και ο L. Baldetti παραπέμφθηκαν ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου της Santa Maria Capua Vetere λόγω της μη καταβολής του οφειλόμενου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ), εντός της προβλεπόμενης από τον νόμο προθεσμίας και υπό την ιδιότητά τους ως νομίμων εκπροσώπων των εταιριών S.A. COM Servizi Ambiente e Commercio Srl και της Evoluzione Maglia Srl αντίστοιχα.
Το βασικό νομικό ζήτημα που τέθηκε στη συγκεκριμένη υπόθεση είναι εάν το άρθρο 50 του Χάρτη αντιτίθεται στην επίμαχη εθνική νομοθεσία, η οποία επιτρέπει την άσκηση ποινικής διώξεως για τη μη καταβολή του ΦΠΑ, μετά την επιβολή απρόσβλητης πλέον φορολογικής κυρώσεως για τα ίδια πραγματικά περιστατικά.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι το άρθρο 50 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται στην επίμαχη εθνική νομοθετική ρύθμιση. 

ΣΣ Οι ενδιαφερόμενοι, μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη διαδικτυακή πύλη του ΔΕΕ  (http://curia.eu.int) για να αντλήσουν το σύνολο των στοιχείων των αποφάσεων που παρουσιάζονται εδώ κατά τρόπο συνοπτικό.