Σάββατο 20 Ιανουαρίου 2018

CES-DUTH Νέα Ελληνική Νομική Σκέψη 1/2018
Ενεργειακή Ασφάλεια στη Διάρκεια Ενόπλων Συρράξεων 
Γιολάνδα Πετρίδου, ΜΔΕ Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο της Ενέργειας

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΥΝΤΑΞΗΣ CES-DUTH Blogspot

Παρουσιάζουμε σήμερα στη σειρά Νέα Ελληνική Νομική Σκέψη τη μελέτη της κας Γιολάνδας Πετρίδου με θέμα: Ενεργειακή Ασφάλεια στη Διάρκεια Ενόπλων Συρράξεων, που αποτέλεσε τη Διπλωματική της Εργασία στο πλαίσιο του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών της Νομικής Σχολής του ΔΠΘ «Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο της Ενέργειας». Η Διπλωματική Εργασία, που εκπονήθηκε υπό την επίβλεψη του Αν. Καθηγητή κου Κωνσταντίνου Αντωνόπουλου, κατά την υποστήριξή της αξιολογήθηκε με το βαθμό Άριστα και αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της εξαιρετικής δουλειάς, που γίνεται τόσο από τους διδάσκοντες όσο και, κυρίως, από τους σπουδαστές του εν λόγω Μεταπτυχιακού Προγράμματος, την ευθύνη του οποίου έχει ο Τομέας Διεθνών Σπουδών της Νομικής Σχολής του ΔΠΘ, που έχω την τιμή να διευθύνω. 
                                                                                                                                           ΜΔΧ

ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Η ενεργειακή ασφάλεια, δηλαδή ο συνεχής εφοδιασμός της οικονομίας με επαρκείς ποσότητες ενέργειας, σε λογικές τιμές,  είναι ύψιστης σημασίας για την υπόσταση του κράτους. Πρώτον, διότι η ενέργεια τροφοδοτεί την παραγωγική διαδικασία, καθιστώντας έτσι την οικονομία διεθνώς ανταγωνιστική. Δεύτερον, διότι συνιστά δημόσιο συμφέρον, καθώς μέσω της κατανάλωσης ενέργειας όχι μόνο λειτουργούν οι δημόσιες υπηρεσίες (νοσοκομεία, δυνάμεις ασφαλείας κα), αλλά και εξασφαλίζεται η ίδια η επιβίωση του ατόμου και κυρίως των ευπαθών ομάδων. Τρίτον, το μέγεθος της εξάρτησης σε εισαγωγές ενέργειας κατευθύνει το κράτος στη λήψη αποφάσεων στην εξωτερική του πολιτική και το κάνει επιρρεπές σε πιέσεις. Η εξάρτηση αυτή είναι δείκτης του επιπέδου ασφάλειας ενός κράτους, αφού σε μία διακοπή εφοδιασμού θα επηρεαστεί η ομαλή λειτουργία της οικονομίας του, αν δεν έχει προνοήσει να τηρεί αποθέματα ή δεν έχει διαφοροποιήσει τους προμηθευτές του.
Η έρευνα γύρω από την ενεργειακή ασφάλεια ξεκίνησε μετά τον πόλεμο του Γιόμ Κιπούρ (1973), όταν τα πετρελαιοπαραγωγά κράτη της Μέσης Ανατολής μείωσαν την παραγωγή πετρελαίου, αύξησαν τις τιμές του και κήρυξαν εμπάργκο στα κράτη που στήριξαν το Ισραήλ στον πόλεμο. Η διεθνής κοινότητα τότε διαπίστωσε το μέγεθος της ενεργειακής της εξάρτησης από τον αραβικό κόσμο.
Η στόχευση της παρούσας μελέτης είναι να εξακριβώσει τη σημασία της ενεργειακής ασφάλειας στη διάρκεια των διεθνών ενόπλων συρράξεων (ΔΕΣ), αφού ερευνήσει την εξέλιξή της στο χρόνο. Η εξέλιξη ξεκινά από τον πόλεμο που προαναφέρθηκε και καταλήγει έως τις σημερινές πτυχές της ενεργειακής ασφάλειας. Στη συνέχεια, επιχειρείται αφενός ο εντοπισμός και η αποτύπωση των πηγών του διεθνούς δικαίου σχετικά με την προστασία της ενεργειακής ασφάλειας κατά τη διάρκεια των ΔΕΣ και αφετέρου ο έλεγχος του βαθμού συμμόρφωσης των κρατών σε αυτούς τους κανόνες δικαίου μέχρι τώρα. Τέλος, μέσα από τη σχετική διερεύνηση γίνεται απόπειρα κατανόησης των επιλογών ορισμένων κρατών, για την εξασφάλιση του ενεργειακού τους εφοδιασμού.
Η εργασία δομείται σε τρία κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο προσδιορίζεται εννοιολογικά η ενεργειακή ασφάλεια και σκιαγραφούνται  οι διαστάσεις της, ενώ επιχειρείται μία γενική περιγραφή του δικαιϊκού και διακυβερνητικού πλαισίου, που ρυθμίζει την ενέργεια. Το δίκαιο της ενέργειας εν γένει επιχειρεί να ρυθμίσει τη ροή αυτής από πλούσιες σε ενεργειακούς πόρους χώρες προς τις εξαρτημένες ενεργειακά χώρες.
Το δεύτερο κεφάλαιο αφιερώνεται στην εύρεση του νομικού πλαισίου που δύναται να ρυθμίσει την προστασία της ενεργειακής ασφάλειας κατά τη διάρκεια των διεθνών ένοπλων συρράξεων. Διερευνάται το πώς οι ενεργειακές εγκαταστάσεις αναδείχθηκαν σε μεγάλης σημασίας πολεμικοί στόχοι κατά τη διάρκεια των ΔΕΣ, παρόλο που δεν είναι επιτρεπτός στόχος κατά το δίκαιο του πολέμου, για ανθρωπιστικούς και περιβαλλοντικούς λόγους. Επίσης, παρουσιάζονται οι ρυθμίσεις του δικαίου της κατοχής, δηλαδή οι υποχρεώσεις της κατέχουσας δύναμης, ως προς την ενεργειακή ασφάλεια της κατεχόμενης περιοχής. Η εκμετάλλευση πλουτοπαραγωγικών πηγών μιας κατεχόμενης χώρας δεν είναι νόμιμη. Αυτό προβλέπουν τα νομικά κείμενα που αναλύονται, αλλά και η αρχή της κρατικής κυριαρχίας. Κάθε τμήμα της θεωρίας πλαισιώνεται από αντίστοιχα παράδειγματα ένοπλων συρράξεων, έτσι ώστε να γίνει σφαιρικά αντιληπτή η υπάρχουσα κατάσταση και οι ιδιαιτερότητές της.
Το τρίτο κεφάλαιο επικεντρώνεται στην ανάλυση δύο περιπτώσεων ΔΕΣ: τον Πόλεμο του Ιράν με το Ιράκ (1980-1988) και τον Πόλεμο μεταξύ του Λίβανου με το Ισραήλ (2006). Το ζητούμενο είναι να διαπιστωθεί πρακτικά το πώς τα κράτη χειρίστηκαν τα ζητήματα της ενεργειακής τους ασφάλειας, το πόσο βρίσκουν εφαρμογή οι ρυθμίσεις, που αναλύθηκαν στο δεύτερο κεφάλαιο και το πόσο η διεθνής κοινότητα ευαισθητοποιήθηκε και αντέδρασε στις υπό εξέταση περιπτώσεις. 
Παράλληλα, δίνεται βαρύτητα στο ρόλο του περιβάλλοντος στην ενεργειακή ασφάλεια. Αρχικά, η κλιματική αλλαγή συνιστά απειλή για τις ενεργειακές εγκαταστάσεις. Κατόπιν, η ίδια η καύση της ενέργειας προκαλεί τα αέρια του θερμοκηπίου, άρα αυτή πρέπει να γίνεται με μέτρο και με τη χρήση τεχνολογίας εξοικονόμησης ή απόδοσης ενέργειας. Τέλος, η ανυπολόγιστη κατανάλωση ενεργειακών πόρων αντίκειται στην αρχή της αειφόρου ανάπτυξης και απειλεί τον ενεργειακό εφοδιασμό των μελλοντικών γενεών, γιατί οδηγεί στην εξάντληση των πόρων. Όσον αφορά το ρόλο του περιβάλλοντος στις ένοπλες συρράξεις, περιγράφεται το πώς αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέσο διεξαγωγής πολέμου. Δεν παραλείπεται η αναφορά στο γεγονός ότι με την καταστροφή ενεργειακών στόχων και με τη χρήση συγκεκριμένων όπλων, υποβαθμίζεται υπερβολικά το περιβάλλον. Η μελέτη αυτή αναφέρει τους τρόπους προστασίας του περιβάλλοντος κατά τη διάρκεια των διεθνών ένοπλων συρράξεων.
Κάποια επιπρόσθετα ζητήματα ενεργειακής ασφάλειας που πραγματεύεται η μελέτη είναι ο κυβερνοπόλεμος, η πολεμική και η ειρηνική χρήση της πυρηνικής ενέργειας, οι προβλέψεις του ΠΟΕ και της Συνθήκη του Χάρτη Ενέργειας (ECT) για την περίπτωση πολέμου, τα αντίποινα όσον αφορά τη διαμετακόμιση ενέργειας και το ερώτημα αν η ενέργεια αποτελεί τελικά δικαίωμα.
Το βασικό συμπέρασμα της παρούσας μελέτης είναι ότι επειδή τα κράτη καταρχήν δεν προωθούν το συλλογικό συμφέρον της διεθνούς κοινότητας αλλά φέρονται εγωιστικά, η ενεργειακή ασφάλεια είναι πρωτίστως ζήτημα μέριμνας του ίδιου του κράτους. Βέβαια, αυτό δε σημαίνει ότι υποτιμούνται τα όποια εγχειρήματα για διεθνή και διακρατική συνεργασία.
Δες τη μελέτη 

Γιολάνδα Πετρίδου, ΜΔΕ Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο της Ενέργειας.
g.i.petridou@gmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου