Τετάρτη 19 Απριλίου 2017

CES-DUTH FOCUS ΣΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ 1/2017
ΔΕΛΤΙΟ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΕ: ΜΑΡΤΙΟΣ 2017
Επιμέλεια Παναγιώτης Αργαλιάς, Δικηγόρος, ΔΝ

ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Εγκαινιάζουμε μια καινούργια στήλη στην οποία θα παρουσιάζονται με συνοπτικό τρόπο οι σημαντικότερες κατά μήνα αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τη στήλη επιμελείται ο νέος μας συνεργάτης στον Τομέα Διεθνών Σπουδών της Νομικής Σχολής ΔΠΘ κος Παναγιώτης Αργαλίας, Δικηγόρος και Διδάκτωρ της ανωτέρω Σχολής, τον οποίο ευχαριστώ ιδιαίτερα. Οι ενδιαφερόμενοι, πάντως, μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη διαδικτυακή πύλη του ΔΕΕ  (http://curia.eu.int) για να αντλήσουν το σύνολο των στοιχείων των αποφάσεων που παρουσιάζονται εδώ κατά τρόπο συνοπτικό.
                                                                                                                                 ΜΔΧ

1. ΔΕΕ, απόφαση της 14ης Μαρτίου 2017, Υπόθεση C-188/15, Asma Bougnaoui, Association de défense des droits de l’homme (ADDH) κατά Micropole SA, πρώην Micropole Univers SA, - Προδικαστική απόφαση
Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αναφέρεται στην ερμηνεία του άρθρου 4, παράγραφος 1, της Οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία. Το άρθρο 4 παρ. 1 της ανωτέρω Οδηγίας ορίζει ότι «Κατά παρέκκλιση του άρθρου 2 παράγραφοι 1 και 2, τα Κράτη-μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η διαφορετική μεταχείριση που βασίζεται σε έναν από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 1, δεν συνιστά διάκριση όταν, λόγω της φύσης των συγκεκριμένων επαγγελματικών δραστηριοτήτων ή του πλαισίου εντός του οποίου διεξάγονται αυτές, ένα τέτοιο χαρακτηριστικό αποτελεί ουσιαστική και καθοριστική επαγγελματική προϋπόθεση, εφόσον ο στόχος είναι θεμιτός και η προϋπόθεση είναι ανάλογη».
Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως υποβλήθηκε από το Γαλλικό Cour de Cassation στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ, αφενός, της Asma Bougnaoui και Association de défense des droits de l’homme (ADDH) και, αφετέρου, της Micropole SA. Αντικείμενο της διαφοράς ήταν η  απόλυση από την ανωτέρω επιχείρηση της Α. Bougnaoui λόγω αρνήσεώς της να μη φορά τη μουσουλμανική μαντίλα της στο πλαίσιο αποστολών της σε πελάτες της επιχειρήσεως αυτής.
Το νομικό ζήτημα που τίθεται είναι εάν το επίμαχο άρθρο της Οδηγίας έχει την έννοια ότι η βούληση ενός εργοδότη να λάβει υπόψη τις επιθυμίες πελάτη να μην παρέχονται πλέον οι υπηρεσίες του εν λόγω εργοδότη από εργαζομένη η οποία φορά μουσουλμανική μαντίλα συνιστά ουσιαστική και καθοριστική επαγγελματική προϋπόθεση.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι το επίμαχο άρθρο της Οδηγίας έχει την έχει την έννοια ότι η βούληση ενός εργοδότη να λάβει υπόψη τις επιθυμίες πελάτη να μην του παρέχονται πλέον οι υπηρεσίες του εν λόγω εργοδότη από εργαζομένη που φορά μουσουλμανική μαντίλα δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ουσιαστική και καθοριστική επαγγελματική προϋπόθεση.

2. ΔΕΕ απόφαση της 2ας Μαρτίου 2017, Υπόθεση C-160/16, Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας - Προσφυγή Επιτροπής κατά Κράτους-μέλους
Η απόφαση αναφέρεται σε προσφυγή κατά Κράτους - μέλους λόγω παραβάσεως του Δικαίου της ΕΕ δυνάμει του άρθρου 258 ΣΛΕΕ. Με την συγκεκριμένη προσφυγή της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η Ελληνική Δημοκρατία παραβίασε τις υποχρεώσεις της επειδή παρέλειψε να κοινοποιήσει την έκθεση σχετικά με τα βέλτιστα από πλευράς κόστους επίπεδα σύμφωνα με το άρθρο 5, παρ. 2, δεύτερο εδάφιο, της Οδηγίας 2010/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων. Σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 2, τα Κράτη - μέλη υπολογίζουν τα βέλτιστα από πλευράς κόστους επίπεδα για τις ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης και κοινοποιούν στην Επιτροπή όλα τα δεδομένα υπολογισμού και τις παραδοχές που χρησιμοποίησαν για τους υπολογισμούς αυτούς, καθώς επίσης και τα αποτελέσματα αυτών των υπολογισμών. 
Το ΔΕΕ έκρινε ότι η Ελληνική Δημοκρατία, λόγω της ανωτέρω παράλειψης, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 5, παράγραφος 2, της Οδηγίας 2010/31.

3. ΔΕΕ, απόφαση της, Υπόθεση C 406/15, Petya Milkova κατά Izpalnitelen direktor na Agentsiata za privatizatsia i sledprivatizatsionen kontrol - Προδικαστική απόφαση
 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορoύσε την ερμηνεία των άρθρων 4 και 7 της Οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία. Το άρθρο 4 της  Οδηγίας ορίζει ότι τα Κράτη-μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η διαφορετική μεταχείριση όταν, λόγω της φύσης των συγκεκριμένων επαγγελματικών δραστηριοτήτων ή του πλαισίου εντός του οποίου διεξάγονται αυτές, ένα τέτοιο χαρακτηριστικό αποτελεί ουσιαστική και καθοριστική επαγγελματική προϋπόθεση, εφόσον ο στόχος είναι θεμιτός και η προϋπόθεση είναι ανάλογη. Το άρθρο 7 της Οδηγίας 2000/78, προβλέπει ότι,   όσον αφορά τα πρόσωπα με ειδικές ανάγκες, η αρχή της ίσης μεταχείρισης δεν εμποδίζει τα Κράτη-μέλη να διατηρήσουν ή να εισάγουν διατάξεις προστασίας της υγείας και της ασφαλείας στο χώρο εργασίας, ούτε μέτρα που στοχεύουν στη δημιουργία ή τη διατήρηση προϋποθέσεων ή διευκολύνσεων με σκοπό τη διαφύλαξη ή την ενθάρρυνση της ένταξής τους στον κόσμο της εργασίας. Το Βουλγάρικο Δίκαιο όριζε ότι ο εργοδότης δύναται να προβεί σε απόλυση μόνον κατόπιν αδείας της Επιθεωρήσεως Εργασίας στην περίπτωση που ένας εργαζόμενος η πάσχει από κάποια εκ των οριζόμενων με απόφαση του Υπουργού Υγείας ασθενειών. Ας σημειωθεί ότι η ρύθμιση αυτή δεν αφορούσε τους δημοσίους υπαλλήλους. Η αίτηση προδικαστικής απόφασης υποβλήθηκε από το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της Βουλγαρίας στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Petya Milkova και του Εκτελεστικού Διευθυντή της Αρχής διενέργειας και εποπτείας αποκρατικοποιήσεων της Βουλγαρίας. Αντικείμενο της δίκης που διεξήχθη στο εθνικό δικαστήριο αποτέλεσε η νομιμότητα της απόλυσης της P. Milkova από τη θέση νέου εμπειρογνώμονα στη μονάδα Ελέγχου συμβάσεων ιδιωτικοποιήσεως λόγω κατάργησης της ανωτέρω θέσης.
Το βασικό νομικό ζήτημα που τέθηκε στη συγκεκριμένη απόφαση είναι εάν τα άρθρα 4 και 7 της Οδηγίας 2000/78 επιτρέπουν κανονιστική ρύθμιση Κράτους - μέλους, η οποία παρέχει στους μισθωτούς που πάσχουν από ορισμένα είδη αναπηρίας ειδική προληπτική προστασία σε περίπτωση απολύσεως, χωρίς, ωστόσο, να παρέχει αντίστοιχη προστασία στους δημοσίους υπαλλήλους που πάσχουν από τα ίδια είδη αναπηρίας.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι το  άρθρο 7, παράγραφος 2, της Οδηγίας 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, επιτρέπει κανονιστική ρύθμιση Κράτους - μέλους, η οποία παρέχει στους μισθωτούς που πάσχουν από ορισμένα είδη αναπηρίας ειδική προληπτική προστασία σε περίπτωση απολύσεως, χωρίς, ωστόσο, να παρέχει αντίστοιχη προστασία στους δημοσίους υπαλλήλους που πάσχουν από τα ίδια είδη αναπηρίας. Η ανωτέρω κρίση του ΔΕΕ ισχύει υπό τον όρο ότι δεν διαπιστώνεται παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως. Ο όρος της παραβίασης της ίσης μεταχείρισης θα κριθεί από το εθνικό δικαστήριο

4. ΔΕΕ, απόφαση της 9ης Μαρτίου 2017, Υπόθεση C-100/16 P, Ελληνικός Χρυσός ΑΕ Μεταλλείων και Βιομηχανίας Χρυσού κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής - Αίτηση αναιρέσεως
Η απόφαση εκδόθηκε επί αιτήσεως αναιρέσεως που άσκησε η εταιρεία Ελληνικός Χρυσός ΑΕ Μεταλλείων και Βιομηχανίας Χρυσού κατά της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου της ΕΕ της 9ης Δεκεμβρίου 2015, Ελλάδα και Ελληνικός Χρυσός κατά Επιτροπής (T-233/11 και T-262/11). Το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή της εταιρείας, η οποία είχε ως αίτημα  την ακύρωση της αποφάσεως 2011/452/ΕΕ της Επιτροπής, της 23ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 48/08. που εφάρμοσε η Ελλάδα υπέρ της Ελληνικός Χρυσός ΑΕ, ύψους 15,34 εκατομμύρια ευρώ.
Η Επιτροπή στο πλαίσιο της ανωτέρω ένδικης διαφοράς έκρινε ότι η μεταβίβαση των στοιχείων του ενεργητικού της TVX Hellas στην Ελληνικός Χρυσός από την Ελληνική Δημοκρατία συνιστούσε ενίσχυση ασύμβατη προς την εσωτερική αγορά και ότι το Κράτος - μέλος αυτό όφειλε να προβεί στην ανάκτησή της. Επίσης, η Επιτροπή έκρινε ότι τα μεταλλεία της Κασσάνδρας πωλήθηκαν στην Ελληνικός Χρυσός σε τιμή κατώτερη της αγοραίας τους αξίας, ενώ  η απαλλαγή από υποχρέωση καταβολής φόρου μεταβιβάσεως ή άλλων φόρων σχετικών με τη μεταβίβαση των επίμαχων γηπέδων συνιστούσε συμπληρωματικό στοιχείο της ενισχύσεως.
Η αναιρεσειούσα προέβαλε τους εξής λόγους για να στοιχειοθετήσει την αναίρεσή της: Πρώτον, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο παρέλειψε να απαντήσει στο επιχείρημά της σχετικά με τον σκοπό για τον οποίο εκπονήθηκε η έκθεση πραγματογνωμοσύνης αναφορικά με την αποτίμηση των μεταλλείων Κασσάνδρας. Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο βασίστηκε σε ανεπαρκή και αντιφατική αιτιολογία σχετικά με την αποτίμηση της αξίας των γηπέδων των μεταλλείων της Κασσάνδρας. 
Το ΔΕΕ αναίρεσε την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου καθόσον αυτό παρέλειψε να απαντήσει στο επιχείρημα της Ελληνικός Χρυσός ΑΕ σχετικά με τον σκοπό για τον οποίο εκπονήθηκε η έκθεση πραγματογνωμοσύνης. Ωστόσο κατά τα λοιπά απέρριψε την αίτηση αναίρεσης  και ως εκ τούτου και την προσφυγή της αναιρεσειούσας  με αντικείμενο την ακύρωση  της αποφάσεως 2011/452/ΕΕ της Επιτροπής σχετικά με την κρατική ενίσχυση, που εφάρμοσε η Ελλάδα υπέρ της Ελληνικός Χρυσός ΑΕ.

5. ΔΕΕ, απόφαση της 15ης Μαρτίου 2017, Υπόθεση C 3/16, Lucio Cesare Aquino κατά Belgische Staat - Προδικαστική απόφαση 
Η αίτηση προδικαστικής απόφασης αναφέρεται στην ερμηνεία του άρθρου 267, τρίτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, σύμφωνα με το οποίο δικαστήριο Κράτους - μέλους, του οποίου οι αποφάσεις δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα του εσωτερικού δικαίου, οφείλει να παραπέμψει το ζήτημα στο ΔΕΕ. Η αίτηση προδικαστικής απόφασης υποβλήθηκε από το Εφετείο Βρυξελλών στο πλαίσιο της δίκης μεταξύ του Lucio Cesare Aquino και του Βελγικού Δημοσίου σχετικά με αγωγή εξωσυμβατικής ευθύνης.  Ειδικότερα, η υπηρεσία αλλοδαπών του Βελγίου κοινοποίησε στον Lucio Cesare Aquino απόφαση περί απορρίψεως της αιτήσεώς του διαμονής με διαταγή εγκαταλείψεως της εθνικής επικράτειας για λόγους δημοσίας τάξεως και εθνικής ασφάλειας. Ας σημειωθεί ότι ο προσφεύγων είχε καταδικαστεί σε ποινή φυλάκισης επτά μηνών χωρίς αναστολή.
Το βασικό νομικό ζήτημα που τίθεται στη συγκεκριμένη απόφαση είναι εάν το άρθρο 267, τρίτο εδάφιο, ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι δικαστήριο του οποίου οι αποφάσεις υπόκεινται σε ένδικα μέσα του εσωτερικού δικαίου μπορεί να θεωρηθεί δικαστήριο αποφαινόμενο σε τελευταίο βαθμό, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η ασκηθείσα κατά αποφάσεως του δικαστηρίου αυτού αίτηση αναιρέσεως δεν εξετάστηκε λόγω παραιτήσεως του αναιρεσείοντος από το δικόγραφο.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι άρθρο 267, τρίτο εδάφιο, ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι δικαστήριο του οποίου οι αποφάσεις υπόκεινται σε ένδικα μέσα του εσωτερικού δικαίου δεν μπορεί να θεωρηθεί δικαστήριο αποφαινόμενο σε τελευταίο βαθμό, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η αίτηση αναιρέσεως κατά αποφάσεως του δικαστηρίου αυτού δεν εξετάστηκε λόγω παραιτήσεως του αναιρεσείοντος από το δικόγραφο.

6. ΔΕΕ, απόφαση της 2ας Μαρτίου 2017, Υπόθεση C-568/15, Zentrale zur Bekämpfung unlauteren Wettbewerbs Frankfurt am Main eV κατά comtech GmbH - Προδικαστική απόφαση
Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αναφέρεται  την ερμηνεία του άρθρου 21 της Οδηγίας 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών. Σύμφωνα με το άρθρο 21 της ανωτέρω Οδηγίας  ορίζει ότι "Τα Κράτη-μέλη οφείλουν να μεριμνήσουν ώστε όταν ο έμπορος χρησιμοποιεί τηλεφωνική γραμμή για τηλεφωνική επικοινωνία μαζί του σχετικά με τις συναπτόμενες συμβάσεις, ο καταναλωτής –τη στιγμή που επικοινωνεί με τον έμπορο– [να μην] υποχρεούται να πληρώσει παραπάνω από τη βασική τιμή χρέωσης". Η αίτηση προδικαστικής απόφασης υποβλήθηκε από το Πρωτοδικείο Στουτγάρδης  στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Ενώσεως για την καταπολέμηση αθέμιτων εμπορικών πρακτικών (Zentrale zur Bekämpfung unlauteren Wettbewerbs Frankfurt am Main eV) και της Comtech GmbH, γερμανικής εταιρίας, η οποία έχει ως αντικείμενο δραστηριότητας την εμπορία ηλεκτρονικών και ηλεκτρικών ειδών. Αντικείμενο της δίκης στο εθνικό δικαστήριο αποτέλεσε η χρέωση των τηλεφωνικών κλήσεων στην οποία προβαίνει η εταιρία αυτή στο πλαίσιο της εξυπηρετήσεως την οποία παρέχει μετά την πώληση. Ειδικότερα η Comtech έχει αναρτήσει στον ιστοτόπο της τηλεφωνικό αριθμό που παρέχει πρόσβαση σε υπηρεσία υποστήριξης απευθυνόμενη ιδίως σε πελάτες οι οποίοι έχουν ήδη συνάψει σύμβαση αγοράς και επιθυμούν να ζητήσουν πληροφορίες ή να υποβάλουν παράπονα. Το κόστος των κλήσεων προς τον εν λόγω, αποκαλούμενο «μη γεωγραφικό», αριθμό είναι υψηλότερο από εκείνο των συνήθων κλήσεων προς αριθμούς σταθερής τηλεφωνίας, που αποκαλούνται «γεωγραφικοί», ή προς αριθμούς κινητών τηλεφώνων. Κατά την Zentrale zur Bekämpfung unlauteren Wettbewerbs Frankfurt am Main, η διάθεση τηλεφωνικής γραμμής υποστήριξης σε τιμή υψηλότερη από εκείνη των συνήθων κλήσεων συνιστά αθέμιτη εμπορική πρακτική.
Το βασικό νομικό ζήτημα που τίθεται με τη συγκεκριμένη απόφαση είναι εάν ο όρος «βασική τιμή χρέωσης» πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι το κόστος μιας κλήσεως η οποία αφορά συναπτόμενες συμβάσεις και πραγματοποιείται προς διατηρούμενη από έμπορο τηλεφωνική γραμμή υποστήριξης δεν μπορεί να υπερβαίνει το κόστος κλήσεως προς συνήθη γεωγραφικό αριθμό σταθερής τηλεφωνίας ή προς συνήθη αριθμό κινητής τηλεφωνίας και αν έχει συναφώς σημασία το κατά πόσον ο έμπορος αυτός πραγματοποιεί κέρδη από την ως άνω τηλεφωνική γραμμή υποστήριξης. 
Το ΔΕΕ έκρινε ο όρος «βασική τιμή χρέωσης», πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι το κόστος μιας κλήσεως δεν μπορεί να υπερβαίνει το κόστος κλήσεως προς συνήθη γεωγραφικό αριθμό σταθερής τηλεφωνίας ή προς συνήθη αριθμό κινητής τηλεφωνίας. Επίσης το ΔΕΕ σημείωσε ότι στο μέτρο που το όριο αυτό τηρείται, το κατά πόσον ο οικείος έμπορος πραγματοποιεί κέρδη από την ως άνω τηλεφωνική γραμμή υποστήριξης δεν ασκεί επιρροή.

7. ΔΕΕ, απόφαση της 29ης Μαρτίου 2017, Υπόθεση C 652/15, Furkan Tekdemir κατά Kreis Bergstraße - Προδικαστική απόφαση
Η αίτηση προδικαστικής απόφασης  αναφέρεται στην ερμηνεία του άρθρου 13 της Αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως, σχετικά με την προώθηση της συνδέσεως, που επισυνάφθηκε στη Συμφωνία Συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας.  Σύμφωνα με το άρθρο 13 της αποφάσεως 1/80 «Τα Κράτη-μέλη [της Κοινότητας] και η Τουρκία δεν μπορούν να θεσπίσουν νέους περιορισμούς σχετικά με τις προϋποθέσεις προσβάσεως στην απασχόληση των εργαζομένων και των μελών των οικογενειών τους που βρίσκονται νομίμως στο έδαφός τους, αντιστοίχως, όσον αφορά την παραμονή και την απασχόληση.»
Η αίτηση προδικαστικής απόφαση υποβλήθηκε από το Διοικητικό Πρωτοδικείο Darmstadt της Γερμανίας στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του Furkan Tekdemir (τέκνο Tekdemir), νομίμως εκπροσωπούμενου από τους γονείς του, την Derya Tekdemir και τον Nedim Tekdemir, και της Διοικητικής περιφέρειας Bergstraße της Γερμανίας (Kreis Bergstraße) σχετικά με την εκ μέρους της δεύτερης απόρριψη της αιτήσεως του πρώτου για τη χορήγηση αδείας διαμονής στη Γερμανία. Ειδικότερα Furkan Tekdemir, προσφεύγων της κύριας δίκης, γεννήθηκε τον Ιούνιο του 2014 στη Γερμανία. Οι γονείς του ανήλικου τέκνου  ζήτησαν τη χορήγηση άδειας διαμονής σύμφωνα με το άρθρο 33 νόμου περί διαμονής, εργασίας και εντάξεως των αλλοδαπών εντός της ομοσπονδιακής επικράτειας, που προβλέπει ότι η άδεια διαμονής μπορεί να χορηγηθεί αυτεπαγγέλτως σε τέκνο που γεννιέται στην ομοσπονδιακή επικράτεια εφόσον ο ένας από τους γονείς κατέχει άδεια διαμονής, άδεια εγκαταστάσεως ή άδεια μόνιμης διαμονής εντός της ΕΕ. Η υπηρεσία αλλοδαπών απέρριψε την αίτηση αυτή για τον λόγο ότι σε περίπτωση κατά την οποία ένας μόνο εκ των δύο γονέων είναι δικαιούχος άδειας διαμονής, παρέχεται η απεριόριστη εξουσία εκτιμήσεως στην αρμόδια αρχή προκειμένου να χορηγεί άδεια διαμονής ή να απορρίπτει τη σχετική αίτηση. 
Το βασικό νομικό ζήτημα που τίθεται είναι εάν το άρθρο 13 της αποφάσεως 1/80 έχει την έννοια ότι ο σκοπός που άπτεται της αποτελεσματικής διαχειρίσεως των μεταναστευτικών ροών αποτελεί επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος δυνάμενο να δικαιολογήσει εθνικό μέτρο, θεσπισθέν κατόπιν της θέσεως σε ισχύ της αποφάσεως αυτής στο οικείο Κράτος - μέλος, βάσει του οποίου επιβάλλεται στους ηλικίας κάτω των 16 ετών υπηκόους τρίτων κρατών η υποχρέωση να διαθέτουν άδεια διαμονής για την είσοδο και τη διαμονή στο Κράτος - μέλος.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι άρθρο 13 της αποφάσεως 1/80 έχει την έννοια ότι ο σκοπός που άπτεται της αποτελεσματικής διαχειρίσεως των μεταναστευτικών ροών μπορεί να συνιστά επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος δυνάμενο να δικαιολογήσει εθνικό μέτρο, το οποίο προβλέπει ότι επιβάλλεται στους ηλικίας κάτω των 16 ετών υπηκόους τρίτων κρατών η υποχρέωση να διαθέτουν άδεια διαμονής για την είσοδο και τη διαμονή στο κράτος μέλος αυτό. 
Το ΔΕΕ, ωστόσο, έκρινε ότι ένα τέτοιο μέτρο είναι δυσανάλογο σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό καθόσον οι όροι εφαρμογής του όσον αφορά τα τέκνα τα οποία είναι υπήκοοι τρίτου κράτους, έχουν γεννηθεί στο οικείο κράτος μέλος και των οποίων ένας εκ των γονέων τους είναι Τούρκος εργαζόμενος που διαμένει νομίμως στο Κράτος - μέλος αυτό, υπερβαίνουν το αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη του σκοπού αυτού. 

8. ΔΕΕ, απόφαση της 1ης Μαρτίου 2017, Υπόθεση C-275/15, ITV Broadcasting Limited κ.λπ. κατά TVCatchup Limited κ.λπ. - Προδικαστική απόφαση
Η αίτηση προδικαστικής απόφασης αναφέρεται στην ερμηνεία του άρθρου 9 της Οδηγίας 2001/29/ΕΚ για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας. Σύμφωνα με το άρθρο 9 της Οδηγίας «Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις διατάξεις που αφορούν ειδικότερα τα δικαιώματα ευρεσιτεχνίας, τα σήματα, τα σχέδια και υποδείγματα, τα πρότυπα χρήσεων, τις τοπογραφίες προϊόντων ημιαγωγών, τα τυπογραφικά στοιχεία, την πρόσβαση υπό όρους, την πρόσβαση σε καλωδιακές ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες, την προστασία των εθνικών θησαυρών, τις νομικές προϋποθέσεις κατάθεσης, το δίκαιο των συμπράξεων και του αθέμιτου ανταγωνισμού, το εμπορικό απόρρητο, την ασφάλεια, την εμπιστευτικότητα, την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τον σεβασμό της προσωπικής ζωής, την πρόσβαση σε δημόσια έγγραφα και το ενοχικό δίκαιο.». Σύμφωνα με το δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου το δικαίωμα του δημιουργού επί του ραδιοτηλεοπτικώς μεταδιδόμενου έργου δεν προσβάλλεται: (α) αν η καλωδιακή αναμετάδοση διεξάγεται προς συμμόρφωση με σχετική απαίτηση, ή (β)  εάν και στον βαθμό που το έργο μεταδίδεται ραδιοτηλεοπτικώς με σκοπό τη λήψη του στην περιοχή όπου αναμεταδίδεται καλωδιακώς και εντάσσεται στο πλαίσιο επιλέξιμης υπηρεσίας. Η αίτηση προδικαστικής απόφασης υποβλήθηκε από το πολιτικό τμήμα του Εφετείου (Αγγλία, Ουαλία) στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς την οποία κίνησαν εμπορικοί ραδιοτηλεοπτικοί φορείς, ισχυριζόμενοι ότι οι πάροχοι υπηρεσίας αναμεταδόσεως, η οποία επιτρέπει στους χρήστες της να λαμβάνουν δωρεάν απευθείας μέσω ροής διαδικτύου (καλούμενη «live streaming») τηλεοπτικές εκπομπές, συμπεριλαμβανομένων των τηλεοπτικών εκπομπών που μεταδίδονται από τις εκκαλούσες, παραβιάζουν τα πνευματικά τους δικαιώματα επί των τηλεοπτικών εκπομπών τους.  Ειδικότερα η TVC προσέφερε υπηρεσίες διαδικτυακής μεταδόσεως τηλεοπτικών εκπομπών, παρέχοντας στους χρήστες τη δυνατότητα να λαμβάνουν απευθείας, μέσω διαδικτύου, δωρεάν ροές τηλεοπτικών εκπομπών, συμπεριλαμβανομένων και των τηλεοπτικών εκπομπών των εκκαλουσών της κύριας δίκης.. Οι προσφεύγουσες της κύριας δίκης ενήγαγαν την TVC λόγω προσβολής των δικαιωμάτων τους δημιουργού
Το βασικό νομικό ζήτημα που τίθεται είναι εάν το άρθρο 9 της Οδηγίας 2001/29, και ειδικότερα η φράση «πρόσβαση σε καλωδιακές ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες», έχει την έννοια ότι εμπίπτει στη διάταξη αυτή και επιτρέπεται βάσει αυτής εθνική νομοθεσία προβλέπουσα ότι δεν προσβάλλεται το δικαίωμα του δημιουργού σε περίπτωση άμεσης καλωδιακής αναμεταδόσεως ακόμη και στην περίπτωση της διαδικτυακής αναμεταδόσεως, στην περιοχή της αρχικής ραδιοτηλεοπτικής μεταδόσεως, ραδιοτηλεοπτικών έργων που μεταδίδονται από τηλεοπτικούς σταθμούς υπέχοντες υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι  το άρθρο  9 της Οδηγίας 2001/29/ΕΚ και ειδικότερα η φράση «πρόσβαση σε καλωδιακές ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες», έχει την έννοια ότι δεν εμπίπτει στη διάταξη αυτή και δεν επιτρέπεται βάσει αυτής εθνική ρύθμιση, η οποία προβλέπει ότι δεν προσβάλλεται το δικαίωμα του δημιουργού σε περίπτωση άμεσης καλωδιακής αναμεταδόσεως.

9. ΔΕΕ, απόφαση της 9ης Μαρτίου 2017, Υπόθεση C 398/15, Camera di Commercio,Industria, Artigianato e Agricoltura di Lecce κατά Salvatore Manni - Προδικαστική απόφαση 
.Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αναφέρεται στην ερμηνεία του άρθρου 3 της Οδηγίας 68/151/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί συντονισμού των εγγυήσεων που απαιτούνται στα Κράτη - μέλη εκ μέρους των εταιριών, καθώς και του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών. Σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 1 της Οδηγίας 95/46 στοιχείο ε΄ τα Κράτη - μέλη προβλέπουν ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πρέπει: ε) να διατηρούνται με μορφή που επιτρέπει τον προσδιορισμό της ταυτότητας των προσώπων στα οποία αναφέρονται μόνο κατά τη διάρκεια περιόδου που δεν υπερβαίνει την απαιτούμενη για την επίτευξη των σκοπών για τους οποίους έχουν συλλεγεί ή για τους οποίους αργότερα υφίστανται επεξεργασία. Τα Κράτη - μέλη προβλέπουν κατάλληλες εγγυήσεις για τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διατηρούνται πέραν της περιόδου αυτής για σκοπούς ιστορικούς, στατιστικούς ή επιστημονικούς. Επιπροσθέτως το άρθρο 3 της οδηγίας 68/151 ορίζει ότι σε κάθε κράτος μέλος ανοίγεται φάκελος είτε σε κεντρικό μητρώο είτε σε εμπορικό μητρώο ή μητρώο εταιριών, για κάθε καταχωριζομένη εταιρία.   Όλες οι πράξεις και όλα τα στοιχεία που υπόκεινται σε δημοσιότητα τίθενται στον φάκελο ή καταχωρίζονται στο μητρώο.
Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε από το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο της Ιταλίας στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ του εμπορικού, βιομηχανικού, βιοτεχνικού και γεωργικού επιμελητηρίου του Lecce και του Salvatore Manni σχετικά με την άρνηση του εν λόγω επιμελητηρίου να διαγράψει ορισμένα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα αφορούντα τον S. Manni από το μητρώο εταιριών.
Το βασικό νομικό ζήτημα που τίθεται είναι εάν τα ανωτέρω άρθρα έχουν την έννοια ότι τα Κράτη - μέλη μπορούν, ή ακόμα και οφείλουν, να παρέχουν τη δυνατότητα στα φυσικά πρόσωπα να ζητούν από την αρχή η οποία είναι επιφορτισμένη με την τήρηση του μητρώου εταιριών να περιορίσει, μετά την πάροδο ορισμένου χρόνου κατόπιν της λύσεως της οικείας εταιρίας την πρόσβαση στα καταχωρισμένα στο μητρώο αυτό δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι τα ανωτέρω άρθρα έχουν την έννοια ότι, εναπόκειται στα Κράτη -  μέλη να προσδιορίσουν αν τα φυσικά πρόσωπα μπορούν να περιορίζουν, όταν έχει παρέλθει ένα αρκούντως μακρύ χρονικό διάστημα από τη λύση μιας εταιρίας, την πρόσβαση στα καταχωρισμένα στο εν λόγω μητρώο δεδομένα εκ μέρους τρίτων που δικαιολογούν ειδικό συμφέρον να λάβουν γνώση των δεδομένων αυτών.

10. ΔΕΕ, απόφαση της 8ης Μαρτίου 2017, Υπόθεση C 14/16, Euro Park Service κατά Ministre des Finances et des Comptes publics - Προδικαστική απόφαση 
Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αναφέρεται την ερμηνεία του άρθρου 49 ΣΛΕΕ και του άρθρου 11 της Οδηγίας 90/434/ΕΟΚ του Συμβουλίου, σχετικά με το κοινό φορολογικό καθεστώς για τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις, εισφορές ενεργητικού και ανταλλαγές μετοχών που αφορούν εταιρίες διαφορετικών Κρατών - μελών. Σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 1 στοιχείο α της Οδηγίας 90/434 ένα Κράτος - μέλος μπορεί να αρνηθεί να άρει ευεργετήματα κατά τη διαδικασία της συγχώνευσης όταν η πράξη της συγχώνευσης έχει ως κύριο στόχο ή ως έναν από τους κυρίους στόχους τη φοροδιαφυγή ή τη φοροαποφυγή.
Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως υποβλήθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας της Γαλλίας στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Euro Park Service καθολικής διαδόχου της SCI Cairnbulg Nanteuil και του Γάλλου Υπουργού των Οικονομικών. Αντικείμενο της δίκης αποτέλεσε η απόρριψη εκ μέρους του υπουργού οικονομικών της αιτήσεως της Cairnbulg να τύχει αναβολής της φορολογήσεως των υπεραξιών που συνδέονται με τα στοιχεία του ενεργητικού της εταιρίας αυτής στο πλαίσιο συγχωνεύσεως δι’ απορροφήσεώς της από εταιρία εγκατεστημένη εντός άλλου Κράτους - μέλους. Ο λόγος της απόρριψης ήταν ότι οι, υπό συγχώνευση, εταιρίες δεν είχαν ζητήσει την προηγούμενη έγκριση της φορολογικής αρχής. Ειδικότερα  η Cairnbulg, εταιρία γαλλικού δικαίου, λύθηκε, χωρίς να μεσολαβήσει εκκαθάριση εκ μέρους και προς όφελος του μοναδικού εταίρου της, συγκεκριμένα δε της Euro Park, εταιρίας λουξεμβουργιανού δικαίου. Η Cairnbulg επέλεξε το ειδικό καθεστώς συγχωνεύσεως και δεν δήλωσε τις καθαρές υπεραξίες και τα κέρδη από τα στοιχεία ενεργητικού που είχε εισφέρει στη Euro Park. Η φορολογική αρχή αμφισβήτησε τη δυνατότητα υπαγωγής στο ευνοϊκό ειδικό καθεστώς των συγχωνεύσεων, επειδή η Cairnbulg δεν είχε ζητήσει την υπουργική έγκριση και ως εκ τούτου, εκδόθηκε σε βάρος της Euro Park, διορθωτική πράξη επιβολής φόρου και της επιβλήθηκε επιπρόσθετο ποσό φόρου και χρηματικές κυρώσεις.
Το βασικό νομικό ζήτημα που τίθεται  είναι εάν το άρθρο 49 ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτό εθνική νομοθεσία, σύμφωνα με την οποία στην περίπτωση διασυνοριακής πράξεως συγχωνεύσεως, η αναβολή της φορολογήσεως των υπεραξιών που συνδέονται με τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία εισφέρονται από γαλλική εταιρία προς εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο Κράτος - μέλος θα πρέπει να εξαρτάται από προηγούμενη διαδικασία εγκρίσεως, ενώ ο φορολογούμενος υποχρεούται να αποδείξει ότι η οικεία πράξη δικαιολογείται από οικονομικούς λόγους και ότι δεν έχει ως κύριο σκοπό τη φοροδιαφυγή ή τη φοροαποφυγή 
Το ΔΕΕ έκρινε ότι τα επίμαχα άρθρα έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνική νομοθεσία, η οποία, στην περίπτωση διασυνοριακής πράξεως συγχωνεύσεως μεταξύ Κρατών - μελών, εξαρτά την παροχή φορολογικών πλεονεκτημάτων από την υπαγωγή σε διαδικασία προηγούμενης εγκρίσεως, στο πλαίσιο της οποίας, ο φορολογούμενος υποχρεούται να αποδείξει ότι η οικεία πράξη δικαιολογείται από οικονομικούς λόγους  και ότι δεν έχει ως κύριο ή ως έναν από τους κύριους σκοπούς της τη φοροδιαφυγή ή τη φοροαποφυγή.