Παρασκευή 2 Φεβρουαρίου 2018

CES-Duth Working Paper 1/2018
Ο θεσμός της Ενισχυμένης Εποπτείας Κρατών-μελών της Ευρωζώνης και η μεταπρογραμματική επιτήρηση της Ελλάδας
Μιχάλης Δ. Χρυσομάλλης, Αν. Καθηγητής, Νομική Σχολή ΔΠΘ

1. Εισαγωγή 

Το τελευταίο διάστημα και όσο πλησιάζουμε στη λήξη του τρέχοντος ελληνικού προγράμματος (Αύγουστος 2018), που ήταν το αποτέλεσμα της χρηματοδοτικής συνδρομής της χώρας μας από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ) τον Αύγουστο του 2015, η συζήτηση στρέφεται στο τι θα ακολουθήσει σε σχέση με την εποπτεία (επιτροπεία για πολλούς) της Ελλάδας από τους μηχανισμούς της Ευρωζώνης. Ακούγονται και γράφονται διάφορα, όπως ότι η Ελλάδα εξέρχεται της επιτροπείας, ότι ανακτά την εθνική – οικονομική της κυριαρχία, ότι τελειώνει η απεχθής και εξωθεσμική τρόικα (ή κουαρτέτο) κα. Υπάρχουν, βέβαια και αυτοί που υποστηρίζουν ότι τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει και ότι η Ελλάδα θα βρίσκεται σε εποπτεία για πολλά ακόμη χρόνια. Στην περίπτωση αυτή αναζητούνται οι μηχανισμοί εποπτείας που μπορεί να εφαρμοσθούν. Και πάλι ακούγονται και γράφονται διάφορα, όπως ότι κάποιου είδους εποπτεία θα υπάρξει, που όμως θα είναι ηπιότερη της σημερινής, ότι θα εφαρμοσθεί μια «υβριδικού τύπου εποπτεία» κα. Στη συζήτηση αυτή παραγνωρίζεται, ενδεχομένως σκοπίμως, ότι η ΕΕ και η Ευρωζώνη σε μια προσπάθεια εμβάθυνσης της διακυβέρνησης της ΟΝΕ και της Ζώνης του Ευρώ έχουν ήδη από το 2013 υιοθετήσει το μηχανισμό εποπτείας, που εφαρμόζεται τόσο στα Κράτη-μέλη που ζητούν ή λαμβάνουν χρηματοδοτική συνδρομή και βρίσκονται σε πρόγραμμα  προσαρμογής όσο και στα Κράτη-μέλη που εξήλθαν ενός τέτοιο προγράμματος (μεταπρογραμματική εποπτεία). Ο θεσμός αυτός είναι η Ενισχυμένη Οικονομική και Δημοσιονομική Εποπτεία, στην οποία μετά μεγάλης πιθανότητας πρόκειται να τεθεί η Ελλάδα με απόφαση του Συμβουλίου της ΕΕ. Παρακάτω παρουσιάζεται η Ενισχυμένη Εποπτεία (πεδίο εφαρμογής και περιεχόμενο) ως ο εν δυνάμει μηχανισμός μεταπρογραμματικής εποπτείας της Ελλάδας. Οι γραμμές που ακολουθούν αποτελούν προσαρμοσμένο απόσπασμα από τη μελέτη μας: Μ. Δ. Χρυσομάλλη, Ευρωπαϊκή Οικονομική Διακυβέρνηση:  Οικοδόμηση, Εμβάθυνση, Ζητήματα Δημοκρατίας και Κράτους Δικαίου, Νομική Βιβλιοθήκη 2018, σελ.  209 – 215. 

Με τον Κανονισμό (ΕΕ) 1176/2011 (δέσμη έξι νομοθετικών μέτρων) επεκτάθηκε το πεδίο ελέγχου και συντονισμού των οικονομικών πολιτικών στο πλαίσιο της ΟΝΕ, πέρα από το χρέος και το έλλειμμα και σε κάθε πτυχή ή επιλογή οικονομικής επιλογής, που θα μπορούσε να επιφέρει μακροοικονομικές ανισορροπίες. Προς τούτο δημιουργήθηκε Μηχανισμός Επαγρύπνησης για την παρακολούθηση και τον έγκαιρο εντοπισμό των νεοεμφανιζόμενων μακροοικονομικών ανισορροπιών ενώ για την αποτελεσματική λειτουργία του Μηχανισμού, καθιερώθηκε η τήρηση Πίνακα Αποτελεσμάτων (scoreboard) στο πλαίσιο του οποίου αξιολογούνται οικονομικές επιλογές των Κρατών-μελών. Οι παραπάνω ρυθμίσεις αφορούν το σύνολο των Κρατών-μελών της ΕΕ στο πλαίσιο των διαδικασιών της Πολυμερούς Εποπτείας του άρθρου 121 ΣΛΕΕ και του προληπτικού σκέλους του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ). Ωστόσο, οι παραπάνω ρυθμίσεις, αξιολογούμενες με βάση την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί ειδικά στο πλαίσιο της Ευρωζώνης με τη κρίση χρέους Κρατών-μελών της και το γεγονός ότι κάποια απ’ αυτά βρίσκονταν ήδη σε καθεστώς χρηματοδοτικής συνδρομής ή και στα πρόθυρα αυτής, κρίθηκαν ανεπαρκείς. Έτσι, θεωρήθηκε σκόπιμο να ενισχυθεί η ασκούμενη εποπτεία ειδικά για τα Κράτη-μέλη της Ζώνης του Ευρώ, ώστε να ικανοποιήσει τις εξής ανάγκες:

Πρώτον, να υπάρξει η αναγκαία και πλήρης συνέπεια του ενωσιακού πλαισίου Πολυμερούς Εποπτείας, που καθιερώνει η Συνθήκη (άρθρο 121 ΣΛΕΕ) και το παράγωγο δίκαιο, με τους πιθανούς «αυστηρούς όρους  πολιτικής» από τους οποίους εξαρτάται η χρηματοδοτική συνδρομή (conditionality), που λαμβάνουν Κράτη-μέλη της Ευρωζώνης από τους ευρωπαϊκούς και διεθνείς μηχανισμούς χρηματοδοτικής στήριξης. Κατ’ ουσία οι προβλέψεις της Συνθ.ΕΜΣ για την παρακολούθηση του βαθμού συμμόρφωσης των Κρατών-μελών, που βρίσκονται σε πρόγραμμα χρηματοδοτικής συνδρομής, εξειδικεύονται και ενσωματώνονται στην ενωσιακή έννομη τάξη, περνώντας από το επίπεδο του δημοσίου διεθνούς δικαίου (Συνθ.ΕΜΣ) και της αναπτυχθείσας πρακτικής στο επίπεδο της νομοθεσίας της Ένωσης με ότι αυτό συνεπάγεται. 

Δεύτερον, να κλιμακωθεί η ένταση της οικονομικής και δημοσιονομικής εποπτείας, έτσι ώστε αυτή να είναι ανάλογη και αντίστοιχη με τη σοβαρότητα των χρηματοοικονομικών δυσκολιών που αντιμετωπίζει κάθε Κράτος-μέλος της Ευρωζώνης και να λαμβάνεται δεόντως υπόψη η φύση της χρηματοδοτικής συνδρομής που έχει χορηγηθεί, η οποία μπορεί να κυμαίνεται από απλή προληπτική στήριξη βασισμένη σε όρους επιλεξιμότητας έως ένα πλήρες πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής, συνοδευόμενο από «αυστηρούς όρους πολιτικής».

Για την ικανοποίηση των παραπάνω αναγκών ο Κανονισμός ΕΕ 472/2013 καθιέρωσε την Ενισχυμένη Οικονομική και Δημοσιονομική Εποπτεία, που εφαρμόζεται μόνο στο πλαίσιο της Ευρωζώνης. 

2. Το πεδίο εφαρμογής της Ενισχυμένης Εποπτείας

Η Ενισχυμένη Εποπτεία εφαρμόζεται στις εξής περιπτώσεις Κρατών-μελών της Ζώνης του Ευρώ: 

(α) Κατόπιν αποφάσεως της Επιτροπής μπορεί να τεθεί Κράτος-μέλος της Ζώνης του Ευρώ υπό Ενισχυμένη Εποπτεία, όταν αυτό αντιμετωπίζει ή απειλείται από σοβαρές δυσκολίες αναφορικά με τη χρηματοοικονομική του σταθερότητα, που ενδέχεται να έχουν δυσμενείς δευτερογενείς επιπτώσεις σε άλλα Κράτη-μέλη της Ευρωζώνης. Για την εκτίμησή της Επιτροπή, που ενεργεί προληπτικά και κατά διακριτική ευχέρεια, λαμβάνει υπόψη το Μηχανισμό Επαγρύπνησης του Κανονισμού (ΕΕ) 1176/2011, σχετικά με την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών ή, όταν υπάρχει, την πιο πρόσφατη ενδελεχή επισκόπηση, καθώς επίσης και τους όρους δανεισμού του εν λόγω Κράτους-μέλους, το χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής των χρεών του, την ευρωστία του δημοσιονομικού του πλαισίου, τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών του, τη σοβαρότητα του βάρους του χρέους του και τον κίνδυνο μετάδοσης σοβαρών πιέσεων στον χρηματοπιστωτικό του τομέα για τη δημοσιονομική του κατάσταση ή στον χρηματοπιστωτικό τομέα άλλων Κρατών-μελών. Στο εν λόγω Κράτος-μέλος παρέχεται η δυνατότητα να εκφράσει τις απόψεις του προτού η Επιτροπή λάβει την απόφασή της για να το θέσει υπό ενισχυμένη εποπτεία. Η απόφαση της Επιτροπής ανανεώνεται κάθε έξι μήνες.

(β) Υποχρεωτικά με απόφαση της Επιτροπής τίθεται υπό το καθεστώς Ενισχυμένης Εποπτείας ένα Κράτος-μέλος, που λαμβάνει χρηματοδοτική συνδρομή σε προληπτική βάση από ένα ή περισσότερα Κράτη-μέλη ή τρίτες χώρες ή τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς χρηματοδοτικής στήριξης (ΕΜΧΣ, ΕΤΧΣ και ΕΜΣ) ή από άλλο διεθνή χρηματοπιστωτικό οργανισμό, όπως το ΔΝΤ. Κράτος-μέλος, πάντως, που λαμβάνει χρηματοδοτική συνδρομή σε προληπτική βάση με τη μορφή γραμμών πίστωσης, οι οποίες δεν συνδέονται με τη λήψη νέων μέτρων πολιτικής από το οικείο Κράτος- μέλος, εφόσον οι γραμμές πίστωσης δεν διακόπτονται, δεν τίθεται υπό καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας. 

(γ) Υποχρεωτικά με απόφαση της Επιτροπής τίθεται υπό το καθεστώς Ενισχυμένης Εποπτείας ένα Κράτος-μέλος της Ευρωζώνης, που ζητά ή λαμβάνει ήδη χρηματοδοτική συνδρομή από ένα ή περισσότερα Κράτη-μέλη ή τρίτες χώρες ή τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς χρηματοδοτικής στήριξης (ΕΜΧΣ, ΕΤΧΣ και ΕΜΣ) ή από άλλο διεθνή χρηματοπιστωτικό οργανισμό, όπως το ΔΝΤ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο εισάγεται και εξειδικεύεται στην ενωσιακή νομοθεσία η πρόβλεψη του άρθρου 13 παρ. 7 Συνθ.ΕΜΣ σύμφωνα με την οποία «η Επιτροπή σε συνεργασία με την ΕΚΤ και, εφόσον είναι εφικτό, από κοινού με το ΔΝΤ επιφορτίζεται με την παρακολούθηση της συμμόρφωσης προς τους όρους που συνοδεύουν τη διευκόλυνση χρηματοπιστωτικής συνδρομής». Για την αποτελεσματική, λοιπόν, «παρακολούθηση της συμμόρφωσης» καθιερώνεται το «καθεστώς της Ενισχυμένης Εποπτείας».

(δ) Κατόπιν αποφάσεως του Συμβουλίου τα Κράτη-μέλη, που έχουν εξέλθει προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής στο πλαίσιο χορήγησης χρηματοδοτικής συνδρομής, μπορούν να παραμείνουν υπό καθεστώς Ενισχυμένης Εποπτείας (μετά-προγραμματική εποπτεία) εφόσον δεν έχει εξοφληθεί τουλάχιστον το 75% της συνδρομής που έχουν λάβει. Στην περίπτωση αυτή για την παράταση του καθεστώτος Ενισχυμένης Εποπτείας αποφασίζει το Συμβούλιο, αν, μετά από πρόταση της Επιτροπής, κρίνει ότι  «εξακολουθεί να υπάρχει κίνδυνος για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα του οικείου Κράτους-μέλους». Η σχετική πρόταση της Επιτροπής θεωρείται ότι έχει εγκριθεί από το Συμβούλιο, εκτός αν το Συμβούλιο αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία να την απορρίψει μέσα σε 10 ημέρες από την έγκρισή της από την Επιτροπή (αντίστροφη ειδική πλειοψηφία).

Από τις παραπάνω περιπτώσεις η πιο ενδιαφέρουσα είναι η τελευταία, αφού κατ’ ουσία η διατήρηση της Ενισχυμένης Εποπτείας σηματοδοτεί την έλλειψη εμπιστοσύνης των υπολοίπων Κρατών-μελών της Ευρωζώνης και δανειστών στο Κράτος-μέλος που εξέρχεται προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής. Προφανώς λόγω του πολιτικού χαρακτήρα και των πολιτικών επιπτώσεων που συνεπάγεται μια τέτοια απόφαση η λήψη της ανατίθεται στο Συμβούλιο, που, πάντως,  αποφασίζει σχετικά υπό τους περιορισμούς που θέτει η αντίστροφη ειδική πλειοψηφία.  Έτσι ίσως έτσι εξηγείται η φιλολογία που αναπτύσσεται κατά καιρούς γύρω από την πιθανή ύπαρξη «χρηματοδοτικού κενού» της Ελλάδας μετά την έξοδό της από το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής και η «προθυμία» των υπολοίπων Κρατών-μελών να το καλύψουν με νέα χρηματοδοτική συνδρομή, όταν μάλιστα διαφαίνεται ότι οι όποιες δανειακές ανάγκες της χώρας μπορούν να καλυφθούν από τις αγορές μετά τη σταδιακή αποκατάσταση της δυνατότητας πρόσβασης σε αυτές. Τα Κράτη-μέλη της Ευρωζώνης προτιμούν ενδεχομένως με την παροχή (ή επιβολή) ενός νέου δανείου να διατηρήσουν με αυτόματο τρόπο την Ενισχυμένη Εποπτεία παρά να χρειασθεί να λάβουν την πολιτική απόφαση, με την οποία θα εκδηλώσουν την έλλειψη εμπιστοσύνης στην Ελλάδα σχετικά με τη διατήρηση της «δημοσιονομικής βιωσιμότητάς της», όταν μάλιστα μια τέτοια απόφαση θα κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση με τις δηλώσεις περί επιτυχούς ολοκλήρωσης του προγράμματος.   

3. Το περιεχόμενο της Ενισχυμένης Εποπτείας

Κατά την Επιτροπή οι διαδικασίες που συνεπάγεται το καθεστώς της Ενισχυμένης Εποπτείας αφενός θα επιτρέψουν τη στενότερη παρακολούθηση χωρών, που είτε απειλούνται, είτε αντιμετωπίζουν χρηματοπιστωτικές δυσκολίες και αφετέρου θα δώσουν στην Επιτροπή και στα άλλα όργανα εποπτείας τις απαιτούμενες εξουσίες για να διασφαλίσουν ή να αποκαταστήσουν μια διατηρήσιμη πορεία για τα δημόσια οικονομικά του Κράτους-μέλους που υπάγεται στο εν λόγω καθεστώς. Συγκεκριμένα, 

Πρώτον, το Κράτος- μέλος, που υπόκειται σε Ενισχυμένη Εποπτεία, μετά από διαβούλευση και σε συνεργασία με την Επιτροπή, η οποία με τη σειρά της ενεργεί σε συνεννόηση με την ΕΚΤ, τις Εθνικές Εποπτικές Αρχές (ΕΕΑ), το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ) και, όπου είναι σκόπιμο, το ΔΝΤ, εγκρίνει μέτρα που στοχεύουν στην αντιμετώπιση των πηγών ή των δυνητικών πηγών των δυσκολιών. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά με τα παραπάνω μέτρα την αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, την ΟΔΕ, το Euro Working Group, καθώς και το κοινοβούλιο του οικείου Κράτους-μέλους, όπου έχει εφαρμογή η Ενισχυμένη Εποπτεία και σύμφωνα με την εθνική πρακτική. Η στενότερη παρακολούθηση της δημοσιονομικής κατάστασης σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 2, 3 και 6 του Κανονισμού (ΕΕ) 473/2013,  σχετικά με κοινές διατάξεις για την παρακολούθηση και την εκτίμηση των σχεδίων δημοσιονομικών προγραμμάτων και τη διασφάλιση της διόρθωσης του υπερβολικού ελλείμματος των Κρατών-μελών της Ζώνης του Ευρώ, εφαρμόζεται σε Κράτος-μέλος που υπόκειται σε Ενισχυμένη Εποπτεία, ασχέτως της ύπαρξης υπερβολικού ελλείμματος στο εν λόγω Κράτος-μέλος. Η σχετική έκθεση υποβάλλεται σε τριμηνιαία βάση.

Δεύτερον, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, το Κράτος-μέλος, που υπόκειται σε Ενισχυμένη Εποπτεία κατόπιν σχετικής αποφάσεως της Επιτροπής ή που λαμβάνει χρηματοδοτική συνδρομή σε προληπτική βάση, υποχρεώνεται:
α) Να κοινοποιεί στην ΕΚΤ, υπό την εποπτική ιδιότητά της, και, όπου είναι σκόπιμο, στις αρμόδιες ΕΕΑ, με τη συχνότητα που του έχει ζητηθεί, αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με τις εξελίξεις στο χρηματοπιστωτικό του σύστημα, συμπεριλαμβανομένης ανάλυσης των αποτελεσμάτων των προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων ή των αναλύσεων ευαισθησίας.
β) Να διενεργεί, υπό την Εποπτεία της ΕΚΤ, υπό την εποπτική ιδιότητά της, ή, όταν είναι σκόπιμο, υπό την εποπτεία των αρμόδιων ΕΕΑ, τις προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων ή τις αναλύσεις ευαισθησίας, κατά περίπτωση, για να εκτιμήσει την ανθεκτικότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα σε διάφορους μακροοικονομικούς και χρηματοπιστωτικούς κραδασμούς, όπως ορίζεται από την Επιτροπή και την ΕΚΤ, σε συνεννόηση με τις αρμόδιες ΕΕΑ και με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου.
γ) Να υποβάλλεται σε τακτικές εκτιμήσεις των εποπτικών ικανοτήτων του επί του χρηματοπιστωτικού τομέα στο πλαίσιο ειδικής αξιολόγησης, που διενεργείται από την ΕΚΤ, υπό την εποπτική ιδιότητά της, ή, όταν είναι σκόπιμο, από τις αρμόδιες ΕΕΑ.
δ) Να κοινοποιεί στην Επιτροπή κάθε πληροφορία που χρειάζεται για την παρακολούθηση μακροοικονομικών ανισορροπιών, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 1176/2011.
Με βάση την ανάλυση των αποτελεσμάτων των παραπάνω προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων και τις αναλύσεις ευαισθησίας και λαμβάνοντας υπόψη τα συμπεράσματα της εκτίμησης των σχετικών δεικτών του πίνακα επιδόσεων όσον αφορά τις μακροοικονομικές ανισορροπίες (Κανονισμός ΕΕ 1176/2011), η ΕΚΤ, υπό την εποπτική ιδιότητά της, καθώς και οι αρμόδιες ΕΕΑ, εκπονούν, σε συνεννόηση με το ΕΣΣΚ, εκτίμηση των δυνητικών ευπαθειών του χρηματοπιστωτικού συστήματος και υποβάλλουν την εν λόγω εκτίμηση στην Επιτροπή, με τη συχνότητα που ορίζει η τελευταία, και στην ΕΚΤ. Στο πλαίσιο της άσκησης των παραπάνω αρμοδιοτήτών τους η Επιτροπή, η ΕΚΤ και οι αρμόδιες ΕΕΑ χειρίζονται ως απόρρητη κάθε αναλυτική πληροφορία που τους διαβιβάζεται.

Τρίτον, η  Επιτροπή, σε συνεννόηση με την ΕΚΤ και τις αρμόδιες ΕΕΑ και, όταν είναι σκόπιμο, το ΔΝΤ, πραγματοποιεί τακτικές αποστολές επιθεώρησης στο Κράτος- μέλος που υπόκειται σε Ενισχυμένη Εποπτεία, προκειμένου να επαληθεύσει την πρόοδο που έχει επιτευχθεί από το εν λόγω Κράτος-μέλος όσον αφορά την εφαρμογή των μέτρων που προαναφέρθηκαν. Η Επιτροπή κοινοποιεί ανά τρίμηνο την εκτίμησή της στην αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή (ΟΔΕ). Στην εν λόγω εκτίμηση, εξετάζει, ειδικότερα, αν χρειάζονται περαιτέρω μέτρα. Κατά την προετοιμασία της εκτίμησής της η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα τυχόν εμπεριστατωμένης επισκόπησης δυνάμει του Κανονισμού (ΕΕ) 1176/2011, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης των δευτερογενών αποτελεσμάτων των εθνικών οικονομικών πολιτικών στο Κράτος-μέλος που υπόκειται σε Ενισχυμένη Εποπτεία. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η Επιτροπή διαπιστώνει, με βάση τις αποστολές επιθεώρησης ότι απαιτούνται περαιτέρω μέτρα και ότι η χρηματοπιστωτική και οικονομική κατάσταση του οικείου Κράτους-μέλους έχει σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ζώνης του Ευρώ ή των Κρατών-μελών της, το Συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία και μετά από πρόταση της Επιτροπής, μπορεί να συστήσει στο οικείο κράτος μέλος να λάβει προληπτικά διορθωτικά μέτρα ή να καταρτίσει σχέδιο προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής. Το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει να δημοσιοποιήσει τη Σύστασή του. Όταν δημοσιοποιείται μια Σύσταση:
Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να προσφέρει την ευκαιρία στο οικείο Κράτος-μέλος και στην Επιτροπή να συμμετάσχουν σε ανταλλαγή απόψεων.
Εκπρόσωποι της Επιτροπής μπορούν να κληθούν από το Κοινοβούλιο του οικείου Κράτους-μέλους να συμμετάσχουν σε ανταλλαγή απόψεων.
Το Συμβούλιο ενημερώνει έγκαιρα την αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με το περιεχόμενο της Σύστασής του.
Τέλος, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας Ενισχυμένης Εποπτείας, η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και το Κοινοβούλιο του οικείου Κράτους-μέλους μπορούν να καλέσουν εκπροσώπους της Επιτροπής, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ να συμμετάσχουν σε οικονομικό διάλογο.

Τέταρτον, τα Κράτη-μέλη, εξάλλου, που υπόκεινται σε Ενισχυμένη Εποπτεία ή σε πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής και λαμβάνουν χρηματοδοτική συνδρομή για την ανακεφαλαιοποίηση των χρηματοπιστωτικών τους ιδρυμάτων ενημερώνουν δύο φορές το χρόνο την ΟΔΕ σχετικά με τους όρους που επιβάλλονται στα εν λόγω χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, μεταξύ άλλων τους όρους σχετικά με τις αμοιβές των διευθυντικών στελεχών. Τα εν λόγω Κράτη-μέλη υποβάλλουν επίσης πληροφορίες σχετικά με τις πιστώσεις που προσφέρει ο χρηματοπιστωτικός τομέας στην πραγματική οικονομία.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι για τα Κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, που υπάγονται σε καθεστώς Ενισχυμένης Εποπτείας, αναστέλλεται η εφαρμογής της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών στο πλαίσιο της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος (ΔΥΕ), καθώς και της παρακολούθησης και της υποβολής εκθέσεων στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. Αυτό συμβαίνει γιατί τα προγράμματα μακροοικονομικής προσαρμογής επί των οποίων εφαρμόζεται η Ενισχυμένη Εποπτεία είναι ευρύτατης εμβέλειας και προχωρούν πέρα από τα καθαρά δημοσιονομικά ζητήματα και την Πολυμερή Εποπτεία. Στην πράξη, το σχετικό Κράτος-μέλος καλείται να καταβάλει τις προσπάθειες, που κρίνονται αναγκαίες για να βελτιώσει την τρέχουσα, την μεσοπρόθεσμη και την μακροπρόθεσμη οικονομική και χρηματοπιστωτική κατάστασή του. Έτσι, αποφεύγεται η περιττή επικάλυψη των υποχρεώσεων παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων. 

4. Συμπεράσματα

(α) Είναι φανερό ότι η Ενισχυμένη Εποπτεία τόσο ως προς τη συγκρότηση του εποπτικού μηχανισμού (Επιτροπή, ΕΚΤ, ΕΜΣ και ΔΝΤ) όσο και ως περιεχόμενό της συνιστά μεταφορά  και ενσωμάτωση στην ενωσιακή έννομη τάξη και μετατροπή από διεθνή υποχρέωση (άρθρο 13 παρ. 7 Συνθ.ΕΜΣ) σε τέτοια ενωσιακού χαρακτήρα της ελεγκτικής πρακτικής που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών μηχανισμών χρηματοδοτικής συνδρομής, που επικράτησε να αποκαλείται «τρόικα» (σήμερα «κουατρέτο»), με ότι αυτό συνεπάγεται.  

(β) Η Ενισχυμένη Εποπτεία τόσο ως προς το εύρος της εποπτείας όσο και ως προς τα μέσα δεν διαφέρει από την πρακτική της τρόικα. Έτσι, και πρόγραμμα, η πιστή εφαρμογή του οποίου ελέγχεται, υπάρχει (Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής  2018 – 2021), και επικαιροποιήσεις (λήψη πρόσθετων μέτρων) επιβάλλονται αλλά και οι ιδιαίτερα ενοχλητικές για πολλούς επιτόπιες επισκέψεις προβλέπονται. Θα πρέπει να σημειωθεί, εξάλλου,  σε ενίσχυση των παραπάνω ότι ο Κανονισμός ΕΕ 472/2013 σχετικά με την Ενισχυμένη Εποπτεία δεν  διακρίνει μεταξύ της προγραμματικής και μεταπρογραμματικής Ενισχυμένη Εποπτεία ως προς την ένταση τους. 

(γ) Το θετικό της ενσωμάτωσης της πρακτικής της τρόικα στην ενωσιακή έννομη τάξη με τη μορφή της Ενισχυμένης Εποπτείας είναι ότι η υπαγωγή σε αυτή αποτελεί  πλέον υποχρέωση από το δίκαιο της Ένωσης, με αποτέλεσμα τόσο τα Κράτη-μέλη όσο βέβαια και τα θεσμικά όργανα της Ένωσης κατά την εφαρμογή της είναι υποχρεωμένα να σέβονται τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ελεγχόμενα από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με τον τρόπο αυτό παρακάμπτεται ο περιορισμός του άρθρου 51 παρ. 1 του Χάρτη, σύμφωνα με το οποίο τα Κράτη-μέλη δεσμεύονται από τον Χάρτη μόνο όταν εφαρμόζουν δίκαιο της Ένωσης. Ο περιορισμός αυτός απέκλειε μέχρι σήμερα τη σχετική δραστηριότητα του διακυβερνητικού ΕΜΣ από τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου (βλ απόφαση Pringle). 

(δ) Για να υπάρξει, πάντως, μια ολοκληρωμένη εικόνα της εποπτείας στην οποία μετά μεγάλης πιθανότητας θα υπαχθεί η Ελλάδα μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος και των περιθωρίων κατά την άσκηση της οικονομικής και δημοσιονομικής της πολιτικής θα πρέπει στο μηχανισμό της Ενισχυμένης Εποπτείας να προσθέσει κανείς και μια ακόμη σημαντικότατη καινοτομία της «δέσμης δύο μέτρων»: την κατά το άρθρο 7 του Κανονισμού (ΕΕ) 473/2013 διαδικασία εκτίμησης των σχεδίων των εθνικών προϋπολογισμών από την Επιτροπή, η οποία, στο πλαίσιο της γενικότερης τάσης ενίσχυσης του ρόλου της, αναλαμβάνει σημαντικότατες εξουσίες. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ότι η Επιτροπή θα εξετάζει και θα εκφέρει γνώμη σχετικά με κάθε σχέδιο προϋπολογισμού το αργότερο μέχρι τις 30 Νοεμβρίου. Εάν η Επιτροπή εντοπίσει σοβαρή περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις δημοσιονομικής πολιτικής, που προβλέπονται στο ΣΣΑ, εκδίδει, μετά από διαβούλευση με το οικείο Κράτος-μέλος,  την γνώμη της εντός δύο εβδομάδων από την υποβολή του σχεδίου προϋπολογισμού. Με τη γνώμη της η Επιτροπή ζητά την υποβολή αναθεωρημένου σχεδίου δημοσιονομικού προγράμματος (προϋπολογισμού) το ταχύτερο δυνατό και σε κάθε περίπτωση εντός τριών εβδομάδων από την ημερομηνία έκδοσης της γνώμης της. Το αίτημα της Επιτροπής αιτιολογείται και δημοσιοποιείται. Η Επιτροπή εγκρίνει νέα γνώμη για το αναθεωρημένο σχέδιο δημοσιονομικού προγράμματος το ταχύτερο δυνατό και σε κάθε περίπτωση εντός τριών εβδομάδων από την υποβολή του αναθεωρημένου σχεδίου δημοσιονομικού προγράμματος. 

Μιχάλης Δ. Χρυσομάλλης, Αν. Καθηγητής, Νομική Σχολή ΔΠΘ
Έδρα Jean Monnet
mchrysom@gmail.com



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου