Τρίτη 14 Μαΐου 2019

CES-Duth Working Paper 3/2019
Προς την οικοδόμηση ενός Ευρωπαϊκού Πολιτικού Χώρου
Μιχάλης Δ. Χρυσομάλλης, Καθηγητής, Νομική Σχολή Δ.Π.Θ

Ι. Εισαγωγικά 

Οι εκλογές για την ανάδειξη των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Ευρ.Κοινβ) φέρνουν εκ νέου στο προσκήνιο της πολιτικής και επιστημονικής συζήτηση, δυστυχώς όχι στην χώρα μας, το ζήτημα της εμβάθυνσης της δημοκρατικής νομιμοποίησης της δράσης Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Το ζήτημα αυτό βρέθηκε στο επίκεντρο του προβληματισμού κατά την περίοδο της διαχείρισης της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη, όταν τα Κράτη-μέλη επέλεξαν διακυβερνητικά εργαλεία αντιμετώπισης της κρίσης αλλά και ενίσχυσης της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Διακυβέρνησης, που ως τέτοια ήταν ελάχιστα δημοκρατικά νομιμοποιημένα και διακρίνονταν για έλλειψη διαφάνειας και λογοδοσίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στην αναζήτηση λύσεων έχουν κατατεθεί στη σχετική συζήτηση διάφορες απόψεις, που όλες - λιγότερο ή περισσότερο η κάθε μία - συνδέονται με το ρόλο του Ευρ.Κοινβ στην κρίσιμη αυτή καμπή της διαδικασίας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Οι βασικές «σχολές σκέψεις» είναι οι εξής: 
(α) Η ενίσχυση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που αποτελεί μια κλασσική και παραδοσιακή προσέγγιση, αφού εξ αρχής η συρρίκνωση του κοινοτικού δημοκρατικού ελλείμματος συνδέθηκε με την αύξηση των αρμοδιοτήτων του Ευρ.Κοινβ, τόσο στη λήψη των αποφάσεων όσο και στο πολιτικό έλεγχο.
(β) Η ενίσχυση του ρόλου των εθνικών κοινοβουλίων, που ως εναλλακτική λύση αναδείχθηκε κατά τη λήψη των αποφάσεων, που συνδέθηκαν με την διαχείριση της κρίσης χρέους. Η φύση των μεθόδων που επιλέχθηκαν και ο διακυβερνητικός τους χαρακτήρας είχε ως αποτέλεσμα την δραστηριοποίηση των εθνικών κοινοβουλίων μέσω των επικυρωτικών διαδικασιών, που ακολούθησαν ενώ η διεκδίκηση ενός ουσιαστικού ρόλου ενισχύθηκε από τις αλλεπάλληλες αποφάσεις του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου. Η εναλλακτική αυτή λύση μπορεί να λειτουργήσει είτε από μόνη της είτε σε συνδυασμό με την ενίσχυση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ανάλογα με το επίπεδο λήψης των αποφάσεων.  
(γ) Η ενίσχυση της διακοινοβουλευτικής συνεργασίας Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και εθνικών Κοινοβουλίων, που φαντάζει ως ο «τρίτος δρόμος» με σημείο αναφοράς τη Συνθήκη της Λισαβόνας, που στο Πρωτόκολλο 1 σχετικά με το ρόλο των εθνικών Κοινοβουλίων στη Ευρωπαϊκή Ένωση προβλέπει ότι «Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα εθνικά κοινοβούλια καθορίζουν από κοινού την οργάνωση και την προώθηση αποτελεσματικής και τακτικής διακοινοβουλευτικής συνεργασίας στο εσωτερικό της Ένωσης».

II. Η ανάγκη οικοδόμησης ενός Ευρωπαϊκού Πολιτικού Χώρου: λόγος και αντίλογος 

Από σημαντική μερίδα της θεωρίας υποστηρίζεται ότι η αντιμετώπιση του ελλείμματος δημοκρατίας της Ένωσης γενικότερα και της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Διακυβέρνησης ειδικότερα απαιτεί την οικοδόμηση ενός «Ευρωπαϊκού Πολιτικού Χώρου» (European Political Space), η έλλειψη του οποίου παρουσιάστηκε ανάγλυφα κατά τη διάρκεια της διαχείρισης της κρίσης, όταν κυριάρχησαν οι διακυβερνητικού χαρακτήρα διαδικασίες λήψης αποφάσεων σε συνδυασμό με μια φανερή ενίσχυση της ενωσιακής τεχνοκρατίας. 
Στο πλαίσιο αυτό τονίζεται ότι «η Ένωση είναι μια δημοκρατία χωρίς λαό (demos)», όπου «δεν υπάρχει πραγματική εκπροσώπηση και λογοδοσία» στο βαθμό που όταν αποτύχει μια πολιτική της Ένωσης οι ευρωπαϊκοί λαοί καλούμενοι στις ευρωπαϊκές εκλογές δεν έχουν την εξουσία να καταψηφίσουν τους υπευθύνους της αποτυχίας και να επιλέξουν καταλληλότερους ηγέτες. Η κατάσταση αυτή ισοδυναμεί με «πολιτικό έλλειμμα», που αποτελεί τον πυρήνα του δημοκρατικού ελλείμματος της Ένωσης. Το πολιτικό αυτό έλλειμμα επί δεκαετίες καλύπτονταν από την νομιμοποίηση που προσέδιδε στην Κοινότητα και στην Ένωση  ένας κατ’ εξοχήν πολιτικός «μεσσιανισμός» (messianism), που μπορούσε να κινητοποιεί δυνάμεις και να εξασφαλίζει αποδοχή «στο κυνήγι της Γης της Επαγγελίας που περιμένει στο τέλος του δρόμου της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης». Σήμερα όμως, που λόγω της κρίσης, κάθε απόθεμα νομιμοποίησης έχει εξαντληθεί «η πολιτικοποίηση της Ένωσης είναι το κλειδί για την κατάκτηση μιας πειστικής πολιτικής νομιμοποίησης» (J.H.H. Weiler  2013, 115 επ).  
Από την πλευρά του ο Miguel Poiares Maduro, κρίνοντας ότι είναι αναγκαία η πολιτική ενοποίηση, που θα υποστηρίξει την ολοένα και μεγαλύτερη εκχώρηση εθνικών αρμοδιοτήτων καθώς και την οικονομική αλληλεγγύη προς τα μέλη της Ένωσης, υποστηρίζει ότι «το σημείο εκκίνησης της διαδικασίας εγκαθίδρυσης της πολιτικής ενοποίησης πρέπει να είναι η δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Πολιτικού Χώρου (space)». Τονίζει, εξάλλου, ότι η πολιτική ενοποίηση δεν μπορεί να βασισθεί μόνο στους εθνικούς πολιτικούς χώρους, αφού κάτι τέτοιο «θα έπασχε τόσο από την έλλειψή μιας ξεκάθαρης πολιτικής εξουσίας που θα αναλάβει να ασκήσει τις παραχωρημένες εξουσίες όσο και από την αδυναμία εσωτερίκευσης των δημοκρατικών συνεπειών της αλληλεξάρτησης μεταξύ των Κρατών-μελών της Ένωσης» (M. P Maduro 2012).
Ακόμη, ο Mattias Kumm, τονίζει ότι κατά τη διαχείριση της κρίσης τα Κράτη-μέλη και κυρίως οι κυβερνήσεις τους (εκτελεστική εξουσία) «αιχμαλώτισαν» την ευρωπαϊκή πολιτική διαδικασία και εμπόδισαν την κινητοποίηση των αυτόνομων ευρωπαϊκών δυνάμεων νομιμοποίησης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι συγκρούσεις να είναι διακρατικού χαρακτήρα (οι Γερμανοί και οι Γάλλοι κατά των Ελλήνων και Ισπανών ή οι χώρες που παρείχαν χρηματοδοτική στήριξη εναντίον των χωρών που την έλαβαν κα), οι λύσεις παρουσιάστηκαν χωρίς την ύπαρξη εναλλακτικών επιλογών και όχι ως αποτέλεσμα ενός ευρωπαϊκού πολιτικού διαλόγου και της συνακόλουθης υποχρέωσης λογοδοσίας στην περίπτωση της αποτυχίας τους. Στην ουσία οι ευρωπαίοι  πολίτες, όταν καλούνται να ψηφίσουν στις εκλογές για την ανάδειξη των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δεν έχουν να επιλέξουν μεταξύ πολιτικών - κυβερνητικών προγραμμάτων και των ηγετών, που εγγυώνται την εφαρμογή τους, στο βαθμό που «η ευρωπαϊκή διακυβέρνηση δεν έχει κυβέρνηση» (J.H.H. Weiler  2013, 115 επ). Έτσι, αυτοί είτε απέχουν είτε στρέφονται στον εθνικιστικό λαϊκισμό ή στον ευρωσκεπτικισμό (M. Kumm, 2013, 135 επ). 
Τέλος, προτείνεται η πολιτικοποίηση της Ένωσης ως μέσο για την ενίσχυση της νομιμοποίησης των θεσμών της. Η θέση αυτή στηρίζεται στη σημασία ενός ευρωπαϊκού πολιτικού διαλόγου, που θα ξεκαθαρίζει τα ζητήματα και θα νομιμοποιεί τις λύσεις που επιλέγονται στα μάτια των πολιτών καθώς και στα μειονεκτήματα της διακυβερνητικής διαπραγμάτευσης, που διεξάγεται πίσω από κλειστές πόρτες. Η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού πολιτικού χώρου θα περιορίσει, εξάλλου, «τον τεχνοκρατικό αυτοματισμό», που τείνει να αποτελέσει τον κανόνα κατά την διαχείριση της κρίσης και περιορίζει το ρόλο της Επιτροπής «στον εφαρμοστή ανέφικτων οικονομικών κανόνων, που συνεπάγονται δυστυχία σε όλο και περισσότερο εξαθλιωμένους ευρωπαίους πολίτες» (Viv. Schmidt  2013, 167 – 169). 
Ανεξάρτητα από την επιμέρους επιχειρηματολογία όλες οι παραπάνω προσεγγίσεις συντείνουν σε ένα κοινό τόπο: Η αναγκαία, για την ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμοποίησης της Ένωσης, δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Πολιτικού Χώρου περνά μέσα από την μετατροπή των εκλογών για την ανάδειξη των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε εκλογές για την ανάδειξη της κυβέρνησης της Ένωσης. Οι υποστηριχτές της ανωτέρω θέσης προβάλλουν τα εξής επιχειρήματα υπέρ των απόψεών τους: 

Πρώτον, θα ενισχυθεί σημαντικά η δημοκρατική νομιμοποίηση του Προέδρου και της Επιτροπής και θα διασφαλισθεί η διαφάνεια κατά τη συγκρότηση και η λογοδοσία κατά την άσκηση των καθηκόντων της. Η αυξημένη δημοκρατική νομιμοποίηση θα επιτρέψει στην Επιτροπή να ανακτήσει την πολιτική πρωτοβουλία κατά την οικοδόμηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και να απεμπλακεί από «το ρόλο της γραμματείας, του εφαρμοστή διακυβερνητικών αποφάσεων και ελεγκτή» (J.H.H. Weiler  2013, 117), που της επιφύλαξαν τα Κράτη-μέλη (ή ορισμένα μόνο από αυτά) κατά τη διαχείριση της κρίσης. Παράλληλα, η Επιτροπή θα αυξήσει την αποτελεσματικότητά της, αφού θα γίνει περισσότερο συμπαγής πολιτικά και η σύνθεσή της θα διαμορφώνεται με βάση την ικανότητα εφαρμογής μιας συγκεκριμένης πολιτικής πλατφόρμας την οποία επέλεξαν οι ευρωπαίοι πολίτες στις εκλογές. Το αυξημένο πολιτικό κύρος της Επιτροπής θα της επιτρέψει να ασκήσει αποτελεσματικά τις νέες εξουσίες της επί των εθνικών προϋπολογισμών, προσεγγίζοντας αυτές με περισσότερο πολιτικό τρόπο από το σημερινό τεχνοκρατικό αυτοματισμό και το διαρκές κυνήγι αριθμητικών στόχων και της αντίληψης one-size-fits-all. 

Δεύτερον, ο Ευρωπαϊκός Πολιτικός Χώρος θα ενισχύσει περαιτέρω τη δημοκρατική νομιμοποίηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που είναι ο θεσμός εκείνος που εθίγη περισσότερο από τις διακυβερνητικού χαρακτήρα λύσεις που προτιμήθηκαν κατά τη διαχείριση της κρίσης. Το Ευρ.Κοινβ, έτσι, θα καταστεί το επίκεντρο του πολιτικού διαλόγου και της παραγωγής ιδεών και πολιτικής. Παράλληλα, θα αποτελέσει το θεσμό εκείνο ενώπιον του οποίου λογοδοτεί καθημερινά η Επιτροπή, η δε κατά το άρθρο 17 παρ. 8 ΣΕΕ εξουσία αποπομπής της Επιτροπής μετά την υιοθέτηση πρότασης μομφής θα αποκτήσει ουσιαστικότερο περιεχόμενο.

Τρίτον, μέσω της επεξεργασίας και προβολής των πολιτικών προγραμμάτων των ευρωπαϊκών κομμάτων, που θα ενσωματώνουν υπερεθνικές πολιτικές, θα ενισχυθεί ο πολιτικός διάλογος και η σύγκρουση των πολιτικών ιδεών  (δεξιάς – αριστεράς) σχετικά με την οικοδόμηση της ευρωπαϊκής ενοποίησης αλλά και την επεξεργασία και εφαρμογή των πολιτικών της Ένωσης. Άλλωστε, όπως παρατηρείται «δημοκρατία χωρίς πολιτική είναι ένα σχήμα οξύμωρο» (J.H.H. Weiler  2013, 117).  Η επαναφορά του πολιτικού διαλόγου στις διαδικασίες παραγωγής πολιτικής της Ένωσης θα επιτρέψει, εξάλλου, την ύπαρξη εναλλακτικών λύσεων μεταξύ των οποίων οι ευρωπαίοι πολίτες μπορούν να επιλέξουν.  

Τέταρτον, η ύπαρξη εναλλακτικών προτάσεων, που τίθενται ενώπιον των πολιτών για να επιλέξουν, θα ενισχύσει το ενδιαφέρον τους για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, θα αποτελέσει το εφαλτήριο για την κινητοποίηση ευρύτερων κοινωνικών δυνάμεων και θα αποτελέσει φραγμό στον ευρωσκεπτικισμό (M. Kumm, 2013, 136). Το γεγονός ότι οι ευρωπαίοι πολίτες ολοένα και περισσότερο στρέφουν την πλάτη τους, προτιμώντας να απέχουν, στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου παρά τη σημαντικότατη αύξηση των εξουσιών του καταδεικνύει την ανάγκη δημιουργίας ενός πολιτικού χώρου στο πλαίσιο του οποίου αυτές θα μπορέσουν αυτές οι εξουσίες να ασκηθούν ουσιαστικά. 

Πέμπτον, η  δημιουργία του Ευρωπαϊκού Πολιτικού Χώρου θα βοηθήσει, εξάλλου, στην οικοδόμηση πραγματικών ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων, που κατά το άρθρο 10 παρ. 4 ΣΕΕ «συμβάλλουν στην διαμόρφωση της ευρωπαϊκής πολιτικής συνείδησης και στην έκφραση της βούλησης των πολιτών της Ένωσης». 

Απέναντι σε αυτή την επιχειρηματολογία ο αντίλογος φαντάζει πτωχός και παρωχημένος. Υποστηρίζεται ότι ο ρόλος αλλά και ο τρόπος ανάδειξης της Επιτροπής στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Πολιτικού Χώρου είναι αντίθετος με την κατά το άρθρο 17 παρ. 3 εδαφ. γ ΣΕΕ ανεξαρτησία της Επιτροπής. Στο επιχείρημα αυτό αντιτάσσεται ότι η ανεξαρτησία της Επιτροπής και των μελών της αφορά τις σχέσεις της με τις κυβερνήσεις των Κρατών-μελών και τα ιδιωτικά συμφέροντα. Αντίθετα, η Επιτροπή πάντα ήταν πολιτικά υπεύθυνη απέναντι στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Άλλωστε και η ίδια η Συνθήκη με τη νέα διάταξη του άρθρου 17 παρ. 7 ΣΕΕ προτρέπει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να λάβει υπόψη του κατά την επιλογή του Προέδρου της Επιτροπής τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Εξάλλου, υποστηρίζεται ότι η Επιτροπή «διασφαλίζει το κοινό συμφέρον», κάτι που τίθεται σε αμφιβολία από το προτεινόμενο μοντέλο για τη συγκρότησή της. Αυτό, όμως, είναι ικανό να εμποδίσει κατά τη διαμόρφωσή εκ μέρους της Επιτροπής του «κοινού συμφέροντος» την εμπλοκή πολιτικών και ιδεολογικών επιλογών; Τέλος, προβάλλεται ότι ο ρόλος που επιφύλαξαν οι πατέρες των Συνθηκών στην Επιτροπή είναι διαχειριστικός των πολιτικών της Ένωσης, δηλαδή κατά βάση τεχνοκρατικός και όχι πολιτικός, όπως αυτός που θα κληθεί να διαδραματίσει στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Πολιτικού Χώρου. Ωστόσο, επισημαίνεται ότι νέες εξουσίες που ανατίθενται στην Επιτροπή στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Διακυβέρνησης και ιδιαίτερα αυτές που αφορούν ευαίσθητους πολιτικά τομείς, όπως οι εθνικοί προϋπολογισμοί, απαιτούν ευρύτατη δημοκρατική νομιμοποίηση και μια περισσότερο πολιτική προσέγγιση παρά την κατά παράδοση τεχνοκρατική. 

III. Βήματα προς την κατεύθυνση δημιουργίας ενός Ευρωπαϊκού Πολιτικού Χώρου

Η υλοποίηση του στόχου της δημιουργίας ενός Ευρωπαϊκού Πολιτικού Χώρου αυτού απαιτεί τα εξής:

Κάθε ευρωπαϊκή πολιτική ομάδα (κόμμα), που συμμετέχει στις εκλογές του Ευρ.Κοινβ, επιλέγει και προτείνει τον υποψήφιό του για την κατάληψη της θέσης του Προέδρου της Επιτροπής σε περίπτωση νίκης στις εκλογές. Παράλληλα, επεξεργάζεται και προβάλλει την πολιτική – κυβερνητική του πλατφόρμα (πρόγραμμα), που ο υποψήφιος του προτίθεται να εφαρμόσει. Κατ’ αυτόν τον τρόπο οι ευρωπαίοι πολίτες θα έχουν να κάνουν μια πραγματική πολιτική επιλογή στις εκλογές μεταξύ των πολλών που θα παρουσιασθούν. 

Σε κάθε Κράτος-μέλος τα πολιτικά κόμματα, που συμμετέχουν στις εκλογές για την ανάδειξη των μελών του Ευρ.Κοινβ, θα πρέπει να παρουσιάσουν τον υποψήφιο, που συγκεντρώνει την προτίμησή τους για την κατάληψη της θέσης του μέλους της Επιτροπής. Οι κυβερνήσεις των Κρατών-μελών θα πρέπει να προτείνουν ως μέλη της Επιτροπής κατά το άρθρο 17 παρ. 7 εδαφ. β ΣΕΕ  τους υποδειχθέντες υποψήφιους των κομμάτων που νίκησαν στις εκλογές.  Η διαδικασία αυτή θα αυξήσει τη διαφάνεια, θα επιτρέψει στους εκλογείς επιλογή προσώπων και προγραμμάτων, θα ενισχύσει τη νομιμοποίηση  και θα επιβάλλει τη λογοδοσία στις επόμενες εκλογές (Ing. Pernice, 2013, 4 – 26).                  
Αναμφίβολα η εγκαθίδρυση της Πολιτικής Ένωσης απαιτεί την τροποποίηση των Συνθηκών, ωστόσο αξίζει να σημειωθεί ότι η οι υποστηριχτές της δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Πολιτικού Χώρου, όπως αυτός σκιαγραφήθηκε παραπάνω, που θα αποτελέσει σημείο εκκίνησης της πορείας προς την Πολιτική Ένωση και θα επιχειρήσει να συνδέσει την διακυβέρνηση με την πολιτική, τονίζουν ότι ο Χώρος αυτός έχει ως προαπαιτούμενο περισσότερο την «αλλαγή της πολιτικής κουλτούρας της Ευρώπης» και λιγότερο την τροποποίηση των Συνθηκών (M. P. Maduro, 2012, 34 – 35). Συγκεκριμένα, υποστηρίζουν ότι οι διατάξεις του άρθρου 17 ΣΕΕ μπορούν σε μεγάλο βαθμό να υποστηρίξουν τη δημιουργία του Χώρου, αν υπάρξει η σχετική πολιτική βούληση προς τούτο. Η ανάγκη αλλαγής της πολιτικής κουλτούρας τονίζεται από τη  V. A. Schmidt, που σημειώνει ότι η δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Πολιτικού Χώρου δεν αποτελεί πανάκεια αλλά στοίχημα, που μπορεί και να χαθεί όσο η οικονομική κρίση δεν αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά και η ζωή εκατομμυρίων ευρωπαίων πολιτών επιδεινώνεται συνεχώς, όσο οι εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου παραμένουν ένα δεύτερης τάξης ζήτημα για τα πολιτικά κόμματα και τους ευρωπαίους πολίτες και όσο οι υποψήφιοι και τα κόμματά τους δεν εφευρίσκουν πληρέστερες αφηγήσεις και επεξεργασμένα οράματα για το τι είναι και προς τα πού οδεύει η Ευρώπη. Στους παραπάνω κινδύνους θα προσθέταμε και τον κλονισμό της εμπιστοσύνης μεταξύ των ευρωπαϊκών λαών. Ένα τέτοιο όμως πολιτικό πλαίσιο ευνοεί τις ακραίες αντιλήψεις για το ενωσιακό φαινόμενο και μπορεί να φαλκιδεύσει, ευκαιριακά έστω, την αντιπροσωπευτικότητα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής (Viv. Schmidt  2013, 168 – 169). Οι κίνδυνοι αυτοί, πάντως, δεν θα πρέπει να εμποδίσουν το εγχείρημα.

IV. Συμπερασματικές παρατηρήσεις

(α) Οι νέες εξουσίες που ανατίθενται στα όργανα της Ένωσης και κυρίως στην Επιτροπή, ιδιαίτερα αυτές που αφορούν τους εθνικούς προϋπολογισμούς, απαιτούν ενισχυμένη δημοκρατική νομιμοποίηση και λογοδοσία. Οι λύσεις που θα επιλεγούν προς την κατεύθυνση αυτή δεν θα πρέπει να αποτελούν απλή αντιγραφή εθνικών θεσμών και διαδικασιών, που κατά κανόνα μεταφερόμενες αυτούσιες στο επίπεδο της Ένωσης χάνουν τη λειτουργικότητά τους, αυξάνουν την πολυπλοκότητά της και φαλκιδεύουν την αποτελεσματικότητα των θεσμών της. Η σταδιακή εγκαθίδρυση ενός Ευρωπαϊκού Πολιτικού Χώρου, αν και δεν αποτελεί πανάκεια μπορεί να αποτελέσει σημείο εκκίνησης της πορείας προς την Πολιτική Ένωση και σε κάθε περίπτωση βήμα προς την κατεύθυνση της εμβάθυνσης της δημοκρατικής νομιμοποίησης των ευρωπαϊκών θεσμών.

(β) Η συρρίκνωση του δημοκρατικού ελλείμματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης γενικότερα και της ΟΝΕ ειδικότερα μέσα από την επιλογή διαδικασιών που θα αυξήσουν τη δημοκρατική νομιμοποίηση και λογοδοσία των θεσμών της απαιτεί την αλλαγή της πολιτικής κουλτούρας, που διέπει την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στην παρούσα φάση, ως απαρχή της πορείας προς την πολιτική Ένωση, που θα εξασφαλίσει οριστικά δημοκρατία και αποτελεσματικότητα. Η πορεία αυτή, όμως, «απαιτεί σε κάθε περίπτωση ένα σοβαρό πολιτικό διάλογο και αποφάσεις από εκλεγμένα όργανα. Στην παρούσα οικονομική και κοινωνική κατάσταση, που απαιτεί μείζονές και δύσκολες αλλαγές σε όλα τα Κράτη-μέλη, κανένα μέτρο, ανεξάρτητα από τον τεχνοκρατικό ή μη χαρακτήρα του, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί απλά ως «απαίτηση των Βρυξελλών» (ή της Φραγκφούρτης)» (Rol. Bieber,  2011, σελ. 11). Ένας τέτοιος διάλογος, σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, κατά την περίοδο της κρίσης δεν υπήρξε.     

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Rol. Bieber,  Observer - Policeman - Pilot? On Lacunae of Legitimacy and the Contradictions of Financial Crisis Management in the European Union, EUI LAW Working Papers, No. 2011/16 (2011), διαθέσιμο στο διαδικτυακό τόπο: http://hdl.handle.net/1814/19696.

2. M.Kumm, Democratic Challenges Arising from the Eurocrisis: What kind of a constitutional crisis is Europe in and what should be done about it?, στο European Parliament, Challenges of multi-tier governance in the European Union, Effectiveness, efficiency and legitimacy (Compendium of Notes), Μάρτιος 2013, σελ. 124 – 137, διαθέσιμο στο διαδικτυακό τόπο: http://www.europarl.europa.eu/activities/committees/studies.do?language=EN               

3. M. P. Maduro, A new governance for the European Union and the Euro: Democracy and Justice, RSCAS Policy Papers 2012/11, διαθέσιμο στο διαδικτυακό τόπο: http://cadmus.eui.eu/bitstream/handle/1814/24295/RSCAS_PP_2012_11rev.pdf?sequence=1

4. Viv. Schmidt, EU Differentiated Integration and the Role of the EU Political Economy, στο European Parliament, Challenges of multi-tier governance in the European Union, Effectiveness, efficiency and legitimacy (Compendium of Notes), Μάρτιος 2013, σελ.  161 – 175, οπ. παρ.                            

5. Ing. Pernice, What future(s) of democratic governance in Europe: learning from the crisis, στο European Parliament, Challenges of multi-tier governance in the European Union, Effectiveness, efficiency and legitimacy (Compendium of Notes), Μάρτιος 2013, σελ. 4 – 26, οπ. παρ.                             

6. J.H.H. Weiler, Democracy without the People: The Crisis of European Legitimacy “own resources”, στο European Parliament, Challenges of multi-tier governance in the European Union, Effectiveness, efficiency and legitimacy (Compendium of Notes), Μάρτιος 2013, σελ. 111 - 123, οπ. παρ.

7. Μιχ. Δ. Χρυσομάλλη, Ευρωπαϊκή Οικονομική Διακυβέρνηση: Οικοδόμηση, Εμβάθυνση, Ζητήματα Δημοκρατίας και σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα – Θεσσαλονίκη 2018
                            

Μιχάλης Δ. Χρυσομάλλης, Καθηγητής, Νομική Σχολή ΔΠΘ
Έδρα Jean Monnet
mchrysom@gmail.com





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου