Τετάρτη 24 Ιουλίου 2019

CES-DUTH FOCUS ΣΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ 5/2019
Η ΕΛΛΑΔΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΤΗΣ ΕΕ ΚΑΤΑ ΤΟ 2018
Μιχάλης Δ. Χρυσομάλλης, Καθηγητής, Νομική Σχολή Δ.Π.Θ

(H μελέτη δημοσιεύτηκε στις 11/1/2019 στο ηλεκτρονικό περιοδικό Digestaonline)

Στις σελίδες του digestaonline προσεγγίζουμε, όπως κάθε χρόνο από το 2004, την παρουσία της Ελλάδας ενώπιον των δικαστικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Δικαστήριο και Γενικό Δικαστήριο) κατά το έτος 2018. Πρόκειται για μία καταγραφή των οριστικών αποφάσεων των ενωσιακών Δικαστηρίων με ελληνικό ενδιαφέρον, ταξινομημένων κατά θεματική ενότητα και όχι κατά την ημερομηνία έκδοσης ή το είδος διαδικασίας / προσφυγής. Η αναφορά μας περιορίζεται στον τίτλο της απόφασης (Δικαστήριο, αριθμός απόφασης, διάδικοι, ημερομηνία εκδόσεως), στη συνοπτική περίληψη καθώς και στο διατακτικό της ενώ δεν περιλαμβάνει άλλα μέρη και, κυρίως, το σκεπτικό της απόφασης. Οι ενδιαφερόμενοι, πάντως, μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη διαδικτυακή πύλη του ΔΕΕ (http://curia.eu.int) για να αντλήσουν το σύνολο των στοιχείων μίας αποφάσεως. Από τη μελέτη των ελληνικού ενδιαφέροντος αποφάσεων των Δικαστηρίων της ΕΕ παρατηρούμε τα εξής:

1. Κατά την περίοδο αναφοράς (2018) καταγράφτηκαν δώδεκα (12) μόνο αποφάσεις με ελληνικό ενδιαφέρον, σύμφωνα με τα κριτήρια που τέθηκαν παραπάνω. Ο αριθμός αυτός είναι κατά πολύ μειωμένος σε σύγκριση με το 2017, όταν σημειώθηκε σχεδόν διπλάσιος αριθμός υποθέσεων (21) αλλά σε συμφωνία με προηγούμενα έτη (μόλις 11 αποφάσεις το 2011 και το 2013, 13 το 2012 και 17 το 2016). Το γενικό συμπέρασμα που συνάγεται από τη διαχρονική έρευνα της παρουσίας της Ελλάδας ενώπιον του Δικαστηρίου είναι ότι ο ετήσιος αριθμός αποφάσεων με ελληνικό ενδιαφέρον δεν μπορεί να αυξηθεί θεαματικά όσο ο αριθμός ελληνικών προδικαστικών παραπομπών παραμένει εξαιρετικά χαμηλός και αποκλίνει σημαντικά από τους αριθμούς άλλων Κρατών-μελών. Ενδεικτικοί είναι οι αριθμοί προδικαστικών παραπομπών που περιήλθαν στο Δικαστήριο κατά το 2018: Γερμανία 78, Ιταλία 68, Ισπανία 67, Γαλλία 41 και Βέλγιο 40. 

2. Το 2018 παρουσιάζεται η ίδια βελτιωμένη εικόνα της χώρας μας σε ότι αφορά τις παραβιάσεις της ενωσιακής νομοθεσίας, που παρατηρείται από το 2010 και μετά. Έτσι, από τον εξαιρετικά υψηλό αριθμό των είκοσι δύο  (22) αποφάσεων του Δικαστηρίου, που εκδόθηκαν το 2009, με τις οποίες αναγνωρίστηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 258 ΣΛΕΕ (προσφυγή κατά Κράτους-μέλους) η παραβίαση των υποχρεώσεων εκ μέρους της Ελληνικής Δημοκρατίας, καταγράφονται τέσσερις  (4) καταδικαστικές αποφάσεις κατά την περίοδο αναφοράς. Οι λόγοι αυτής της βελτίωσης έχουν εκτεθεί διεξοδικά σε παλαιότερα σημειώματά μας, οπότε παρέλκει η εκτενής επανάληψή τους. Επιγραμματικά μπορούμε να πούμε ότι αυτή, κατά τη γνώμη μας, οφείλεται: Στη σημασία που φαίνεται να αποδίδει πλέον η χώρα μας στην τήρηση των υποχρεώσεών της έναντι της Ένωσης, στην προσπάθεια να αποτινάξει από πάνω της την κατηγορία του Κράτους – παραβάτη των υποχρεώσεων του και ταυτόχρονα να ενδυναμώσει τις διαπραγματευτικές δυνατότητές της εντός της ενωσιακών θεσμών και, τέλος, στη βελτίωση των ρυθμών με τους οποίους η ελληνική δημόσια διοίκηση προωθεί την ενσωμάτωση κανόνων του ενωσιακού δικαίου στην εσωτερική έννομη τάξη αλλά και των δυνατοτήτων συνεννόησης και διαπραγμάτευσης με την Επιτροπή, με σκοπό τη διευθέτηση των παραβιάσεων σε προδικαστικό στάδιο. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να διερευνηθεί αυτόνομα αν η κατάσταση αυτή οφείλεται και στην πίεση που ασκείται από την υπαγωγή της χώρας μας σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας (τρόικα και κουαρτέτο) κατόπιν της προσφυγής της στους ευρωπαϊκούς χρηματοδοτικούς οργανισμούς από το Μάιο 2010. Η βελτιωμένη αυτή εικόνα «θαμπώνει» αν ληφθούν υπόψη δύο παράμετροι:
Πρώτον, η Ελλάδα παραμένει η πρώτη χώρα σε εισηγμένες προσφυγές για παράβαση κατά την πενταετία 2013 – 2017, αφού η Επιτροπή προσέφυγε κατά της χώρας μας συνολικά είκοσι τέσσερις (24) φορές για παράβαση της ενωσιακής νομοθεσίας (τις επόμενες θέσεις καταλαμβάνουν η Πολωνία με 21 προσφυγές και η Γερμανία με 19), ενώ στο ίδιο διάστημα εκδόθηκαν δέκα οκτώ (18) καταδικαστικές αποφάσεις κατά της χώρας μας, που και πάλι την φέρνουν στην πρώτη θέση μεταξύ των 28 Κρατών-μελών (τις επόμενες θέσεις καταλαμβάνουν η Ισπανία με 17 καταδικαστικές αποφάσεις και η Ιταλία με 16). Θα πρέπει να σημειώσουμε, εξάλλου, ότι κατά μέσο όρο τα τελευταία έτη αντιστοιχεί 1 έως 1,2 καταδικαστικές αποφάσεις ανά Κράτος-μέλος (ΕΕ/28). Έτσι το 2018 το Δικαστήριο εξέδωσε τριάντα (30) καταδικαστικές αποφάσεις σε βάρος δέκα επτά (17) Κρατών-μελών.  
Δεύτερον, αναμφίβολα αποτελεί αρνητικό στοιχείο το γεγονός ότι μεταξύ των τεσσάρων (4) καταδικαστικών αποφάσεων του 2018 καταγράφονται δύο (2) με τις οποίες απ’ αυτές που χαρακτηρίζονται «πεισματικές», δηλαδή αυτές με τις οποίες, σύμφωνα με το άρθρο 260 ΣΛΕΕ, επιβάλλονται χρηματικές κυρώσεις για τη μη συμμόρφωση σε προηγούμενη καταδικαστική απόφαση του ΔΕΕ. Οι δύο αποφάσεις αφορούσαν (α) την παράλειψη της Ελλάδας να ανακτήσει τις κηρυχθείσες με την απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C 485/10, Επιτροπή κατά Ελλάδας, παράνομες κρατικές ενισχύσεις, που χορηγήθηκαν προς τα Ελληνικά Ναυπηγεία ΑΕ στο διάστημα 1996 – 2003 και (β) τη μη συμμόρφωση στην απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C 119/02, Επιτροπή κατά Ελλάδας, με την οποία κρίθηκε ότι η Ελλάδα μη λαμβάνοντας τα αναγκαία μέτρα για την εγκατάσταση αποχετευτικού δικτύου των αστικών λυμάτων της περιοχής του Θριασίου Πεδίου και μη υποβάλλοντας σε επεξεργασία αυστηρότερη της δευτεροβάθμιας τα αστικά λύματα της περιοχής αυτής πριν από την απόρριψή τους στην ευαίσθητη περιοχή του κόλπου της Ελευσίνας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τι διατάξεις της Οδηγίας 91/271. Σε μια περίοδο οικονομικής στενότητας της χώρας μας η υποχρέωση καταβολής κατ’ συνολικού αποκοπή ποσού 15 εκατομμυρίων ευρώ (10 εκατ. για την πρώτη των παραπάνω περιπτώσεων και 5 εκατ. για την δεύτερη) αλλά και απειλή καταβολής χρηματικών ποινών ύψους 7.294.000 και 3.276.00 ευρώ αντίστοιχα ανά εξάμηνο μη συμμόρφωσης στις αποφάσεις του Δικαστηρίου δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν αμελητέες.
Τέλος, θα πρέπει να τονισθεί ότι μεταξύ των τεσσάρων (4) καταδικαστικών αποφάσεων οι δύο (2) αφορούν τον τομέα των κρατικών ενισχύσεων, μια (1) τη φορολογία (ειδικοί φόροι κατανάλωσης) και μια (1) την προστασία του περιβάλλοντος, που ιστορικά αποτελεί τον τομέα της ενωσιακής νομοθεσίας, στον οποίο σημειώνονται οι περισσότερες παραβιάσεις τόσο από την χώρα μας όσο και από τα υπόλοιπα  Κράτη-μέλη.   

3. Το 2018 εντοπίζεται μόλις μια (1) απόφαση του ΔΕΕ επί προδικαστικής παραπομπής κατά το άρθρο 267 ΣΛΕΕ, που προήλθε από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ). Η σταθερά μικρή έως ελάχιστη συνεργασία των ελληνικών δικαστηρίων με το ΔΕΕ μέσω της προδικαστικής διαδικασίας και το 2018 επιβεβαιώνει σε μεγάλο βαθμό τα συμπεράσματα στα οποία καταλήξαμε παρουσιάζοντας την ελληνική παρουσία στα δικαστικά όργανα της Ένωσης για την προηγούμενη πενταετία, ορισμένα εκ των οποίων είμαστε υποχρεωμένοι σε γενικές γραμμές να επαναλάβουμε: 
Πρώτον, ο εξαιρετικά μικρός αριθμός των προδικαστικών παραπομπών εκ μέρους των ελληνικών δικαστηρίων  κινείται σε ρυθμούς αντίθετους με την ευρωπαϊκή τάση αύξησης του αριθμού των προδικαστικών παραπομπών. Είναι ενδεικτικό ότι το 2018 το Δικαστήριο εξέδωσε πεντακόσιες είκοσι (520) αποφάσεις επί προδικαστικών παραπομπών, που ισοδυναμεί κατά μέσο όρο σε 18,5 προδικαστικές παραπομπές ανά Κράτος-μέλος (ΕΕ 28). Το γεγονός αυτό θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης και αντιμετώπισης τόσο από τις Νομικές Σχολές όσο και από τα αρμόδια διοικητικά και εκπαιδευτικά όργανα της δικαιοσύνης. 
Δεύτερον, δεν φαίνεται να οδηγούν σε αύξηση του αριθμού των προδικαστικών παραπομπών προερχομένων από τα ελληνικά δικαστήρια τα εξής γεγονότα: η αναγνώριση από το ΔΕΚ, με τη γνωστή απόφαση Köbler, της ευθύνης των Κρατών-μελών σε αποκατάσταση της ζημίας που προκαλείται με αποφάσεις των ανωτάτων δικαστηρίων, όταν αυτές είναι αντίθετες με ενωσιακό δίκαιο (εξωσυμβατική ευθύνη), η σημαντική βελτίωση στις επιδόσεις του ΔΕΕ όσον αφορά το χρόνο, που απαιτείται για την έκδοση εκ μέρους του αποφάσεων επί προδικαστικών παραπομπών (κατά μέσο όρο 15,7 μήνες), η καθιέρωση ταχείας διαδικασίας προδικαστικής παραπομπής (στην εν λόγω διαδικασία η απόφαση εκδίδεται κατά μέσο όρο σε 3,1 μήνες), καθώς και η σημαντική αύξηση της δικαστικής ύλης στο πλαίσιο των πολιτικών του Χώρου Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης (Μετανάστευση, Άσυλο, Αστυνομική και Δικαστική Συνεργασία στις Ποινικές Υποθέσεις, Δικαστική Συνεργασία στις Αστικέ Υποθέσεις). 

Μιχάλης Δ. Χρυσομάλλης, Καθηγητής, Νομική Σχολή ΔΠΘ
Έδρα Jean Monnet
mchrysom@gmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου