Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2018

CES-DUTH FOCUS ΣΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ 8/2018
ΔΕΛΤΙΟ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΕ (ΔΕΕ): Αύγουστος 2018
Επιμέλεια Παναγιώτης Αργαλιάς, Δικηγόρος, ΔΝ

1. ΔΕΕ, απόφαση της 7ης Αυγούστου 2018, Υπόθεση C-161/17, Land Nordrhein-Westfalen κατά Dirk Renckhoff - Προδικαστική

Η αίτηση αφορούσε την ερμηνεία του άρθρου 3, παρ. 1, της Οδηγίας 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 1 της ανωτέρω οδηγίας «1. Τα κράτη μέλη παρέχουν στους δημιουργούς το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν κάθε παρουσίαση στο κοινό των έργων τους, ενσυρμάτως ή ασυρμάτως, καθώς και να καθιστούν προσιτά τα έργα τους στο κοινό κατά τρόπο ώστε οποιοσδήποτε να έχει πρόσβαση σε αυτά όπου και όταν επιλέγει ο ίδιος». Η αίτηση υποβλήθηκε από το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Γερμανίας (Bundesgerichtshof) στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του Oμόσπονδου Κράτους της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας και του Dirk Renckhoff, φωτογράφου, σχετικά με τη χρήση χωρίς άδεια, από μαθήτρια σχολείου που βρίσκεται στην περιφέρεια του εν λόγω ομόσπονδου κράτους, φωτογραφίας του D. Renckhoff, η οποία ήταν ελεύθερα διαθέσιμη σε ιστότοπο, ως εικονογράφηση σε σχολική εργασία την οποία δημοσίευσε το σχολείο σε άλλον ιστότοπο. Ειδικότερα, το Ομόσπονδο κράτος της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας είχε υπό την εποπτεία του το σχολείο δευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεωςWaltrop (Gesamtschule Waltrop) και αποτελούσε τον εργοδότη των διδασκόντων του συγκεκριμένου σχολείου. Μια μαθήτρια του σχολείου, στο πλαίσιο γλωσσικού μαθήματος που διδάσκεται στο σχολείο αυτό, συμπεριέλαβε ως εικονογράφηση, μια φωτογραφία του D. Renckhoff την οποία η εν λόγω μαθήτρια είχε τηλεφορτώσει μέσω ιστότοπου για ταξίδια. Η φωτογραφία υπήρχε στον τελευταίο αυτό ιστότοπο χωρίς περιορισμούς που να εμποδίζουν την τηλεφόρτωση ενώ κάτω από τη φωτογραφία, η μαθήτρια ανέφερε τον εν λόγω ιστότοπο.
Το νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν εάν αν η «παρουσίαση στο κοινό» κατά το άρθρο 3, παρ. 1, της Οδηγίας 2001/29 έχει την έννοια ότι καλύπτει την ανάρτηση σε ιστότοπο φωτογραφίας προηγουμένως δημοσιευθείσας, χωρίς περιορισμούς και με την άδεια του κατόχου του δικαιώματος του δημιουργού, σε άλλον ιστότοπο.
Το ΔΕΕ σε μια αρχική του σκέψη διαπίστωσε ότι μια φωτογραφία μπορεί να προστατεύεται μέσω του δικαιώματος του δημιουργού υπό την προϋπόθεση ότι είναι αποτέλεσμα διανοητικής εργασίας του δημιουργού, που αντανακλά την προσωπικότητά του και εκδηλώνεται με τις ελεύθερες και δημιουργικές επιλογές του κατά την παραγωγή της φωτογραφίας αυτής.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι ο όρος «παρουσίαση στο κοινό», κατά το άρθρο 3, παρ. 1, της Οδηγίας 2001/29/ΕΚ έχει την έννοια ότι καλύπτει την ανάρτηση σε ιστότοπο φωτογραφίας, σύμφωνα με τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά.

2. ΔΕΕ, απόφαση της 7ης Αυγούστου 2018, Υπόθεση C-485/17, Verbraucherzentrale BerlineV κατά Unimatic Vertriebs GmbH– Προδικαστική

Η αίτηση αφορούσε την ερμηνεία του άρθρου 2, σημείο 9, της Οδηγίας 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 9 της ανωτέρω οδηγίας «εμπορικό κατάστημα: α) κάθε ακίνητος χώρος λιανικής πώλησης, όπου ο έμπορος πραγματοποιεί τη δραστηριότητά του σε μόνιμη βάση, ή β) κάθε κινητός χώρος λιανικής πώλησης, όπου ο έμπορος πραγματοποιεί τη δραστηριότητά του σε συνήθη βάση [...]». Η αίτηση υποβλήθηκε από το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Γερμανίας (Bundesgerichtshof) στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της ένωσης καταναλωτών και της Unimatic Vertriebs GmbH, εταιρίας διανομής που διαθέτει στο εμπόριο αγαθά, όσον αφορά την ενημέρωση σχετικά με το δικαίωμα υπαναχωρήσεως του καταναλωτή στο πλαίσιο πωλήσεως συναφθείσας σε εμπορική έκθεση. Ειδικότερα, ένας πελάτης παρήγγειλε στο εκθεσιακό περίπτερο που διατηρούσε η Unimatic στη συγκεκριμένη έκθεση μια συσκευή καθαρισμού με ατμό/ηλεκτρική σκούπα. Ωστόσο, η εταιρεία δεν ενημέρωσε τον εν λόγω πελάτη σχετικά με την ύπαρξη δικαιώματος υπαναχωρήσεως που προβλέπεται από τη γερμανική νομοθεσία, σύμφωνα με το άρθρο 9 της Oδηγίας 2011/83.
Το νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν αν το άρθρο 2, σημείο 9, της Οδηγίας 2011/83 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι εκθεσιακό περίπτερο, το οποίο διατηρεί έμπορος σε εμπορική έκθεση και στο οποίο αυτός ασκεί τις δραστηριότητές του για μερικές ημέρες ετησίως, αποτελεί «εμπορικό κατάστημα», κατά την έννοια της διατάξεως αυτής.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι το άρθρο 2, σημείο 9, της Οδηγίας 2011/83 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι εκθεσιακό περίπτερο αποτελεί «εμπορικό κατάστημα» συνεκτιμώντας α) τον τρόπο που εμφανίζεται το ως άνω εκθεσιακό περίπτερο και των πληροφοριών που παρέχονται στους χώρους της ίδιας της εκθέσεως, και β) το γεγονός ότι ένας καταναλωτής που έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος μπορούσε ευλόγως να αναμένει ότι ο εν λόγω έμπορος ασκεί τις δραστηριότητές του στο ως άνω εκθεσιακό περίπτερο και απευθύνεται στον εν λόγω καταναλωτή προκειμένου να συνάψουν σύμβαση.

3. ΔΕΕ, απόφαση της 7ης Αυγούστου 2018, Υπόθεση C-123/17, Nefiye Yön κατά Landeshauptstadt Stuttgart – Προδικαστική

Η αίτηση αφορούσε την ερμηνεία του άρθρου 7 της αποφάσεως 2/76, η οποία ελήφθη από το Συμβούλιο Συνδέσεως που συστάθηκε με τη Συμφωνία Συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας και του άρθρου 13 της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως. Σύμφωνα με το άρθρο 7 της αποφάσεως 1/76 «Τα κράτη μέλη της Κοινότητας και η Τουρκία δεν δύνανται να επιβάλλουν στους εργαζομένους που διαμένουν και απασχολούνται νομίμως στο έδαφός τους νέους περιορισμούς σχετικά με τις προϋποθέσεις προσβάσεως στην απασχόληση». Επιπρόσθετα, το άρθρο 13 της Αποφάσεως 1/80 «Τα κράτη μέλη της Κοινότητας και η Τουρκία δεν δύνανται να επιβάλλουν στους εργαζομένους και στα μέλη των οικογενειών τους που διαμένουν και απασχολούνται νομίμως στο έδαφός τους νέους περιορισμούς σχετικά με τις προϋποθέσεις προσβάσεως στην απασχόληση». Η αίτηση υποβλήθηκε από το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Διοικητικό Δικαστήριο της Γερμανίας (Bundesverwaltungsgericht) στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Nefiye Yön και του Δήμου Στουτγάρδης. Αντικείμενο της δίκης ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου αποτέλεσε η απόρριψη από τον Δήμο Στουγκάρδης της αιτήσεως της πρώτης για χορήγηση άδειας διαμονής στη Γερμανία λόγω οικογενειακής επανενώσεως.
Το νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν εάν το άρθρο 7 της Αποφάσεως 2/76 ή το άρθρο 13 της Αποφάσεως 1/80 έχουν την έννοια ότι μέτρο εθνικής νομοθεσίας, το οποίο εξαρτά τη χορήγηση άδειας διαμονής, λόγω οικογενειακής επανενώσεως, σε υπηκόους τρίτου κράτους που είναι μέλη της οικογένειας Τούρκου εργαζομένου από τη λήψη εκ μέρους των υπηκόων αυτώνθεωρήσεως συνιστά «νέο περιορισμό». Στην περίπτωση που το ανωτέρω μέτρο συνιστά νέο περιορισμό ζητήθηκε να ερμηνευθεί εάν μπορεί το μέτρο να δικαιολογείται  λόγω της ανάγκης αποτελεσματικού ελέγχου της μεταναστεύσεως και της διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι τέτοιο μέτρο συνιστά «νέο περιορισμό» κατά την έννοια των επίμαχων διατάξεων. Ωστόσο, το εθνικό μέτρο μπορεί να δικαιολογείται για λόγους που αφορούν τον αποτελεσματικό έλεγχο της μεταναστεύσεως και τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, αλλά μπορεί να επιτραπεί μόνον εφόσον τηρείται η αρχή της αναλογικότητας.

4. ΔΕΕ, απόφαση της 7ης Αυγούστου 2018, Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-61/17, C-62/17 και C-72/17, Miriam Bichat κ.λπ. κατά Aviation Passage Service Berlin GmbH&Co. KG– Προδικαστική

Οι αιτήσεις αφορούσαν την ερμηνεία του άρθρου 2, παρ. 4, της Οδηγίας 98/59/ΕΚ του Συμβουλίου για προσέγγιση των νομοθεσιών των Κρατών-μελών που αφορούν τις ομαδικές απολύσεις. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 4 της επίμαχης Οδηγίας «Οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 εφαρμόζονται ανεξάρτητα από το αν η απόφαση για τις ομαδικές απολύσεις λαμβάνεται από τον εργοδότη ή από επιχείρηση που ελέγχει τον εργοδότη.Όσον αφορά τις προβαλλόμενες παραβάσεις των υποχρεώσεων ενημέρωσης, διαβούλευσης και κοινοποίησης που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, δεν θα λαμβάνεται υπόψη, ως δικαιολογία, το επιχείρημα του εργοδότη ότι η επιχείρηση που έλαβε την απόφαση για τις ομαδικές απολύσεις δεν του παρέσχε τις αναγκαίες πληροφορίες». Οι αιτήσεις υποβλήθηκαν από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο εργατικών διαφορών του Βερολίνου -Βρανδεμβούργου της Γερμανίας (Landesarbeitsgericht Berlin - Brandenburg) στο πλαίσιο τριών ενδίκων διαφορών μεταξύ, αντιστοίχως, της Miriam Bichat, της Daniela Chlubna και της Isabelle Walkner και του πρώην εργοδότη τους, της εταιρίας Aviation Passage Service Berlin GmbH& Co. Kg. Αντικείμενο της δίκης ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου αποτέλεσε το κύρος των απολύσεών τους υπό το πρίσμα των διαδικασιών διαβουλεύσεως που προβλέπει το άρθρο 2 της Οδηγίας 98/59.
Το νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν αν το άρθρο 2, παρ. 4, πρώτο εδάφιο, της Οδηγίας 98/59 έχει την έννοια ότι ο όρος «επιχείρηση που ελέγχει τον εργοδότη» αφορά μόνον επιχείρηση, η οποία είναι συνδεδεμένη με τον εργοδότη βάσει μεριδίων συμμετοχής ή δικαιωμάτων ψήφου ή επίσης επιχείρηση η οποία, δυνάμει συμβατικών δεσμών ή εν τοις πράγμασι, ασκεί ομοίως δεσπόζουσα επιρροή στον εν λόγω εργοδότη.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι το άρθρο 2 παρ. 4 της Οδηγίας 98/59 την έννοια ότι ο όρος «επιχείρηση που ελέγχει τον εργοδότη» αφορά κάθε επιχείρηση που είναι συνδεδεμένη με τον εργοδότη μέσω σχέσεων συμμετοχής στο εταιρικό κεφάλαιο του τελευταίου ή μέσω άλλων εννόμων σχέσεων που της παρέχουν τη δυνατότητα να ασκεί καθοριστική επιρροή στα όργανα λήψεως αποφάσεων του εργοδότη και να τον υποχρεώνει στον σχεδιασμό ή στην πραγματοποίηση ομαδικών απολύσεων.

5. ΔΕΕ, απόφαση της 7ης Αυγούστου 2018, Υπόθεση C-52/17, VTBBank (Austria) AG κατά Finanzmarktaufsichtsbehörde (FMA) - Προδικαστική

Η αίτηση αφορούσε, κυρίως, την ερμηνεία του άρθρου 64 και του άρθρου 65, παρ. 1, της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και του άρθρου 395, παρ. 1 και 5, του Κανονισμού 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων. Η αίτηση υποβλήθηκε από το Ομοσπονδιακό Διοικητικό Δικαστήριο της Αυστρίας (Bundesverwaltungsgericht) στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της VTB Bank (Austria) AG και της εποπτικής αρχής των χρηματοπιστωτικών αγορών της Αυστρίας (FMA) σχετικά με την επιβολή αντισταθμιστικών τόκων λόγω υπερβάσεως των ορίων για μεγάλα ανοίγματα σύμφωνα με το άρθρο 395, παρ. 1, του Κανονισμού 575/2013.
Το βασικό νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν αν τα ερμηνευόμενα άρθρα του ενωσιακού δικαίου έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνική νομοθεσία δυνάμει της οποίας, σε περίπτωση υπερβάσεως των ορίων ανοίγματος, που προβλέπονται, επιβάλλονται άνευ ετέρου αντισταθμιστικοί τόκοι σε πιστωτικό ίδρυμα, ακόμη και αν το ίδρυμα πληροί τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων παρέχεται στο ίδρυμα η δυνατότητα να υπερβεί τα εν λόγω όρια.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι τα επίμαχα άρθρα του ενωσιακού δικαίου έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται στην επίδικη εθνική ρύθμιση.

6. ΔΕΕ, απόφαση της 7ης Αυγούστου 2018, Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-96/16 και C-94/17, Banco Santander SA κατά Mahamadou Demba και Mercedes Godoy Bonet και Rafael Ramón Escobedo Cortés κατά Banco de SabadellSA – Προδικαστική

Οι αιτήσεις αφορούσαν την ερμηνεία της Οδηγίας 93/13του Συμβουλίου σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές. Οι αιτήσεις υποβλήθηκαν από το Πρωτοδικείο της Βαρκελώνης της Ισπανίας (Juzgado de PrimeraInstancia n° 38 de Barcelona) στο πλαίσιο ένδικων διαφορών μεταξύ, όσον αφορά την πρώτη, της Banco Santander SA, αφενός, και της Mercedes Godoy Bonet και του Mahamadou Demba, αφετέρου (C-96/16), και, όσον αφορά τη δεύτερη, μεταξύ του Rafael Ramón Escobedo Cortés και της Banco de Sabadell SA (C-94/17), σχετικά με την εκτέλεση των συμβάσεων δανείου που είχαν συναφθεί μεταξύ των εν λόγω διαδίκων.
Το πρώτο νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν αν η Οδηγία 93/13 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε επιχειρηματική πρακτική η οποία συνίσταται στην εκχώρηση ή αγορά απαιτήσεως έναντι καταναλωτή, χωρίς προηγούμενη ενημέρωση του καταναλωτή για την εκχώρηση αυτή ή τη συγκατάθεσή του και χωρίς παροχή στον καταναλωτή της δυνατότητας να εξαγοράσει την οφειλή του.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι η Οδηγία 93/13 δεν εφαρμόζεται στην ανωτέρω επίδικη επιχειρηματική πρακτική.
Το δεύτερο νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν εάν η Οδηγία 93/13 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική νομολογίατου Ανωτάτου Δικαστηρίου (Tribunal Supremo), σύμφωνα με την οποία οι συνέπειες του καταχρηστικού χαρακτήρα ρήτρας περί καθορισμού του επιτοκίου υπερημερίας, η οποία δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο διαπραγματεύσεως σε σύμβαση δανείου συναφθείσα με καταναλωτή συνίστανται στην πλήρη απάλειψη των τόκων υπερημερίας ενώ εξακολουθούν να οφείλονται οι συμβατικοί τόκοι που προβλέπει η σύμβαση αυτή.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι η Οδηγία 93/13 δεν αντιτίθεται στην ανωτέρω εθνική νομολογία 

7. ΔΕΕ, απόφαση της 7ης Αυγούστου 2018, Υπόθεση C-300/17, Hochtief AG κατά Budapest Főváros Önkormányzata

Η αίτηση αφορούσε την ερμηνεία της Οδηγίας 89/665 του Συμβουλίου για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 6 της Οδηγίας 89/665 «Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι, όταν ζητείται αποζημίωση για το λόγο ότι απόφαση ελήφθη παρανόμως, πρέπει πρώτα να ακυρώνεται η προσβαλλόμενη απόφαση από αρμόδιο προς τούτο όργανο». Η αίτηση υποβλήθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο της Ουγγαρίας (Kúria) στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Hochtief AG και της Τοπικής κυβερνήσεως της Βουδαπέστης, Ουγγαρία, (αναθέτουσα αρχή) στο πλαίσιο αγωγής αποκαταστάσεως ζημίας που η Hochtief υποστηρίζει ότι υπέστη λόγω παραβάσεως των κανόνων περί δημοσίων συμβάσεων. Ειδικότερα, ο λόγος απόρριψης της προσφοράς της προσφεύγουσας εταιρείας ήταν το γεγονός ότι η κοινοπραξία είχε διορίσει επικεφαλής του έργου εμπειρογνώμονα, ο οποίος είχε συμμετάσχει στην προετοιμασία του δημόσιου διαγωνισμού από την αναθέτουσα αρχή.
Το κύριο νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν αν το άρθρο 2, παράγραφος 6, της Οδηγίας 89/665 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική δικονομική ρύθμιση, η οποία εξαρτά τη δυνατότητα ασκήσεως οποιασδήποτε αξιώσεως αστικού δικαίου σε περίπτωση παραβάσεως των κανόνων που διέπουν τις δημόσιες συμβάσεις από την προϋπόθεση να έχει αναγνωριστεί κατά τρόπο απρόσβλητο η παράβαση του κανόνα από το τμήμα προσφυγών δημόσιων συμβάσεων ή από δικαστήριο επιλαμβανόμενο προσφυγής κατά της αποφάσεως του εν λόγω τμήματος προσφυγών.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι επίμαχο άρθρο της Οδηγίας 89/665 δεν αντιτίθεται στην ανωτέρω εθνική ρύθμιση.
Το δεύτερο νομικό ζήτημα που τέθηκε ήταν αν το δίκαιο της Ένωσης έχει την έννοια ότι αντιτίθεται, στο πλαίσιο αγωγής αποζημιώσεως, σε κανόνα του εθνικού δικονομικού δικαίου που περιορίζει τον δικαστικό έλεγχο των αποφάσεων οι οποίες εκδίδονται από τμήμα προσφυγώνστην εξέταση των λόγων και μόνον που προβλήθηκαν ενώπιον του εν λόγω τμήματος προσφυγών. Ας σημειωθεί ότι το ανωτέρω τμήμα προσφυγών είναι αρμόδιο σε πρώτο βαθμό για τον έλεγχο των αναθετουσών αρχών
Το ΔΕΕ έκρινε ότι το δίκαιο της Ένωσης ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων δεν αντιτίθεται στην ανωτέρω εθνική ρύθμιση δικονομικού δικαίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου