Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2019

CES-DUTH Νέα Ελληνική Νομική Σκέψη 4/2019
Ο σεβασμός της συνταγματικής ταυτότητας των Κρατών-Μελών και τα όριά του μετά την απόφαση Taricco II.
Ένα ιδιότυπο δικαιοδοτικό «bras de fer» στην εποχή του πολυεπίπεδου συνταγματισμού.

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΥΝΤΑΞΗΣ CES-DUTH Blogspot

Παρουσιάζουμε σήμερα στη σειρά Νέα Ελληνική Νομική Σκέψη τη μελέτη του κυρίου Θανάση Γλαβίνα με θέμα: Ο σεβασμός της συνταγματικής ταυτότητας των Κρατών-Μελών και τα όριά του μετά την απόφαση Taricco II: Ένα ιδιότυπο δικαιοδοτικό «bras de fer» στην εποχή του πολυεπίπεδου συνταγματισμού, που αποτέλεσε τη Διπλωματική του Εργασία στο πλαίσιο του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών του Τομέα Διεθνών Σπουδών της Νομικής Σχολής του ΔΠΘ – Κατεύθυνση: Δίκαιο της Ευρωπαϊκής ‘Ένωσης. Η Διπλωματική Εργασία, που εκπονήθηκε υπό την επίβλεψή μου, κατά την υποστήριξή της (Δεκέμβριος 2019) αξιολογήθηκε από την Τριμελή Επιτροπή Κρίσης με το βαθμό άριστα και αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της εξαιρετικής δουλειάς, που γίνεται τόσο από τους διδάσκοντες όσο και, κυρίως, από τους σπουδαστές του εν λόγω Μεταπτυχιακού Προγράμματος του Τομέας Διεθνών Σπουδών της Νομικής Σχολής του ΔΠΘ, που έχω την τιμή να διευθύνω. 
                                                                                                                             
                                                                                                                                 ΜΔΧ       

ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Η οριοθέτηση της σχέσης ανάμεσα στο ενωσιακό δίκαιο και το εθνικό συνταγματικό δίκαιο των κρατών μελών αποτελεί σήμερα ένα από τα πλέον ακανθώδη ζητήματα στη σφαίρα του ευρωπαϊκού δημοσίου δικαίου ή αλλιώς του λεγόμενου ευρωπαϊκού συνταγματισμού. Η συμμετοχή των κρατών μελών στην ΕΕ είχε ως αποτέλεσμα ένα σοβαρό ρήγμα στην κρατική κυριαρχία τους μέσα από τη μεταβίβαση άσκησης σημαντικών αρμοδιοτήτων σε αυτήν. Οι αρχές της αμέσου ισχύος και της υπεροχής του ενωσιακού έναντι όλων των κανόνων των εθνικών έννομων τάξεων των κρατών μελών έθεσαν σε αμφισβήτηση θεμελιώδεις αρχές των εθνικών εννόμων τάξεων και ανέτρεψαν κυρίαρχα  δόγματα ιεραρχίας κανόνων δικαίου, που ίσχυαν επί χρόνια, δημιουργώντας έτσι ανασφάλεια και προκαλώντας αντιδράσεις στο εσωτερικό τους. Σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν στο σημείο αυτό κυρίως τα εθνικά συνταγματικά δικαστήρια, τα οποία από τα πρώτα χρόνια λειτουργίας της Κοινότητας έθεσαν υπό αμφισβήτηση την αρχή της υπεροχής έναντι του εθνικού συντάγματος, κυρίως στο πεδίο της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Η σχέση του ενωσιακού δικαίου με το συνταγματικό δίκαιο των κρατών μελών εξελίχθηκε μέσα στο χρόνο περνώντας από διάφορα στάδια, τόσο από τη μεριά των κρατών μελών όσο και από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης είτε μέσα από τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της ΕΕ είτε μέσα από τη θεσμική διάσταση των διατάξεων των Συνθηκών. Ειδικότερα τα δικαστήρια των κρατών μελών επικαλούνταν συχνά την υπέρβαση των ορίων των παραχωρημένων αρμοδιοτήτων εκ μέρους της ΕΕ και των οργάνων της για να αρνηθούν την εφαρμογή των ενωσιακών κανόνων. Έθεταν λοιπόν όρια στην αρχή της υπεροχής του ενωσιακού δίκαιου έναντι των εθνικών δικαίων εκμεταλλευόμενα και την σκόπιμη σιωπή της πλειοψηφίας των εθνικών συνταγμάτων ως προς τη ρύθμιση του ζητήματος.
Η αποτυχία θέσπισης ενός Ευρωπαϊκού Συντάγματος και η συνακόλουθη υπογραφή της Συνθήκης της Λισαβόνας δημιούργησαν νέα δεδομένα. Η προσπάθεια αντιμετώπισης των διαφορών ανάμεσα στο ενωσιακό δίκαιο και τα εθνικά συντάγματα σε θεσμικό επίπεδο ναυάγησε μαζί με το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα και  την πρωτοβουλία των κινήσεων ανέλαβαν μοιραία τα εθνικά συνταγματικά δικαστήρια. Πολύτιμος σύμμαχος στην προσπάθεια αυτή στάθηκε η αναβαθμισμένη στο επίπεδο των Συνθηκών ρήτρα σεβασμού της εθνικής συνταγματικής ταυτότητας του άρθρου 4 παρ. 2 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΕΕ) στη βάση της οποίας τα εθνικά συνταγματικά δικαστήρια επικαλούμενα την προστασία της εθνικής συνταγματικής ταυτότητας, επεδίωξαν τη θέσπιση αντίβαρων έναντι της αρχής της υπεροχής του ενωσιακού δικαίου ενώ διεκδίκησαν τη δυνατότητα «ελέγχου της εσωτερικής συνταγματικότητας» των πράξεων των οργάνων της Ένωσης και την συνακόλουθη επιβολή σχετικών περιορισμών ως προς τη δράση τους. Το σχήμα μιας ενιαίας ευρωπαϊκής έννομης τάξης εγκαταλείφθηκε δίνοντας τη θέση του σε ένα μοντέλο συν-λειτουργίας των εννόμων τάξεων των κρατών μελών με την ενωσιακή έννομη τάξη, το οποίο και χαρακτηρίστηκε ως «πολυεπίπεδος συνταγματισμός». Στο πλαίσιο αυτό επιδίωξη των εθνικών συνταγματικών δικαστηρίων ήταν η διατήρηση ισχύος των εθνικών εννόμων τάξεων και η σχετικοποίηση της αρχής της υπεροχής του ενωσιακού δικαίου με όχημα της ρήτρα εθνικής συνταγματικής ταυτότητας υπέρ της προστασίας ενός στενού πυρήνα θεμελιωδών διατάξεων των εθνικών συνταγμάτων. Από την άλλη το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρά την ασάφεια της έννοιας της συνταγματικής ταυτότητας, ανταποκρινόμενο στη δέσμευση που παράγουν οι Συνθήκες δεν μπορούσε να παραβλέψει το καθήκον της Ένωσης ως προς το σεβασμό της συνταγματικής ταυτότητας των κρατών μελών.   
Με βάση και αφετηρία τα ανωτέρω δομείται η παρούσα μελέτη, η οποία γενικά  ακολουθεί την πορεία διαλόγου ανάμεσα στα εθνικά συνταγματικά δικαστήρια και το ΔΕΕ. Προηγείται μία ανάλυση και προσπάθεια αποσαφήνισης της έννοιας της συνταγματικής ταυτότητας και στη συνέχεια αναφορά στο ιστορικό και θεσμικό πλαίσιο της ρήτρας εθνικής συνταγματικής ταυτότητας όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παρ. 2 ΣΕΕ, δεδομένα πολύ χρήσιμα για την κατανόηση του συνολικού πλαισίου της μελέτης. Στη συνεχεία ακολουθεί το κύριο μέρος της μελέτης, το οποίο όπως αναφέρθηκε, περιλαμβάνει τον δικαστικό διάλογο επί του επίμαχου ζητήματος. Στο τελευταίο  κεφάλαιο η μελέτη αυτή καταπιάνεται με την πολύ σημαντική υπόθεση Taricco και τη θεμελιώδη απόφαση Taricco ΙΙ του ΔΕΕ η οποία εισέφερε νέα, απροσδόκητα ενδεχομένως, δεδομένα για τον προσδιορισμό των σχέσεων ενωσιακής έννομης τάξης και εννόμων τάξεων των κρατών μελών μέσα από τον διάλογο των δικαστηρίων των δύο πλευρών, όπως προέκυψε μέσα από τη διαδικασία της προδικαστικής παραπομπής.
Συνταγματικός πατριωτισμός, ενωσιακή υπεροχή ή συνταγματικός πλουραλισμός; Η όλη διαμάχη εξελίσσεται σε μία δημιουργική μονομαχία δικαστικής φύσης, ένα δικαιοδοτικό «bras de fer», όπως εύστοχα ονομάστηκε. Η τελευταία αναμέτρηση στην σειρά των υποθέσεων Taricco έβγαλε νικητή για πρώτη φορά τα κράτη μέλη εισφέροντας σημαντικό πλήγμα στην αρχή της υπεροχής του ενωσιακού δικαίου. Ωστόσο κανείς δεν μπορεί να προδικάσει το μέλλον αυτής της σχέσης καθώς οι ανατροπές δεν λείπουν από το χρονολόγιό της. Πρόκειται για ένα - μέχρι σήμερα αλλά και μελλοντικά το πιθανότερο - «never ending story», μία διαμάχη που γνωρίζουμε το παρελθόν της, βιώνουμε το παρόν της αλλά δεν μπορούμε να προδικάσουμε το μέλλον της. Το ερώτημα αν πράγματι το αίτημα του συνταγματικού πλουραλισμού θα αποτελέσει την απάντηση στην δύσκολή προσπάθεια συγκερασμού και ώσμωσης δύο διαφορετικών εννόμων τάξεων δεν μπορεί να απαντηθεί με βεβαιότητα. Αν και η αναγκαιότητα του για το μέλλον της Ενωμένης Ευρώπης είναι εμφανής, η μόνη βεβαιότητα είναι πως αν αποτύχει, είναι δεδομένο πως δε θα δυσκολευτούμε να βρούμε τελικά και τον νικητή του δικαστικού «bras de fer»: αυτός απλά δεν θα υπάρχει.
Δες τη μελέτη εδώ

Γλαβίνας Αθανάσιος, ΜΔΕ Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης  
thanasisglavinas@yahoo.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου